Ήθελε να δίνει εκείνη τα φάρμακα στη Τζωρτζίνα, ήταν πάντα κοντά στην 9χρονη κόρη της όταν εμφάνιζε τα συχνά και απροσδιόριστα επεισόδια και όταν το άτυχο κορίτσι έχασε τελικά με βασανιστικό τρόπομτη ζωή του, προσπαθούσε εναγωνίως να την μεταφέρει στην Πάτρα για νεκροτομή. Τα ευρήματα της αστυνομικής έρευνας και οι καταθέσεις γιατρών και νοσηλευτών, «μαρτυρούν» την αγωνία της Ρούλας Πισπιρίγκου, να διασφαλίσει με κάθε τρόπο ότι οι κινήσεις της δεν θα γίνουν ποτέ αντιληπτές από επιστήμονες και αστυνομικούς. Αποκορύφωμα η απάθεια που έδειξε η 33χρονη, όταν της ανακοινώθηκε ο θανατος του παιδιού της, το μεσημέρι της 29ης Ιανουαρίου 2022.
Φοβόταν όπως φαίνεται ότι τα 6,5 mg κεταμίνης θα ανιχνεύονταν σε εργαστήρια της Αθήνας και γι αυτό τον λόγο, το πρώτο τηλεφώνημα που έκανε ήταν με ιατροδικαστή στην Πάτρα, για να μεταφερθεί η σορός τους παιδιού στην επαρχία για νεκροτομή. Τα θανατηφόρα «σχέδια» της Ρούλας Πισπιρίγκου, «αποτυπώνουν» δυο κρίσιμες καταθέσεις, που έλαβαν τα στελέχη του Τμήματος Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής.
«Ήταν ψύχραιμη, απαθής και δεν έκλαψε καθόλου»
Γιατρός του νοσοκομείου Παίδων που παρέλαβε το άτυχο κορίτσι το μεσημέρι της 29ης Ιανουαρίου στην εντατική με άπνοια και καρδιακή ανακοπή, περιγράφει χαρακτηριστικά στους αστυνομικούς: «Συμμετείχα στις διαδικασίες ανάνηψης για περισσότερη από μία ώρα, ωστόσο το παιδί δεν τα κατάφερε, με την ώρα θανάτου να καταγράφεται στις 15:50. Βρισκόμουν έξω από το γραφείο του εντατικολόγου, που ενημέρωνε την Ρούλα Πισπιρίγκου για τον θάνατο του παιδιού της. Όταν έβγαινε έξω μου έκανε εντύπωση ότι ήταν ψύχραιμη, απαθής και δεν έκλαψε καθόλου. Η αντίδρασή της δεν ήταν καθόλου φυσιολογική για μια μάνα που της ανακοίνωναν τον θάνατο του παιδιού της».
Οι πρώτες κινήσεις της 33χρονης, μετά το θάνατο της Τζωρτζίνας, τον άφησαν έκπληκτο: «Αυτό που με σόκαρε περισσότερο ήταν η αγωνία της να μεταφερθεί η σορός του παιδιού στην Πάτρα για να γίνει εκεί η νεκροτομή, κάτι που ζητούσε επίμονα. Μάλιστα αντί να επικοινωνήσει με τον σύζυγό της ή συγγενείς της να τους ενημερώσει για τον θάνατο του παιδιού, πήρε τηλέφωνο ιατροδικαστή στην Πάτρα προκειμένου να γίνει εκεί η νεκροψία-νεκροτομή. Μάλιστα μας έδινε το τηλέφωνο και μας παρότρυνε να μιλήσουμε με τον ιατροδικαστή κάτι που αρνηθήκαμε γιατί το πρωτόκολλο μας υποδεικνύει να ενημερώσουμε την αστυνομία».
Ο διάλογος σοκ
Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος που είχαν οι γιατροί με την 33χρονη:
Ρούλα Πισπιρίγκου: Πάρτε να μιλήσετε με τον ιατροδικαστή της Πάτρας, είναι στο τηλέφωνο.
Γιατρός: Εμείς δεν έχουμε λόγο να μιλήσουμε με κανέναν. Μόνο με την αστυνομία θα μιλήσουμε όπως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις.
Ρούλα Πισπιρίγκου: Να το πάτε στην Πάτρα για να γίνει η νεκροτομή.
«Μου φάνηκαν περίεργα αυτά που συνέβαιναν»
Αποκαλυπτική είναι και η κατάθεση διευθύντριας του νοσοκομείου Παίδων: «Την Τζωρτζίνα την παρακολουθούσε η ομάδα εξεταστών-γιατρών επικεφαλής της οποίας είμαι εγώ. Η εισαγωγή της όπως θυμάμαι είχε γίνει Τετάρτη, μετά την μεταφορά της από νοσοκομείο της Πάτρας προκειμένου να προβεί σε έναν πλήρη νευρολογικό έλεγχο. Το παιδί είχε έρθει με διακοπή σίτισης από γαστροστομία, λόγω των περιστατικών που είχε στο νοσοκομείο της Πάτρας. Την Πέμπτη έγιναν όλες οι απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις, συνοδεία του πατέρα της. Εντατικολόγοι έκριναν πως δεν έχριζε νοσηλείας σε ΜΕΘ, η καρδιά του λειτουργούσε πάρα πολύ καλά παρά το βεβαρυμμένο ιατρικό ιστορικό του. Νευρολογικά δεν είχε δείγματα επιληπτικών κρίσεων εκτός ότι το παιδί είχε εγκεφαλοπάθεια και τετραπληγία. Ζήτησα να συνεχιστεί η σίτισή της με γαστροστομία».
Η Διευθύντρια κάνει λόγο για παράξενα περιστατικά και επεισόδια από την 3η μέρα νοσηλείας του παιδιού: «Την Παρασκευή και ενώ συνοδός της ήταν η μητέρα της Ρούλα Πισπιρίγκου, και αφού είχε ξεκινήσει η σίτισή της, το παιδί παρουσίασε τρία επεισόδια σπασμών και μυδρίασης. Στο ένα ήταν παρούσα νευρολόγος, η οποία δεν είχε εικόνα χαρακτηριστικών ενός επιληπτικού επεισοδίου. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από καταγραφή μηχανήματος που έγινε αργότερα, στο οποίο δεν υπήρχαν ενδείξεις επιληπτικού επεισοδίου. Ζήτησα εκ νέου την διακοπή σίτισης. Μου φάνηκαν περίεργα αυτά που συνέβαιναν και έδωσα εντολή, για να μην γίνουν λάθη, η χορήγηση των φαρμάκων να γίνεται από τις νοσηλεύτριες και όχι από την μητέρα»