Αν το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου είναι μικρότερο από το συνολικό τεκμαρτό εισόδημα, το οποίο θα έχει προσδιοριστεί από το άθροισμα των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, τότε η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που θα προκύπτει θα φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον τουλάχιστον το 50,01% του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος προέρχεται από επιχειρηματική δραστηριότητα, ακίνητη περιουσία ή και κινητές αξίες.
Δηλαδή ο συγκεκριμένος φορολογούμενος, αν είναι μισθωτός, συνταξιούχος ή αγρότης, χάνει και το αφορολόγητο όριο που έχουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι.
Παράδειγμα, αν φορολογούμενος εμφανίζει εισόδημα ύψους π.χ. 8.000 ευρώ και οι τεκμαρτές του δαπάνες είναι 15.000 ευρώ, τότε θα φορολογηθεί για το ποσό των 15.000 ευρώ, με φόρο 22% από το πρώτο ευρώ.
Το 2018, έπεσε βαρύς ο πέλεκυς των τεκμηρίων καθώς 1.929.170 φορολογούμενοι, επί συνόλου 6.370.099, ή το 30,3% φορολογήθηκε με βάση τα τεκμήρια και όχι βάση εισοδήματος.
Οι συγκεκριμένοι 1.929.170 φορολογούμενοι δήλωσαν εισοδήματα ύψους 3,3 δις. ευρώ και τους προστέθηκε εισόδημα ύψους 5,49 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το συνολικό φορολογητέο εισόδημα να ανέλθει στο ποσό των 8,79 δισ. ευρώ.
Επίσης, σε συζύγους φορολογουμένων καταλογίστηκε προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων ύψους 1,29 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το δηλωθέν εισόδημα των 411,56 εκατ. ευρώ, που δήλωσαν να ανέλθει (και να φορολογηθεί) σε 1,73 δις. ευρώ.