Κατά την ακροαματική διαδικασία κατέθεσαν εναντίον του κατηγορουμένου και άλλα θύματα ληστειών από τη συμμορία στην οποία συμμετείχε.
Ο Νικόλας Μουστάκας εργαζόταν σε ξενοδοχείο της Γλασκόβης στη Σκοτία και είχε έρθει στην Ελλάδα στις αρχές του περασμένου Ιουλίου για να κάνει διακοπές και να δει τους δικούς του. Μαζί του ήταν η 23χρονη φίλη του από την Πορτογαλία, που είχε γνωρίσει στο εξωτερικό, αλλά τα τελευταία χρόνια κατοικεί μόνιμα στην Αθήνα. Το βράδυ του Δεκαπεναύγουστου το ζευγάρι είχε πάει στου Φιλοπάππου για μια ρομαντική βόλτα, όταν τους πλησίασαν δύο άτομα και τους ζήτησαν τσιγάρο. Μόλις το θύμα τους απάντησε ότι δεν είχε οι δύο αποχώρησαν, επιστρέφοντας όμως στη συνέχεια, μαζί με τρίτο άτομο, απαιτώντας, με την απειλή μαχαιριού, χρήματα και τα κινητά τους τηλέφωνα.
Το θύμα τους είπε ότι δεν είχαν χρήματα και τότε ο ένας από τους τρεις αφαίρεσε από την τσάντα της 23χρονης κινητό τηλέφωνο καθώς και πορτοφόλι, το οποίο περιείχε 60 ευρώ περίπου, το διαβατήριό της και κάρτες ελληνικών και πορτογαλικών τραπεζών.
Οι άλλοι δυο δράστες συνέχιζαν με την απειλή μαχαιριού να ζητούν χρήματα από τον 25χρονο, ο οποίος, υπό την απειλή αυτή και προφανώς συνεπεία αυτής, όπως έκρινε η αστυνομία, βρέθηκε στον γκρεμό με αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό του.
Στη συνέχεια οι δράστες τράπηκαν σε φυγή και η 23χρονη, κάλεσε την Αστυνομία.
Τις επόμενες ημέρες της δολοφονίας, αντιλαμβανόμενοι ότι ο κλοιός γύρω τους άρχιζε να σφίγγει, οι σεσημασμένοι δράστες, οι οποίοι έχουν κατηγορηθεί για ληστεία, παράβαση του νόμου περί όπλων, παράνομη είσοδο στη χώρα και κλοπή, άρχισαν να οργανώνουν τη διαφυγή τους στα Σκόπια, αλλά δεν πρόλαβαν.
Υστερα από έρευνες, οι αστυνομικοί εντόπισαν τους δύο Πακιστανούς στην περιοχή της Ειδομένης, ενώ το ίδιο βράδυ συνελήφθη και ο 17χρονος Ιρακινός στο κέντρο της Αθήνας.