Η Μέρκελ αποχωρεί και ο διάδοχος της επιλογής της στην ηγεσία της Χριστιανοδημοκρατίας την διαδέχεται και στην Καγκελαρία μετά τις εκλογές στα τέλη Σεπτεμβρίου.
Σύμφωνα με την παραπάνω βεβαιότητα το μόνο ερώτημα για τις πολιτικές εξελίξεις στην Γερμανία δεν είναι άλλο από το αν πλην των Πρασίνων που προεξοφλείται ότι θα αντικαταστήσουν τους Σοσιαλδημοκράτες θα αναδειχθούν και οι Φιλελεύθεροι ως τρίτος κυβερνητικός εταίρος.
Το παραπάνω σενάριο ήταν πολύ καλό για να είναι αληθινό στην σκιά μιας Πανδημίας που τείνει να ανατρέψει στο διάβα της πολιτικές ισορροπίες που ήταν δεδομένες.
Από την παραπάνω δυναμική δεν φαίνεται να ξεφεύγει η Μέρκελ και η CDU-CSU ένα σχεδόν χρόνο μετά την δημοσκοπική της εκτίναξη στην πρώτη φάση της Πανδημίας.
Ένα εν πολλοίς βουβό ρεύμα πιστεύει ότι η ευρωπαϊκή επιλογή που επέβαλλε η Καγκελάριος για τον εμβολιασμό υπήρξε ένα φιάσκο με βαρύ κόστος σε ανθρώπινες ζωές, αλλά και αποσταθεροποίηση των αισθημάτων ασφάλειας μιας πλειοψηφικής ομάδας των ψηφοφόρων.
Οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους καθώς στις αρχές της βδομάδας μόλις το 6% του πληθυσμού της Γερμανίας είχε εμβολιασθεί, όταν την ίδια στιγμή το αντίστοιχο ποσοστό στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι 40%!
Έτσι οι τοπικές εκλογές της Κυριακής 14 Μαρτίτυ στα ομόσπονδα κρατίδια της Βάδης-Βυρτεμβέργης και της Ρηνανίας- Παλατινάτου θα είναι η πρώτη επιβεβαίωση η διάψευση των παραπάνω τάσεων.
Πρόκειται για μια σκληρή δοκιμασία για τον νέο ηγέτη της CDU Λασέτ που μονομαχεί με τον Πρωθυπουργό της Βαυαρίας Σέντερ για το χρίσμα του υποψηφίου για την διαδοχή της Μέρκελ στην Καγκελαρία.
Πέραν της ανασφάλειας που προκαλούν οι φονικές μεταλλάξεις του Covid-19 αλλά και η βραδυπορία του εμβολιασμού μια δεύτερη ανησυχία συσσωρεύεται για τον κίνδυνο μόνιμης χαλάρωσης ή ακόμη και εγκατάλειψης της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής στην Γερμανία και στην Ευρωζώνη. Έτσι εξηγείται πως μεσούσης μιας Πανδημίας με άγνωστη διάρκεια και κόστος κάποιοι στο Βερολίνο επείγονται να επιστρέψει η χώρα στον κόφτη χρέους και η Ε.Ε στο Σύμφωνο Σταθερότητας.
Όλα τα ενδεχόμενα όλοι οι δυνατοί δηλαδή μετεκλογικοί κυβερνητικοί συνασπισμοί είναι ανοιχτά.
Ένας νέος Μεγάλος Συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών, ένας συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων, μια κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και φιλελευθέρων, μια αριστερή συγκυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Αριστεράς και τέλος μια καθαρόαιμη δεξιά συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών –Φιλελευθέρων.
Τα ποσοστά του μέσου όρου των πανεθνικών δημοσκοπήσεων στις αρχές Μαρτίου έδιναν 33% στους Χριστιανοδημοκράτες, 18% στους Πράσινους, 16% στους Σοσιαλδημοκράτες, 10% στην Εναλλακτική για την Γερμανία, με τους Φιλελεύθερους κάτω από το 5% εκτός Βουλής.
Με δύο βεβαιότητες ότι η Χριστιανοδημοκρατία θα παραμείνει πρώτο κόμμα και η ακροδεξιά Εναλλακτική εκτός κυβερνητικών συνασπισμών όλα τα υπόλοιπα μετεκλογικά σενάρια δεν μπορούν να αποκλεισθούν.
Γερμανικό τοπίο στην ομίχλη σημαίνει επιπρόσθετη αποσταθεροποιητική αβεβαιότητα για τους εταίρους του Βερολίνου στην Ε.Ε-Ευρωζώνη.
(Ο Γιώργος Καπόπουλος είναι δημοσιογράφος-διεθνολόγος)