Οι όροι «Ομοσπονδιακό Κράτος» και «Συνομοσπονδία (ή Ομοσπονδία) Κρατών» μπορεί να μοιάζουν ακουστικά μεταξύ τους και ενίοτε να συγχέονται, υποδηλώνουν όμως τελείως διαφορετικά πολιτειακά μορφώματα. Το Ομοσπονδιακό Κράτος είναι μια ένωση περισσότερων κρατών, η οποία σχηματίζει ένα νέο «κανονικό» Κράτος.
Το Ομοσπονδιακό Κράτος ιδρύεται με Σύνταγμα, έχει μια διεθνή προσωπικότητα, μια ιθαγένεια για όλο τον λαό του και μια επικράτεια. Το Ομοσπονδιακό Κράτος διαθέτει όργανα και των τριών εξουσιών (νομοθετικής, εκτελεστικής, δικαστικής) και οι όποιες διαφορές ανακύπτουν μεταξύ των ομόσπονδων κρατιδίων επιλύονται δικαστικώς. Η κυριαρχία ανήκει στο Ομοσπονδιακό Κράτος και όχι στα ομόσπονδα κρατίδια. Τα Ομοσπονδιακά Κράτη είναι πολλά στον κόσμο (π.χ. ΗΠΑ, Γερμανία, Ελβετία, Ρωσία, Αυστραλία, Βραζιλία) και η δημιουργία τους οφείλεται είτε στο μεγάλο μέγεθός τους είτε σε ποικίλους ιστορικούς και πολιτικούς παράγοντες.
Εντελώς διαφορετικά είναι τα χαρακτηριστικά της Συνομοσπονδίας Κρατών, η οποία δεν σχηματίζει ένα νέο «κανονικό» Κράτος. Η Συνομοσπονδία Κρατών δεν διαθέτει ούτε κυριαρχία, ούτε διεθνή νομική προσωπικότητα, ούτε κοινή επικράτεια, ούτε κοινή ιθαγένεια. Οι Συνομοσπονδίες Κρατών διαθέτουν ένα κοινό όργανο (τη Συνέλευση) και οι όποιες διαφορές μεταξύ των μελών της Ομοσπονδίας Κρατών δεν επιλύονται δικαστικά αλλά μέσω της διπλωματικής οδού. Γενικά, η Συνομοσπονδία Κρατών θεωρείται παρωχημένο σύστημα κρατικής οργάνωσης, αποτελεί ουσιαστικά μια χαλαρή μορφή συνεργασίας περισσοτέρων κυρίαρχων κρατών και σπανίως πλέον απαντάται στον κόσμο. Ακόμα και η Ελβετία ονομάζεται μεν για ιστορικούς λόγους «Ελβετική Συνομοσπονδία», αποτελεί όμως Ομοσπονδιακό Κράτος.
Δεν είναι όμως μόνον οι λόγοι αυτοί για τους οποίους δεν μπορεί να υιοθετηθεί το μοντέλο της «Συνομοσπονδίας Κρατών» ως τρόπος επίλυσης του Κυπριακού. Προεχόντως είναι η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση που καθιστά απαγορευτική οποιαδήποτε υιοθέτηση ενός τέτοιου μοντέλου. Καταρχάς και όπως προαναφέρθηκε, στην Συνομοσπονδία Κρατών κυρίαρχα είναι τα επιμέρους κράτη που την απαρτίζουν. Τι θα γίνεται λοιπόν στις περιπτώσεις εκείνες που τα κυρίαρχα επιμέρους κράτη δεν θα συμφωνούν ως προς τη στάση που θα τηρήσουν στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Με ποιο τρόπο θα επιλύεται η διαφωνία τους; Η υιοθέτηση του συστήματος της Συνομοσπονδίας Κρατών κλονίζει τα θεμέλια της αποτελεσματικής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο κυριότερος όμως λόγος για τον οποίο δεν μπορεί να συζητηθεί η λύση της Συνομοσπονδίας Κρατών για ένα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βρίσκεται αλλού. Βρίσκεται στο πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο και, πιο συγκεκριμένα, στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο κατοχυρώνει με ιδιαίτερα εμφατικό τρόπο την προσήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο διεθνές δίκαιο (άρθρο 3 παρ. 5) και στην εδαφική ακεραιότητα των κρατών-μελών (άρθρο 4 παρ. 2) και την υποχρέωση των κρατών-μελών να αποφεύγουν οποιαδήποτε ενέργεια μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της Ένωσης (άρθρο 4 παρ. 3). Η δημιουργία δύο κυρίαρχων κρατών με ξεχωριστές ιθαγένειες και επικράτειες στο πλαίσιο μιας Συνομοσπονδίας Κρατών, θα αποτελούσε κατ’ ουσίαν προσβολή της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και νομική «επικύρωση» της τουρκικής εισβολής και στρατιωτικής διχοτόμησης της Κύπρου το 1974. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αντιμετωπίζει πολλές και σημαντικές δυσκολίες, ιδίως την παρούσα περίοδο, σε καμία όμως περίπτωση δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί μια τέτοια προσβολή του διεθνούς δικαίου.
Ο Αλέξανδρος Σβώλος, ένας από τους κορυφαίους έλληνες νομικούς του Μεσοπολέμου, είχε γράψει τη δεκαετία του 1930 ότι οι κανόνες του διεθνούς δικαίου τηρούνται «υποχρεωτικώς μεν υπό των ασθενεστέρων, προαιρετικώς δε υπό των ισχυροτέρων κρατών». Ας ελπίσουμε ότι κάτι έχει αλλάξει ύστερα από οκτώ δεκαετίες …
(Ο Σπύρος Βλαχόπουλος είναι Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)