Τους δυο όρους υπό τους οποίους μπορεί να γίνει υποχρεωτικός ο εμβολιασμός, παρέθεσε ο ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νίκος Αλιβιζάτος.
Μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ, ο κ. Αλιβιζάτος απάντησε πρώτα στο ερώτημα γιατί γιγαντώθηκε το φαινόμενο να μη είναι αυτονόητη η αποδοχή χορήγησης ουσιών για θεραπεία.
«Αυτή η αλλαγή οφείλεται στο ότι πολύ σωστά, κατά τη γνώμη μου, η ιατρική επιστήμη στρέφεται στον άνθρωπο κι όχι στην ασθένεια. Εάν ένας άνθρωπος σου πει ''κοίτα να δεις γιατρέ μου, εγώ αυτή τη τέλεια θεραπεία που μου προτείνεις δεν την θέλω'' εφόσον έχει συναίσθηση των πραττομένων του, ο γιατρός οφείλει να τον ακολουθήσει. Αυτό λένε πλέον όλοι οι κώδικες δεοντολογίας παντού.
Όσον αφορά στον υποχρεωτικό εμβολιασμό, ο ίδιος διευκρίνισε ότι τα δικαστήρια, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Στρασβούργο, έχουν αποφανθεί πως το εμβόλιο μπορεί να γίνει υποχρεωτικό υπό δύο όρους:
- Πρώτον εφόσον υπάρχουν σοβαρές ιατρικές αντενδείξεις, δηλαδή εάν υπάρχει ένα σοβαρό υποκείμενο νόσημα το οποίο και δεν θα επέτρεπε την χορήγησή του και
- δεύτερον εφόσον υπάρχουν αποδεδειγμένες με μακρόχρονες πρακτικές, φιλοσοφικές ή θρησκευτικές.
«Δηλαδή έναν άνθρωπο ο οποίος επί πολλά χρόνια δεν δέχεται οποιαδήποτε επέμβαση στο σώμα του, θα τον σεβαστείς», εξήγησε.
«Εάν ένας νόμος έλεγε ότι κανείς δεν μπορεί να δώσει εξετάσεις στον ΑΣΕΠ χωρίς να είναι εμβολιασμένος, κατά τη γνώμη μου, θα ήταν απόλυτα θεμιτός», δήλωσε και προσέθεσε ότι κάτι τέτοιο δεν έχει κανένα πρόβλημα συνταγματικότητας.
«Όταν δίνεις στον εμβολιασμένο την δυνατότητα να δώσει αυτές τις εξετάσεις, δεν του δίνεις ένα προνόμιο, επανέρχεται στην ομαλότητα. Η εξαίρεση ήταν το lockdown, που κλεινόμασταν όλοι μέσα. Αφήνοντας τον εμβολιασμένο να πάει θέατρο, δεν του δίνεις ένα προνόμιο, του δίνεις την δυνατότητα να επανέλθει στην κανονικότητα. Αυτό είναι απόλυτα θεμιτό», είπε.
Όλες οι δηλώσεις του: