Ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες στο τι προβλέπεται εάν ένας μαθητής ο οποίος είναι στο σχολείο εμφανίσει ξαφνικά κάποια σημεία κλινικά ή συμβατά με τον κορονοϊό, έδωσε η Καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου «Αττικόν», Βάνα Παπαευαγγέλου.
Όπως ανέφερε σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να γίνει άμεση επικοινωνία με την οικογένεια για να έρθει να παραλάβει το παιδί από το σχολείο και στο μεσοδιάστημα το παιδί αυτό θα απομονωθεί σε έναν προκαθορισμένο, καλά αεριζόμενο χώρο, με την επίβλεψη του συντονιστή του σχολείου, μακριά από τα υπόλοιπα παιδιά και με εφαρμογή απλής χειρουργικής μάσκας.
Επίσης, θα πρέπει να γίνεται εφαρμογή σχολαστικής υγιεινής των χεριών και αναπνευστικής υγιεινής. Και το προσωπικό το οποίο φροντίζει αυτό το παιδί να κάνει χρήση εξοπλισμού ατομικής προστασίας πιο ενισχυμένη, δηλαδή να φοράει αδιάβροχη ποδιά, μάσκα, ίσως και επιμετωπίδα ή και γάντια. Προφανώς, μετά την αποχώρηση του παιδιού θα πρέπει να γίνει επιμελής καθαρισμός του χώρου.
Στη συνέχεια, όπως συμπλήρωσε η κ. Παπαευαγγέλου, «το παιδί αυτό και με τη μέριμνα των γονέων και κηδεμόνων, θα χρειαστεί να επισκεφτεί τον θεράποντα ιατρό και σύμφωνα με την κρίση αυτού, το παιδί θα χαρακτηριστεί ως όντως ύποπτο για λοίμωξη και στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να γίνει κατά προτεραιότητα διαγνωστικό τεστ για την ανίχνευση του ιού στο παιδί αυτό.
Τονίζεται ότι εν αναμονή του αποτελέσματος, το οποίο ελπίζουμε ότι θα είναι εντός του 24ώρου στις περισσότερες περιπτώσεις, το παιδί θα παραμείνει σε απομόνωση κατ’ οίκον εφόσον δεν χρήζει νοσηλείας και το σχολείο θα συνεχίσει κανονικά τη λειτουργία του».
Τι συμβαίνει τώρα εάν ένα μέλος του εκπαιδευτικού προσωπικού ή άλλο προσωπικό, ένας ενήλικας που δουλεύει σε μία σχολική μονάδα, εμφανίσει αντίστοιχα συμπτώματα;
Και εδώ - όπως εξήγησε η καθηγήτρια- πάλι θα χρειαστεί να αποχωρήσει από το χώρο του σχολείου ή σε περίπτωση που ασθενεί και δεν μπορεί να αποχωρήσει, θα παραμείνει στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο, μέχρι να έρθει κάποιος οικείος του να τον παραλάβει.
Και εδώ θα χρειαστεί να επισκεφτεί τον θεράποντα ιατρό, ο οποίος θα εκτιμήσει τα σημεία και συμπτώματα του εκπαιδευτικού και, εάν κριθεί απαραίτητο, θα πρέπει να γίνει κατά προτεραιότητα και εδώ πάλι μοριακό ή διαγνωστικό τεστ.
Και πάλι το σχολείο λειτουργεί κανονικά εν αναμονή των αποτελεσμάτων και ο εκπαιδευτικός παραμένει στο σπίτι του.
Στην περίπτωση, λοιπόν, που το τεστ αυτό βγει αρνητικό τότε, είτε το παιδί, ο μαθητής, είτε ο εκπαιδευτικός μπορεί να επιστρέψει στο σχολείο μετά την πάροδο τουλάχιστον 24 ωρών από την υποχώρηση του πυρετού χωρίς τη λήψη αντιπυρετικού, όταν νιώσει δηλαδή καλύτερα και δεν έχει πια πυρετό και δεν χρειάζεται φάρμακα για αυτό.
Στην περίπτωση όμως που το μοριακό τεστ βγει θετικό, τότε ο γονέας, ο κηδεμόνας ή ο εκπαιδευτικός ο οποίος έχει θετικό τεστ, οφείλει να ενημερώσει άμεσα τον υπεύθυνο διαχείρισης COVID-19 της σχολικής μονάδας.
Επίσης, να μην ξεχνάμε ότι οφείλει να ενημερώσει και όλους τους υπεύθυνους για τις εξωσχολικές δραστηριότητες αυτού του παιδιού, εάν το παιδί αυτό το απόγευμα πηγαίνει φροντιστήριο ή κάνει αθλητικές δραστηριότητες.
Ο υπεύθυνος διαχείρισης του σχολείου επικοινωνεί σε αυτή την περίπτωση με την διεύθυνση εκπαίδευσης, αλλά και την διεύθυνση δημόσιας υγείας της Περιφέρειας.
«Όσον αφορά το άτομο με επιβεβαιωμένη λοίμωξη COVID-19, είτε είναι παιδί είτε είναι ενήλικας, μπορεί να επιστρέψει πίσω στη σχολική μονάδα μετά την πάροδο τουλάχιστον 10 ημερών από την πρώτη μέρα των συμπτωμάτων και βέβαια εφόσον είναι για τουλάχιστον 24 ώρες σε πλήρη ύφεση των συμπτωμάτων του, δεν χρειάζεται αντιπυρικά και δεν έχει πυρετό» κατέληξε η κ. Παπαευαγγέλου.