Ο ηγέτης του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), Φρίντριχ Μερτς, δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να γίνει καγκελάριος στη Γερμανία. Ο Μερτς είχε καταλήξει σε συμφωνία για τον σχηματισμό κυβέρνησης με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), έχοντας μάλιστα ανακοινώσει και το μοίρασμα των υπουργείων. Ωστόσο απροσδόκητα ορισμένοι βουλευτές, από τους συνολικά 328 των κομμάτων του συνασπισμού, δεν τον υποστήριξαν για την καγκελαρία, αψηφώντας τη συμφωνία.
Κανείς δεν γνωρίζει – τουλάχιστον για την ώρα και εάν δεν υπάρξουν δημόσιες τοποθετήσεις – ποιοι και γιατί δεν έδωσαν τη θετική τους ψήφο, καθώς η ψηφοφορία είναι μυστική. Μπορεί να πρόκειται για «αντάρτες» στο εσωτερικό του κόμματος του Μερτς, που έχουν εκφράσει κατά καιρούς τις διαφωνίες τους για διάφορες θέσεις του, ή βουλευτές του SPD, που θεωρούν πως η συνεργασία με το CDU θα φέρει περισσότερα δεινά για το κόμμα τους. Σημειώνεται πως μεταξύ των «χαμένων» ψήφων ήταν και τρεις αποχές, αλλά και ένα άκυρο ψηφοδέλτιο. Με δηλώσεις, το ένα κόμμα δείχνει το άλλο ως την πηγή των «διαρροών» στην κρίσιμη ψηφοφορία.
Σε κάθε περίπτωση, όπως σχολιάζουν γερμανικά και διεθνή ΜΜΕ, πρόκειται για μια «ντροπιαστική» και «ταπεινωτική» εξέλιξη για τον ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών, ο οποίος ετοιμαζόταν μετά από αναμονή 25 χρόνων να αναλάβει Καγκελάριος της χώρας. Ακόμη κι αν καταφέρει τελικά να εκλεγεί Καγκελάριος μέσω επόμενων ψηφοφοριών, αναλυτές επισημαίνουν πως πρόκειται για ένα εξαιρετικά δυσοίωνο μήνυμα για το μέλλον κυβερνητικό συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών.
Υπενθυμίζεται πως οι Χριστιανοδημοκρατές κέρδισαν τις εθνικές εκλογές τον Φεβρουάριο, αλλά χωρίς να συγκεντρώσουν την απαιτούμενη κυβερνητική πλειοψηφία. Με το 28,5% ο Μερτς χρειαζόταν τουλάχιστον έναν εταίρο για τον σχηματισμό κυβέρνησης, τον οποίο βρήκε στους Σοσιαλδημοκράτες. Το ποσοστό τους (16,4%) ήταν το χειρότερο στην μεταπολεμική ιστορία τους, αλλά ήταν αρκετό – θεωρητικά – για να συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός βουλευτών.
Για την εκλογή απαιτούνται 316 ψήφοι και η διαδικασία θεωρούταν τυπική, δεδομένου ότι η συμμαχία CDU/CSU (Χριστιανοδημοκρατών – Χριστιανοκοινωνιστών) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD) έχει συνολικά 328 βουλευτές. Όμως τελικά ο Μερτς έλαβε μόλις 310 ψήφους, που σημαίνει πως 18 βουλευτές του συνασπισμού δεν τον ψήφισαν. Στην ιστορία της ομοσπονδιακής Γερμανίας, δηλαδή από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν έχει συμβεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο.
Ποια τα επόμενα βήματα – Τι προβλέπει η διαδικασία
Μετά το φιάσκο, η συνεδρίαση της Βουλής διακόπηκε ώστε οι πολιτικές ομάδες να μπορέσουν να διαβουλευτούν για τα επόμενα βήματα. Η Μπούντεσταγκ έχει τώρα 14 ημέρες για να εκλέξει τον Μερτς ή άλλον υποψήφιο καγκελάριο με απόλυτη πλειοψηφία.
Βάσει όσων προβλέπονται από τη διαδικασία θα διεξαχθεί μια δεύτερη ψηφοφορία, κατά την οποία εκτός από τον Μερτς μπορούν να δηλώσουν την υποψηφιότητά τους και άλλα πρόσωπα. Εάν και στον δεύτερο γύρο ο Μερτς – ή οποιοσδήποτε άλλος υποψήφιος – δεν καταφέρει να εκλεγεί, τότε ακολουθεί η τελευταία φάση. Μετά την τρίτη ψηφοφορία, το Σύνταγμα επιτρέπει στον πρόεδρο να διορίσει Καγκελάριο τον υποψήφιο που θα κερδίσει τις περισσότερες ψήφους (σχετική πλειοψηφία) ή να διαλύσει την Μπούντεσταγκ και να διεξαγάγει νέες εθνικές εκλογές.
Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες που μεταδίδονται από γερμανικά ΜΜΕ αναφέρουν ότι ο δεύτερος γύρος θα μπορούσε να διεξαχθεί την Παρασκευή. Ο Μερτς αποχώρησε σκυθρωπός από το κοινοβούλιο, μαζί με τους συνεργάτες του, ώστε να συζητήσουν για τις επόμενες κινήσεις τους. Ο επικεφαλής του CDU καλείται να πάρει μια κρίσιμη απόφαση: Είτε να επαναλάβει την ψηφοφορία με την ίδια συμμαχία (CDU/SPD) ελπίζοντας σε μια αλλαγή στάσης κάποιων εκ των «ανταρτών» (οι οποίοι παραμένουν άγνωστοι), με το ρίσκο όμως να αποτύχει εκ νέου, είτε να αναζητήσει διευρυμένη υποστήριξη από κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως τους Πράσινους ή την Αριστερά (Die Linke).
► Γερμανία: «Ακροδεξιά εξτρεμιστική οργάνωση» και με τη «βούλα» το AfD
Η πολιτική κρίση και ο φόβος του AfD
Η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια οικονομική κρίση, εξαιτίας δομικών προβλημάτων που αναδείχθηκαν από την απώλεια του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου που για χρόνια τροφοδοτούσε τη βαριά βιομηχανία της χώρας. Τα οικονομικά αδιέξοδα πυροδότησαν και μια σπάνια πολιτική κρίση που οδήγησε στην κατάρρευση του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού (SPD, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι) υπό τον Όλαφ Σολτς και στις πρόωρες εκλογές.
Η αποτυχία του Μερτς ενισχύει την πολιτική αναταραχή στην μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, με φόντο και την μεγάλη άνοδο του ακροδεξιού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD). Υπενθυμίζεται πως πρόσφατα το AfD αναγνωρίστηκε και επισήμως από τις γερμανικές αρχές ως «εξτρεμιστική ακροδεξιά οργάνωση», ωστόσο η απήχησή του διαρκώς ενισχύεται, με ισχυρή υποστήριξη και εκτός συνόρων, από ανώτατους αξιωματούχους της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ. Η Άλις Βάιντελ, επικεφαλής του AfD, δεν έχασε χρόνο. Μετά την αποτυχία του Μερτς έσπευσε να δηλώσει πως «θα πρέπει να αποχωρήσει να ανοίξει ο δρόμος για γενικές εκλογές». «Αυτή είναι μια καλή μέρα για τη Γερμανία», τόνισε.
► Ο φάκελος των μυστικών υπηρεσιών της Γερμανίας για το AfD: Γιατί είναι εξτρεμιστές και ακροδεξιοί