Ο παρατεταμένος εγκλεισμός στο σπίτι, και από τις έξι το απόγευμα τα Σαββατοκύριακα, εκτός από όλα τα άλλα, έχει αυξήσει τις ώρες παραμονής μπροστά στην τηλεόραση, ή τον υπολογιστή, ακόμα και για εκείνους που επέλεγαν να τα χρησιμοποιούν μόνο επιλεκτικά για να παρακολουθήσουν κάτι που τους ενδιαφέρει.
Και δεν φταίει μόνο η πλήξη και η βαρεμάρα που προκαλεί η βόλτα από το σαλόνι στην κουζίνα και το υπνοδωμάτιο. Είναι κι αυτή η αίσθηση ότι αν αποσυνδεθείς, μπορεί να χάσεις μια σοβαρή εξέλιξη. Είναι ένας διάχυτος φόβος ο οποίος έχει κυριαρχήσει σε μικρούς και μεγάλους.
Φόβος ότι δεν θα βγούμε ποτέ από τη στενωπό της πανδημίας. Ότι θα κολλήσουμε. Ότι θ αργήσουμε να εμβολιαστούμε. Ότι θα πεινάσουμε. Θα ξαναμπούμε σε μνημόνιο. Θα έχουμε ελληνοτουρκική σύρραξη. Μπορεί και τρομοκρατικό χτύπημα.
Κοκκινίζουν τα μάτια από την εστίαση στην οθόνη του τηλεφώνου, του υπολογιστή, της τηλεόρασης, και στο τέλος της ημέρας, η ψυχή προσπαθεί να ησυχάσει, αλλά το μυαλό δεν την αφήνει. Οι πληροφορίες πολλές – οι περισσότερες, από μόνες τους άχρηστες στο ευρύ κοινό – αλλά οι γνώμες των κάθε είδους ειδικών, πολλαπλάσιες.
Οι ειδικοί περί τον κορονοϊό «κρούουν των κώδωνα του κινδύνου», προειδοποιούν, προβλέπουν, εκτιμούν, αισιοδοξούν, απαισιοδοξούν, αγωνιούν, προβληματίζονται, εισηγούνται, συνεδριάζουν, ξανα-εισηγούνται, ξανασυνεδριάζουν, ξανά-προβληματίζονται, ξανά-αγωνιούν…
Οι ειδικοί περί τη νομοθεσία, οι λειτουργοί και οι συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης παρεμβαίνουν, ερμηνεύουν, παρερμηνεύουν, αναλύουν, κρίνουν, συμπεραίνουν, συγκλίνουν, αποκλίνουν, αποκλείουν….
Κι ο πολίτης; Ο έρημος ο τηλεθεατής; Με τι «πυρομαχικά» θα μπει στην τηλεμάχη; Ποιον να εμπιστευτεί; Και με τι κριτήρια; Έχει την ψυχραιμία να παραμείνει αποστασιοποιημένος; Ή μπαίνει με πάθος σε ένα παιχνίδι που δεν ξέρει ποιοι είναι οι «παίκτες» ; Πώς μπορεί, άραγε, να διαχωρίσει την αξιόπιστη πληροφορία από τον ορυμαγδό όσων ακούει καθημερινά; Και με τι κριτήριο θα διακρίνει την αμιγώς επιστημονική προσέγγιση από την ενδεδυμένη με προσωπικές φιλοδοξίες; Είναι δική του ευθύνη να φιλτράρει την πληροφορία; Και πως τελικά θα διασωθεί από την παραπληροφόρηση, την κιτρινίλα και τη σύγχυση;
Οι απαντήσεις δεν είναι προφανείς. Επειδή, όμως, τα ερωτήματα είναι αμείλικτα, ίσως θα ήταν χρήσιμο, να προσπαθήσει εκ νέου ο καθένας να ορίσει τα του οίκου του. Οι επιστήμονες, μέσω των επαγγελματικών τους συλλόγων, να βρουν τρόπο να διασφαλίσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για την συμμετοχή των ειδικών σε εκπομπές και δελτία ειδήσεων και να περιορίσουν, εάν χρειαστεί, την αλόγιστη έκθεση στα τηλεπαράθυρα.
Διότι, αν δεν το έχουν αντιληφθεί, εκτίθενται στον ίδιον κίνδυνο με τον οποίον είναι εκτεθειμένος ο κάθε πολίτης που προσπαθεί να καταλήξει σε διάγνωση και θεραπεία για την υγεία του, αντλώντας πληροφορίες από το διαδίκτυο ή να συντάξει με την ίδια μεθοδολογία, τη νομική επιχειρηματολογία για να παλέψει μία κρίσιμη υπόθεσή στα δικαστήρια.
Περιττό να επισημανθεί ότι η ίδια συζήτηση πρέπει να ανοίξει άμεσα και για την άλλη πλευρά. Αυτή που «βομβαρδίζει» με πληροφορίες τον πολίτη.
(Η Έλλη Τριανταφύλλου είναι δημοσιογράφος)