Καταζητούμενος για εμπλοκή στη δολοφονία του 8χρονου παιδιού, που είχε λάβει χώρα στις 14 Οκτωβρίου 2023 σε αυλή σπιτιού στο Ζεφύρι, συγκαταλέγεται ανάμεσα στους συλληφθέντες για το μεγάλο κύκλωμα με τις απάτες πολιτών, μέσω υποκλοπής των e-banking, που αποκαλύφθηκε από τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.
Σε βάρος του συγκεκριμένου άντρα εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης του 10ου Ανακριτή του Πρωτοδικείου Αθηνών. Σύμφωνα με πληροφορίες του iEidiseis, ο καταζητούμενος άλλαζε διαρκώς σπίτια και αυτός ήταν ο λόγος που δεν είχε καταφέρει να τον εντοπίσει το Τμήμα Ανθρωποκτονιών που είχε αναλάβει την υπόθεση της δολοφονίας του μικρού αγοριού. Ωστόσο, οι αστυνομικοί της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος τον παρακολουθούσαν εδώ και πολύ καιρό για τις απάτες και έτσι έκαναν έρευνα σε σπίτι που ανήκει σε άτομο του περιβάλλοντός του, όπου τον εντόπισαν και του πέρασαν χειροπέδες.
Μετά τη σύλληψή του πρώτα θα εκτελεστεί το πρώτο ένταλμα για την υπόθεση της δολοφονία του 8χρονου και στη συνέχεια θα παραπεμφθεί για την υπόθεση με τις απάτες. Μέλος του κυκλώματος που διέπραττε απάτες ήταν και δεύτερο άτομο που κατηγορείται για εμπλοκή στη δολοφονία του παιδιού στο Ζεφύρι.
Πρόκειται για άντρα που είχε συλληφθεί από το Τμήμα Ανθρωποκτονιών και είχε αφεθεί ελεύθερο. Ωστόσο, ακολούθησε δεύτερη σύλληψή του από τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος για την υπόθεση με τις απάτες. Σημειώνεται ότι οι δύο αυτοί άντρες φέρονται να ανήκαν στην ομάδα των οκτώ ατόμων που στοχοποίησαν το σπίτι της οικογένειας του 8χρονου στο Ζεφύρι. Αστυνομικές πηγές εξηγούν ότι δεν είναι αυτοί που πυροβόλησαν.
Όσον αφορά στα υπόλοιπα κομμάτια του παζλ στην υπόθεση με τις απάτες με λεία 6 εκατομμύρια ευρώ, ο αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης που «ξηλώθηκε» από τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος ζούσε σε πολυτελές σπίτι στο Ζεφύρι. Συνολικά συνελήφθησαν 24 άτομα, ενώ οι κατηγορούμενοι είναι 155. Μόνο το διαβιβαστικό που σχηματίστηκε για την υπόθεση αριθμεί 700 σελίδες.
Στο σύνολό τους οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον Εισαγγελέα και πήραν προθεσμία για να απολογηθούν στον Ανακριτή το ερχόμενο Σάββατο στις 28 Οκτωβρίου.
Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης στόχευε στην υποκλοπή και παράνομη πρόσβαση στους λογαριασμούς ηλεκτρονικής τραπεζικής (E-banking) των θυμάτων και ακολούθως στη μεταφορά (μέσω ενδιάμεσων προσώπων - «μουλαριών») και εκταμίευση του συνόλου του διαθέσιμου χρηματικού ποσού από τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης.
Ως προς το μέγεθος της δράσης τους, εξακριβώθηκε ότι έχουν διαπράξει τουλάχιστον 670 περιπτώσεις απάτης, με τη συνολική ζημία των θυμάτων να υπερβαίνει τα έξι εκατομμύρια ευρώ.
Τα μέλη της οργάνωσης προσέγγιζαν τα θύματα μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας, όπου παρουσιάζονταν άλλοτε ως ενδιαφερόμενοι για την παροχή υπηρεσιών ή υποψήφιοι αγοραστές προϊόντων που εντόπιζαν σε διαδικτυακές αγγελίες, και άλλοτε ως υπάλληλοι εταιρειών ή δημόσιων υπηρεσιών (ΔΕΔΔΗΕ, Εφορίας, Υπάλληλοι Δήμων, Λογιστές κ.λπ.), αναφορικά με επιστροφή χρηματικού ποσού ή χορήγηση επιδομάτων όπως «market pass», «fuel pass», «power pass» κ.τ.λ..
Στη συνέχεια, αρχικά με μεθόδους κοινωνικής μηχανικής (προφορική χειραγώγηση) και ακολούθως μέσω απατηλών υπερσυνδέσμων (phishing links) που ανακατεύθυναν σε απατηλούς ιστότοπους, οι οποίοι προσομοίαζαν σε μεγάλο βαθμό με τους αντίστοιχους των τραπεζικών ιδρυμάτων, κατάφερναν να υποκλέψουν τα διαπιστευτήρια εισόδου (username & password) και να αποκτήσουν παράνομη πρόσβαση στους λογαριασμούς ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking) των θυμάτων.
Ακολούθως, οι δράστες παρέκαμπταν με διαφορετικές κατά περίπτωση μεθόδους την τελευταία δικλείδα ασφαλείας (ασφάλεια ταυτότητας δύο παραγόντων) των τραπεζικών λογαριασμών των θυμάτων και προέβαιναν σε μεταφορά του συνόλου του διαθέσιμου χρηματικού ποσού, σε τραπεζικούς λογαριασμούς στρατολογημένων ατόμων (money mules – μουλαριών).
Τέλος, εντός σύντομου χρονικού διαστήματος, έτερα μέλη της οργάνωσης προέβαιναν σε ανάληψη των αφαιρεθέντων χρηματικών ποσών από διάφορα ΑΤΜ ανά την επικράτεια, τα οποία παραδίδονταν ιεραρχικά στα ηγετικά μέλη της οργάνωσης.
Σε περιπτώσεις όπου δεν ήταν εφικτή η μεταφορά των χρημάτων σε τραπεζικούς λογαριασμούς «μουλαριών», τα μέλη της οργάνωσης, είτε ενεργοποιούσαν τις χρεωστικές κάρτες των θυμάτων, σε άυλη μορφή, στα ψηφιακά πορτοφόλια (e-wallets) επιχειρησιακών κινητών τηλεφώνων της οργάνωσης, είτε εξέδιδαν νέες κάρτες, με χρήση των οποίων στη συνέχεια προέβαιναν σε αγορές μέσω ανέπαφων συναλλαγών, από καταστήματα πώλησης κυρίως προϊόντων τεχνολογίας, τα οποία ακολούθως άλλα μέλη της οργάνωσης μεταπωλούσαν.
Αξίζει να σημειωθεί πως πρόκειται για «αναβαθμισμένες» ως προς τον τρόπο τέλεσής τους περιπτώσεις απάτης, δεδομένου πως πέρα από τις παραδοσιακές μεθόδους υποκλοπής των τραπεζικών στοιχείων (προφορική χειραγώγηση), τα μέλη της οργάνωσης είχαν αναπτύξει τεχνικές γνώσεις και δεξιότητες που απαιτούνται για την κατασκευή και διαχείριση των απατηλών ιστοσελίδων (phishing sites) και παράλληλα είχαν αποκτήσει άριστη γνώση χειρισμού των συστημάτων ηλεκτρονικής τραπεζικής (E-banking) για το σύνολο των τραπεζικών ιδρυμάτων, καθώς όπως προέκυψε, ολοκλήρωναν τη δράση τους σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, από το χρόνο της υποκλοπής των στοιχείων, επιδεικνύοντας μεγάλη ευελιξία και προσαρμοστικότητα προκειμένου να πετύχουν το σκοπό τους (π.χ. παράκαμψη ελέγχου ταυτότητας δύο παραγόντων, υποκλοπή one-time password, άμεση αύξηση ορίου συναλλαγών, απόκτηση παράνομης πρόσβασης σε εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων των θυμάτων, χρήση άυλων μέσων πληρωμής κ.α.).