Το 2018 το συνολικό βάρος ανήλθε στο ποσό των 616,9 εκατ. ευρώ, που κατανεμήθηκε σε μισθωτούς, συνταξιούχους, αγρότες, επιχειρηματίες και εισοδηματίες.
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, που νομοθετήθηκε από το 2011, από τον τότε υπουργό Οικονομικών Ευ. Βενιζέλο, ως «προσωρινό» μέτρο, μονιμοποιήθηκε και αποτελεί μια σημαντική πηγή εσόδων για τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά και ένα επιπλέον βάρος για τους φορολογούμενους.
Από τα αναλυτικά στοιχεία της ΑΑΔΕ προκύπτει ότι το περασμένο έτος, η ομάδα που επιβαρύνθηκε περισσότερο από την εισφορά ήταν οι εισοδηματίες, οι οποίοι πλήρωσαν συνολικά 203 εκατ. ευρώ. Ακολούθησαν:
Οι έχοντες εισοδήματα από την επιχειρηματική δραστηριότητα με ποσό ύψους 179 εκατ. ευρώ.
Οι μισθωτοί, οι οποίοι επιβαρύνθηκαν με 106 εκατ. ευρώ.
Οι συνταξιούχοι με 101,9 εκατ. ευρώ.
Η εισφορά αλληλεγγύης, επιβάλλεται στο άθροισμα όλων των εισοδημάτων του υπόχρεου ή στο τεκμαρτό, εάν αυτό είναι μεγαλύτερο. Δηλαδή εάν το πραγματικό εισόδημα είναι 12.000 ευρώ και το τεκμαρτό είναι 15.000 ευρώ, η εισφορά θα υπολογιστεί στο εισόδημα των 20.000 ευρώ.
Για τους μισθωτούς και συνταξιούχους η εισφορά παρακρατείται κάθε μήνα από τα λογιστήρια και εάν υπάρχει διαφορά, καταλογίζεται και καταβάλλεται με την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων.
Επίσης, ο μισθωτός και ο συνταξιούχος, ενώ του παρακρατείται η αναλογούσα εισφορά στο μισθό ή στην σύνταξη, εάν έχει και άλλα εισοδήματα, τότε η επιπλέον εισφορά θα τους καταλογιστεί με την εκκαθάριση της φορολογικής του δήλωσης. Στο πλαίσιο αυτό, οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι θα λάβουν φουσκωμένο εκκαθαριστικό.