Μικρή πρόοδος φαίνεται να σημειώθηκε στις διαπραγματεύσεις για την αύξηση του ανώτατου ορίου του αμερικανικού χρέους ανάμεσα στον αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν και τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσών, Κέβιν Μακάρθι.
Σύμφωνα με αξιωματούχο, οι δύο πολιτικοί άνδρες πλησιάζουν σε συμφωνία που προβλέπει την αύξηση του ορίου δανεισμού του ομοσπονδιακού κράτους για δύο χρόνια και ταυτόχρονα θα θέσει όριο στις δημόσιες δαπάνες για τις περισσότερες κατηγορίες εξόδων πέραν των ενόπλων δυνάμεων και των βετεράνων κατά το ίδιο διάστημα, κάτι το οποίο ζητάει μετ' επιτάσεως ο Ρεπουμπλικανός Κέβιν Μακάρθι προκειμένου η Βουλή να δώσει το «πράσινο φως» για την αύξηση του ορίου του χρέους.
Ακόμη, ο Λευκός Οίκος εξετάζει το ενδεχόμενο να κάνει την παραχώρηση να μειώσει τη χρηματοδότηση στην εφορία (Internal Revenue Service, IRS) με σκοπό να εντείνει τους ελέγχους στους πολίτες με τα υψηλότερα εισοδήματα στο πλαίσιο της συμφωνίας, σύμφωνα με την ίδια πηγή.
«Δεν θα υπάρξει αθέτηση πληρωμών» διαβεβαίωσε νωρίτερα ο Αμερικανός πρόεδρος διευκρινίζοντας ότι είχε πολλές «παραγωγικές» συζητήσεις με τον Ρεπουμπλικάνο Κέβιν Μακάρθι, τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Σύμφωνα με τον Μπάιντεν, οι διαπραγματεύσεις αφορούν τον προϋπολογισμό και όχι τη στάση πληρωμών. Όπως είπε, ο ίδιος δεν θα συμφωνήσει σε περικοπές του προϋπολογισμού για την αστυνομία, τους εκπαιδευτικούς, τους πράκτορες της συνοριοφυλακής ή για την αύξηση του χρόνου αναμονής για την καταβολή κοινωνικών επιδομάτων.
Τι θα συμβεί αν δεν επιτευχθεί συμφωνία
Ευχή όλων στις ΗΠΑ είναι οι δύο πλευρές να συμφωνήσουν για αύξηση του ανώτατου ορίου για το χρέος, διαφορετικά η χώρα βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο στάσης πληρωμών την 1η Ιουνίου, κάτι το οποίο θα έχει αλυσιδωτές αντιδράσεις, όπως έχει προειδοποιήσει πολλάκις η υπουργος Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν.
Τι θα μπορούσε λοιπόν να συμβεί αν η πολιτική αναμέτρηση της Ουάσινγκτον για το ανώτατο όριο του χρέους εμπόδιζε την κυβέρνηση να κόψει επιταγές που χρηματοδοτούν το ένα τέταρτο της οικονομίας;
Σύμφωνα με το Reuters οι Αμερικανοί θα μπορούσαν γρήγορα να αντιληφθούν οδυνηρά πλήγματα στους συνταξιοδοτικούς τους λογαριασμούς, καθώς τα χρηματιστήρια θα έπεφταν, και μέσα σε λίγες ημέρες η έλλειψη ομοσπονδιακών πληρωμών θα μπορούσε να επιβαρύνει τα ιατρεία, τους συνταξιούχους και τους χώρους εργασίας σε όλη τη χώρα.
Πώς θα ξεκινούσε;
Εάν το αμερικανικό Κογκρέσο και ο Λευκός Οίκος δεν καταφέρουν να άρουν το αυτοεπιβαλλόμενο νομικό όριο του ομοσπονδιακού χρέους ύψους 31,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το υπουργείο Οικονομικών θα μπορούσε να αρχίσει να μην πληρώνει τις υποχρεώσεις του ήδη από την 1η Ιουνίου, σύμφωνα με την επικεφαλής του υπουργείου, Τζάνετ Γέλεν.
Σε αυτό το σημείο, η Ουάσινγκτον θα βρισκόταν υπό σοβαρή πίεση για να συνεχίσει τις πληρωμές των αμερικανικών ομολόγων, τα οποία στηρίζουν το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η παράλειψη πληρωμής θα προκαλούσε μια ιστορικών διαστάσεων κατάρρευση της Wall Street. «Θα ήταν εντελώς κατακλυσμιαίο», δήλωσε ο Mark Zandi, οικονομολόγος της Moody's Analytics.
Ακόμη και αν το Υπουργείο Οικονομικών πλήρωνε εγκαίρως τους ομολογιούχους, όπως οι περισσότεροι παρατηρητές αναμένουν ότι θα προσπαθούσε, η πολιτική δυσλειτουργία που οδηγεί στην κρίση θα έσπερνε τη δυσπιστία στις οικονομικές προοπτικές της Αμερικής και η αξία των περισσότερων περιουσιακών στοιχείων των Αμερικανών, από τα σπίτια τους μέχρι τα συνταξιοδοτικά τους χαρτοφυλάκια, θα έπεφτε. «Οι τιμές των μετοχών θα πέσουν, οι αξίες των εμπορικών ακινήτων, οι τιμές των σπιτιών. Τα πάντα θα έπεφταν», δήλωσε ο Zandi.
Τα επιτόκια θα αυξηθούν, καθιστώντας δυσκολότερη την αγορά κατοικίας ή αυτοκινήτου ή το δανεισμό για την έναρξη μιας επιχείρησης.
Μέσα σε λίγες ημέρες, το χρηματοπιστωτικό χάος θα αποτελούσε κύρια δύναμη που θα έβαζε την οικονομία στο δρόμο προς την ύφεση, δήλωσε ο Zandi.
Θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα τα πράγματα;
Οι μαζικές απολύσεις που συνήθως έρχονται με την ύφεση θα μπορούσαν να είναι εβδομάδες μακριά μετά από μια χρεοκοπία. Πιο άμεσα, εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε ομοσπονδιακές δαπάνες θα μπορούσαν να παρακρατηθούν από την οικονομία.
Τα ιατρεία, τα νοσοκομεία και οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούσαν να είναι μεταξύ των πρώτων που θα πληγούν. Την 1η Ιουνίου, οφείλονται περίπου 47 δισεκατομμύρια δολάρια σε πληρωμές μέσω του Medicare, του δημόσιου προγράμματος ασφάλισης υγείας της Αμερικής για τους ηλικιωμένους Αμερικανούς, σύμφωνα με το Bipartisan Policy Center, μια δεξαμενή σκέψης που εκτιμά το καθημερινό πρόγραμμα των οφειλόμενων λογαριασμών της Ουάσινγκτον.
Επειδή το Medicare χρηματοδοτεί περίπου το ένα πέμπτο της υγειονομικής περίθαλψης στις ΗΠΑ, ορισμένοι γιατροί ενδέχεται να μην έχουν χρήματα για να πληρώσουν το προσωπικό και άλλους λογαριασμούς. Θα πρέπει να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις για τον προγραμματισμό χειρουργικών επεμβάσεων και άλλων διαδικασιών χωρίς να μπορούν να τις πληρώσουν. «Όσο περισσότερο διαρκεί αυτό, τόσο πιο αποδιοργανωτικό θα μπορούσε να είναι», δήλωσε η Tricia Neuman, εμπειρογνώμονας σε θέματα πολιτικής υγείας στην ερευνητική ομάδα KFF.
Ποιος ακόμα θα δεχόταν άμεσο πλήγμα;
Στις 2 Ιουνίου, περίπου το ένα τέταρτο των συνταξιούχων της χώρας θα μπορούσε να ελέγξει τους τραπεζικούς του λογαριασμούς και να δει ότι δεν είχαν κατατεθεί 25 δισεκατομμύρια δολάρια σε αναμενόμενες πληρωμές κοινωνικής ασφάλισης.
Οι πληρωμές θα μπορούσαν επίσης να σταματήσουν να καταβάλλονται σε κυβερνητικούς εργολάβους, συμπεριλαμβανομένου του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων που οφείλονται σε εργολάβους του τομέα της άμυνας στις 2 Ιουνίου. Στις 9 Ιουνίου, μισθοί ύψους 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα μπορούσαν να μείνουν απλήρωτοι για μέρος του ομοσπονδιακού εργατικού δυναμικού των 2 εκατομμυρίων ατόμων και τα σχολεία που ανέμεναν ομοσπονδιακή χρηματοδότηση ύψους 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων θα μπορούσαν να μείνουν χωρίς αυτή. Ορισμένες πληρωμές θα μπορούσαν να γίνουν με σημαντικές καθυστερήσεις.
Οι άνθρωποι θα έχουν το ένα μάτι στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς για τις χαμένες καταθέσεις και το άλλο στη Wall Street, όπου οι ανησυχίες για την πιστοληπτική ικανότητα του έθνους θα μπορούσαν να καταστρέψουν την αξία των αποταμιεύσεων των ανθρώπων.
«Το ένα είναι ημέρες καθυστέρησης για την επιταγή κοινωνικής ασφάλισής τους και το άλλο είναι μια πτώση 20% στο 401(k) τους», δήλωσε ο Shai Akabas, διευθυντής οικονομικής πολιτικής στο Bipartisan Policy Center.