Από τη στιγμή που διάβασα ότι εγκρίθηκε στις ΗΠΑ φάρμακο για το Αλτσχάιμερ, για πρώτη φορά μετά από περίπου είκοσι χρόνια, το σκέφτομαι συνέχεια. Δεν θέλησα να διαβάσω λεπτομέρειες για τις κλινικές δοκιμές, για παρενέργειες, για το βαθμό αποτελεσματικότητας.
Ήθελα οπωσδήποτε να πιστέψω ότι είναι τελική θεραπεία. Ότι δεν εμποδίζει απλώς την πρόοδο της νευροεκφυλιστικής πάθησης αλλά την αναχαιτίζει οριστικά, ότι τη νικά.
Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτα πιο φοβερό από το να χάνεις το μυαλό σου. Να μην ξέρεις πού είσαι, τι ώρα είναι, ποιος σου μιλά. Να μην μπορείς να κάνεις τα στοιχειώδη για μια αξιοπρεπή καθημερινότητα, να είσαι μόνος και αβοήθητος στη γνωστική σου έρημο.
Πιο πολύ με τρομάζει ο τρόμος που προκαλείς στους άλλους. Ακόμη και να σας αγαπούν, δεν σε αναγνωρίζουν. Ακόμη και αν έχουν υπομονή, θα κουραστούν να σε φροντίζουν. Ακόμη και αν πεισμώσουν, κάποια στιγμή θα παραιτηθούν.
Η γιαγιά που βγήκε στο δρόμο και χάθηκε, ο παππούς που δεν κατάφερε να γυρίσει, η κυρία στον πάνω όροφο που δεν θυμάται ποτέ το όνομά σου, κάποιος που είδες να περπατά σαν να μην ξέρει πού πάει, ένας που του μιλούσες και δεν σε άκουγε.
-Αλτσχάιμερ έχεις;
Όχι, όχι, δεν είναι η ερώτηση που μας κάνουν άμα αφαιρούμαστε ή όταν ξεχνάμε κάτι που θα έπρεπε να θυμόμαστε.
Είναι κάτι πολύ πιο βαρύ, πολύ πιο άγριο. Χάνεις την αίσθηση του χώρου, του χρόνου, του εαυτού σου, δεν ελέγχεις το σώμα σου, παγιδεύεσαι σε έναν σκοτεινό διάδρομο που δεν οδηγεί πουθενά ή μάλλον οδηγεί στο πουθενά.
Κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει και κανείς δεν μπορεί να αισθανθεί αυτό που αισθάνεσαι. Είσαι μόνος και αδύναμος σε έναν τρομακτικό κόσμο γεμάτο απειλές και κινδύνους.
Και τι νόημα έχει μια ζωή χωρίς νόηση; Πώς μπορείς να είσαι ευτυχισμένος αν δεν επικοινωνείς, αν δεν μπορείς να εκπληρώσεις βασικές σου ανάγκες μόνος σου, αν δεν τους καταλαβαίνεις και δεν σε καταλαβαίνουν;
Με την πανδημία ανακαλύψαμε την ευαλωτότητα του μετανεωτερικού ανθρώπου και το μεγαλείο της επιστήμης. Τα εμβόλια που βρέθηκαν, οι θεραπείες που δοκιμάζονται, τα φάρμακα που αναζητούνται, τα μονοκλωνικά αντισώματα - όλες οι ελπίδες για τη σωτηρία της ανθρωπότητας μέσα στα εργαστήρια, στις κλινικές, σε πανεπιστήμια, σε ερευνητικές ομάδες.
Θα τα θυμόμαστε όλα αυτά όταν περάσει το κακό; Θα έχουμε εσωτερικεύσει ότι δεν είμαστε παντοδύναμοι, ότι η γνώση έχει μεγαλύτερη αξία από το χρήμα, ότι το κοινωνικό κράτος και το δημόσιο σύστημα υγείας μετρούν περισσότερο από τη δυναμική του χρηματιστηρίου, ότι η κοινωνική ευτυχία εξαρτάται από το σεβασμό στο περιβάλλον και από την ισότιμη πρόσβαση στα βασικά αγαθά;
Έχουμε καταλάβει πια ότι αν δεν έχουμε υγεία, δεν έχουμε τίποτα; Και ότι οι «κάτω» είναι πιο ευάλωτοι στην ασθένεια από τους «πάνω»; Και ότι αν δεν προστατευθούν οι αδύναμοι θα την πληρώσουν, τελικά, και οι δυνατοί;
Φοβάμαι ότι θα ξεχάσουμε γρήγορα αυτά που μας ξεβολεύουν. Και ότι θα συνεχίσουμε να αδιαφορούμε για την οδύνη των ξένων και να συγκλονιζόμαστε μόνο με τα δικά μας πάθη και με εκείνα των πολύ κοντινών μας ανθρώπων. Καλοσύνη a la carte και ενσυναίσθηση κατά περίπτωση.
Είμαστε πολύ μόνοι όταν πονάμε. Λιγοστεύουν οι γύρω, μικραίνει ο κόσμος μας. Πεθαίνουν ακόμη άνθρωποι από Covid-19. Κάθε μέρα, δεκάδες. Πόσους θα μπορούμε να καλέσουμε στο γάμο και στη βάφτιση; Πότε επιτέλους θα μπορούμε να κυκλοφορούμε μέχρι αργά τη νύχτα; Αυτά συζητάμε, όχι για τους νεκρούς.
Μέσα στην πανδημία, υπέφεραν περισσότερο οι άνθρωποι που έπασχαν έτσι κι αλλιώς από χρόνιες ασθένειες. Το δικό τους πρόβλημα πέρασε σε δεύτερη μοίρα, ντρέπονταν και να μιλήσουν για τις δυσκολίες τους μέσα στην μονοθεματικότητα της συζήτησης για τη δημόσια υγεία. Και αυτό ενώ ήξεραν ότι αν μολυνθούν, θα νοσήσουν πολύ άσχημα γιατί είναι ευπαθείς και εξαντλημένοι.
Ο κόσμος χωρίζεται σε πλούσιους και φτωχούς, καλούς και κακούς, δεξιούς και αριστερούς, και δεν ξέρω τι άλλο. Χωρίζεται, όμως, ακόμη σε υγιείς και αρρώστους. Και αυτός ο διαχωρισμός μπορεί κάποιες στιγμές να γίνει πολύ βίαιος. Η πανδημία δεν άφησε καμία αμφιβολία γι αυτό.
(Η Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος-συγγραφέας)