Η άφιξη στο χωριό του Παύλου μετά από πολλά χρόνια που τον θεωρούσαν πεθαμένο αναστάτωσε πολλούς από τους ήρωες του «Σασμού». Τον παπά Μιχάλη για αρχή, τον άνθρωπο που τον βοήθησε να σκηνοθετήσει τον θάνατό του και να το σκάσει μετά από τη δολοφονία του Σταματάκη στη φυλακή, την Αιμιλία, που είδε ξαφνικά τον «μακαρίτη» πρώην σύζυγό της να εμφανίζεται μπροστά της με σάρκα και οστά, τον Μαθιό, τον Αστέρη και τον Νικηφόρο που ξέρουν ότι έχουν μπει στο στόχαστρό του.
Όμως, αυτός που έχασε τον ύπνο του στην κυριολεξία είναι ο Αντώνης. Ο αστυνόμος, εκτός του κινδύνου της αναζωπύρωσης της παλιάς βεντέτας, έχει και έναν επιπλέον λόγο να προβληματίζεται.
Ο Παύλος είναι άνδρας «παλιάς κοπής» και ξέρει πως η ιδέα ότι η χήρα του ξαδέλφου του θα ξαναφτιάξει τη ζωή της θα τον ενοχλήσει. Και παρότι πολύ θα ήθελε να είναι παρών όταν θα γίνονταν αυτή η συζήτηση, η Μαρίνα του είχε απαγορεύσει ρητά να ανακατευτεί.
Όμως η στιγμή έφτασε και ο Παύλος έμαθε το μυστικό. Η Μαρίνα τον ενημέρωσε για τα σχέδια του γάμου τους και ο Παύλος περίμενε υπομονετικά την επόμενη επίσκεψη του Φραγκιαδάκη στο σπίτι για να εξηγηθούν.
Τα λόγια του δεν γίνεται να παρεξηγηθούν. Η σχέση του αστυνόμου με την εξ’ αγχιστείας ξαδέλφη του τον βρίσκει αντίθετο.
Μένει να δούμε αν θα μείνει στα λόγια ο Παύλος ή θα περάσει και στις πράξεις.