Το γεωπολιτικό οικοδόμημα της μετασοβιετικής περιόδου κατέρρευσε με την είσοδο των ρωσικών αρμάτων μάχης επί του ουκρανικού εδάφους, την 5η πρωινή της 24ης Φεβρουαρίου 2022. Νέες σφαίρες επιρροής διαμορφώνονται στην παγκόσμια οικονομία , την ενέργεια και την γεωπολιτική.
Το παγκόσμιο σύστημα αποκτά πολυπολικότητα, με τους δυο παραδοσιακούς πόλους Δύσης - Ανατολής να μην μπορούν πια να καθορίζουν την μοίρα του πλανήτη.
Στον ένα μήνα του πολέμου στην Ουκρανία εμφανίζονται νέοι παίχτες στην παγκόσμια σκηνή με ισχυρή οικονομική δύναμη (Κίνα), ενεργειακή δύναμη (Αραβικές χώρες), αναδυόμενες αγορές (Ινδία) που αρνούνται να συμπορευτούν με την Δύση και να συμμετάσχουν στον οικονομικό στραγγαλισμό της Ρωσίας. Επί της ουσίας αποστέλλουν το μήνυμα στην Ουάσιγκτον ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει ήδη απολέσει τον τίτλο του «Πλανητάρχη».
Η Κίνα με το κρυπτονόμισμα και τις εμπορικές συναλλαγές σε εθνικά νομίσματα με πιο χαρακτηριστική περίπτωση την αγοροπωλησία πετρελαίου με την Σαουδική Αραβία σε γουάν, αποτελεί καίριο χτύπημα στο δολάριο.
Η άρνηση της Σαουδικής Αραβίας να υπακούσει στα κελεύσματα των ΗΠΑ για να παράξει περισσότερο πετρέλαιο βοηθώντας την Ευρώπη ώστε να απεξαρτηθεί πιο γρήγορα από το ρωσικό φυσικό αέριο, είναι άλλο ένα ηχηρό μήνυμα που λαμβάνουν οι ΗΠΑ εν μέσω του Ουκρανικού Πολέμου.
Η Δύση και ειδικότερα η Αμερική αρχίζει να κατανοεί ότι οι οικονομικές κυρώσεις, δεν αποτελούν πλέον το υπερόπλο της στις γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις. Τα λεγόμενα sanctions δεν απέδωσαν σε μικρότερες χώρες όπως το Ιράν, την Βενεζουέλα ή και την Τουρκία και τώρα στην περίπτωση της Ρωσίας οι κυρώσεις παρακάμπτονται πλήρως από όλον τον υπόλοιπο πλανήτη πλην των ΗΠΑ, του Καναδά, της Ε.Ε, της Ιαπωνίας και της Αυστραλίας.
Ζητούμενο παραμένει η επόμενη μέρα για την Δύση μέσα στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται. Οι ΗΠΑ ήταν, είναι και θα παραμείνουν, ο “κουμανταδόρος” της Δύσης. Η Ευρώπη παραμένει το μεγάλο αίνιγμα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να αφύπνισε την Ευρώπη και ταχύτατα επέδειξε αλληλεγγύη στην αμυνόμενη Ουκρανία και αυστηρότητα στην Ρωσία, ωστόσο η εξάρτηση της, ενεργειακά από την Ρωσία και εμπορικά- οικονομικά από την Κίνα, σε συνδυασμό με την έλλειψη «στρατηγικής αυτονομίας» και κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής κουλτούρας, καθιστούν αμφίβολη την μελλοντική πορεία της.
Πέραν από τους “όρκους πίστης” που με σχετική ευκολία δίνουν οι ευρωπαίοι ηγέτες εν μέσω των βομβαρδισμών στην Ουκρανία, ότι θα συνεργαστούν ώστε η Γηραιά Ήπειρος να αποκτήσει σύντομα “σιδερένια γροθιά” για να αντικρούει στο μέλλον κάθε απειλή απ´ όπου και εάν αυτή προέρχεται, ωστόσο υπάρχουν τα οικονομικά - επιχειρηματικά συμφέροντα που δημιουργούν επιπρόσθετες δυσκολίες και θέτουν ανυπέρβλητα εμπόδια στο ευρωπαϊκό όραμα.
Τζαρτζαρίσματα Γερμανών και Γάλλων για το ενιαίο ευρωπαϊκό οικοδόμημα Ασφάλειας και Άμυνας
Στις 27 Φεβρουαρίου του 2022, μόλις τρεις μέρες μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία , ο γερμανικός καγκελάριος Σολτς, απροειδοποίητα, χωρίς διαβούλευση προαναγγέλλει αλλαγή του στρατηγικού δόγματος της Γερμανίας με την αποστολή όπλων στην Ουκρανία και αγορά εξοπλισμών 10 δις! Κατά την ομιλία του στην Bundestag τονίζει ότι: «Είναι σαφές ότι πρέπει να επενδύσουμε πολύ περισσότερα για ασφάλεια της χώρας μας, προκειμένου να προστατεύσουμε την ελευθερία μας και τη δημοκρατία μας». Επί της ουσίας ο Γερμανός καγκελάριος θέτει ως στόχο να γίνει η χώρα του στρατιωτικά η ισχυρότερη δύναμη στην Ευρώπη και η 3η ισχυρότερη στον κόσμο! Ωστόσο απομένει το δόγμα Σόλτς να γίνει αποδεκτό από τον κυβερνητικό συνασπισμό. Οι Πράσινοι θέλουν να συμπεριλάβουν έναν διαφορετικό ορισμό της Ασφάλειας που θα περιλαμβάνει την ασφάλεια του ανθρώπου και του κλίματος.
Επίσης αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι η γερμανική γραφειοκρατία καθυστερεί την αποστολή της στρατιωτικής βοήθειας. Μόνο το 1/5 των γερμανικών όπλων έχει φτάσει στην Ουκρανία και μερικά από αυτά που εστάλησαν ήταν πολύ παλιά δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν από τις ουκρανικές δυνάμεις.
Ο πόλεμος της Ουκρανίας αναπόφευκτα προκαλεί την ανάγκη στην Ευρώπη να επανεκτιμήσει τον ρόλο της καθώς ο “κουμανταδόρος” της Δύσης, δηλαδή οι ΗΠΑ θέλουν να έχουν την υψηλή εποπτεία στην Ευρώπη και όχι άμεση εμπλοκή, όπως την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.
Ποιος όμως θα έχει τον κύριο λόγο στο νέο ευρωπαϊκό οικοδόμημα Ασφάλειας; Η Γαλλία ή η Γερμανία;
Η αιφνίδια κίνηση Σολτς στην Bundestag και εν συνέχεια η απόφαση του Βερολίνου να θέσει ως προτεραιότητα την αγορά αμερικανικών μαχητικών F-35 αντί της επιτάχυνσης για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού οράματος κατασκευής της νέας γενιάς ευρωμαχητικού FCAS που ήδη έχουν αποφασίσει η Γαλλία με την Γερμανία και την Ισπανία, αποδεικνύει εμπράκτως ότι για την Γερμανία προέχει το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, παρά το ευρωπαϊκό όραμα της «στρατηγικής αυτονομίας» του Εμμανουέλ Μακρόν καθώς θεωρεί “κλινικά νεκρό” το ΝΑΤΟ.
Η Γερμανία σπεύδει να ενσωματωθεί στην Πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ
Το Βερολίνο σπεύδει να ενσωματωθεί στην νατοϊκή ομπρέλα και να παίξει κυρίαρχο ρόλο στις περιπολίες πάνω από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Ενδεχομένως να στοχεύει να επεκταθεί και εκτός ευρωπαϊκών συνόρων, σε περιοχές που αναπτύσσονται συγκρούσεις όπως στη Μέση Ανατολή ή στο Σαχέλ στην κεντρική Αφρική απ´ όπου επιθυμεί να αποσυρθεί η Γαλλία.
Επομένως είναι πολύ νωρίς για να προβλέψει κανείς εάν η Γερμανία θα παραμείνει ένα “περιστέρι” στην φωλιά του ή εάν εξελιχθεί σε “γεράκι”. Απομένει να παρακολουθούμε την στάση που θα τηρούν τα κόμματα που απαρτίζουν τον κυβερνητικό συνασπισμό και πως θα διαχειριστούν την ισορροπία μεταξύ των δύο άκρων.
Εκείνο που προκαλεί εντύπωση είναι ότι η Γερμανία σπεύδει να τα εντάξει τα F-35 που αγοράζει στην ευρωπαϊκή πυρηνική ομπρέλα του ΝΑΤΟ & των ΗΠΑ.
Το ομολόγησε ξεκάθαρα η υπουργος Άμυνας της Γερμανίας και είχε προειδοποιήσει την Γαλλίδα ομόλογο της, μέρες πριν την ανακοίνωση για την αγορά 35 νέων F-35 που θα αντικαταστήσουν τον στόλο Tornado που προορίζεται για την πυρηνική αποστολή του ΝΑΤΟ.
Τα F-35 θα χρησιμοποιηθούν κυρίως για τη μεταφορά αμερικανικών ατομικών πυραύλων ως μέρος των αποτρεπτικών επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ, ενώ τα επιπλέον 15 Eurofighters που θα αγοραστούν θα αναλάβουν κυρίως τις επιχειρήσεις ηλεκτρονικών παρεμβολών συστημάτων αντιαεροπορικής άμυνας.
Τα F-35 …κατέρριψαν το ευρωμαχητικό Scaf
Η παραγγελία των F-35 σαφώς και ήταν ένα κακό μήνυμα για το γαλλογερμανο-ισπανικό πρότζεκτ Scaf (Air Combat System of the Future), το οποίο σχεδιάζεται να αντικαταστήσει τα γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη Rafale και τα γερμανικά αλλά και ισπανικά Eurofighters έως το 2040.
Σύμφωνα με την εκτίμηση της γαλλικής κοινοβουλευτικής επιτροπής, η απόκτηση των F-35 από την Γερμανία θα μπορούσε να «αφαιρέσει» την ανάγκη για ένα νέο ευρωπαϊκό μαχητικό έως το 2040, όπως είναι ο στόχος του ευρωμαχητικού Scaf.
Ο Όλαφ Σολτς επιχειρώντας να διασκεδάσει τους φόβους περί ναυαγίου του ευρωμαχητικού Scaf έσπευσε να δηλώσει ότι είναι «απόλυτη προτεραιότητα» μακροπρόθεσμα, να αναπτυχθεί το κοινό ευρωπαϊκό αεροπλάνο. «Είναι σημαντικό για μένα -είπε- να κατασκευάσουμε την επόμενη γενιά πολεμικών αεροσκαφών και αρμάτων μάχης σε συνεργασία με ευρωπαίους εταίρους».
Ωστόσο παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις του Γερμανού καγκελαρίου το πρότζεκτ του Scaf, που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ευρωπαϊκής αεροναυπηγικής, βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή καθώς οι μεγάλοι εργολάβοι Dassault (Γάλλοι ) και Airbus Defense and Space (Γερμανό-ισπανικά συμφέροντα) δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία που να καλύπτει την κοινή χρήση εργασίας και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για τα βασικά μέρη του μαχητικού αεροσκάφους.
Ο Ερίκ Τραπιέ Διευθύνων Σύμβουλος της Dassault, το μεγάλο αφεντικό και για την αγοροπωλησία στην Ελλάδα των Rafale , εκφράστηκε αρνητικά για την απόφαση της Γερμανίας να αγοράσει F-35, υποδηλώνοντας ότι το Βερολίνο υφίσταται πίεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες να αγοράσει το F-35 για την πυρηνική αποστολή, ενώ προσποιείται ότι παραμένει προσηλωμένη στην ανάπτυξη του ευρωμαχητικού FCAS.
Ο Τραπιέ εμφανίστηκε άνετος και από θέση ισχύος καθ´ ότι αυτή την περίοδο είναι γεμάτα τα βιβλία παραγγελιών της Dassault για το Rafale jet και κατά συνέπεια η εταιρεία του μπορεί να έχει ελάχιστα κίνητρα να συμβιβαστεί με τις αξιώσεις της Γερμανίας για το FCAS , εκτός κι αν ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν παρέμβει στο πνεύμα της σωτηρίας του προγράμματος και του ευρωπαϊκού οράματος της κοινής Άμυνας που ο ίδιος προωθεί.
Ο ρόλος της Ελλάδας στην «πυρηνική ασπίδα» της Ευρώπης
- Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος της Ελλάδας και τι στάση πρέπει να κρατήσει εντός των ευρωπαϊκών διεργασιών και αντιπαλοτήτων που θα προκύπτουν μεταξύ των ισχυρών της Ευρώπης στην πορεία προς την διαμόρφωση του νέου κοινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος Ασφάλειας και Άμυνας;
Ένα από τα πρώτα θέματα που θα προκύψουν αναμένεται να είναι η συμμετοχή και της Ελλάδας στο πυρηνική ασπίδα της Ευρώπης.
Ιστορικά η Ελλάδα μέχρι το 1974, διατηρούσε μια «πυρηνική μοίρα» αεροσκαφών F-104 που είχαν διαμορφωθεί για να φέρουν πυρηνικές κεφαλές και το προσωπικό ήταν κατάλληλα εκπαιδευμένο. Μετά την πτώση της δικτατορίας η Ελλάδα διέκοψε την δραστηριότητα της εν λόγω πυρηνικής μοίρας χωρίς ωστόσο να μπορεί να την διαλύσει. Η συγκεκριμένη μοίρα επί 28 χρόνια παρέμενε ανενεργή. Αν και ελάμβανε μέρος στις εθνικές αποστολές , ωστόσο δεν έπαιρνε μέρος σε ασκήσεις ή αξιολογήσεις των ΗΠΑ.
Το προσωπικό της πυρηνικής αποθήκης στον Άραξο ήταν αποκλειστικά αμερικανοί και διέμεναν εντός του αεροδρομίου σε ειδικά διαμορφωμένους κοιτώνες.
Τα πυρηνικά ήταν σε ειδικά φυλασσόμενες αποθήκες στον χώρο «διασποράς» του αεροδρομίου και οι μόνες ασκήσεις που γίνονταν, τουλάχιστον και μέχρι τα μέσα της 10ετίας του ’80, ήταν εικονικές μεταφορές απ’ την αποθήκη στην πίστα απογείωσης.
Κατά καιρούς όταν η Ελλάδα αγόραζε αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη (F16) οι ΗΠΑ πίεζαν ώστε ορισμένα απ’ αυτά να είναι ειδικά διαμορφωμένα για να μπορούν να φέρουν και πυρηνικά όπλα ! Ωστόσο οι ελληνικές κυβερνήσεις – κυρίως του ΠΑΣΟΚ που επί των ημερών του έγιναν οι περισσότερες και μεγαλύτερες αγορές αμερικανικών F-16- υποστήριζαν ότι απαντούσαν αρνητικά στο συγκεκριμένο ΝΑΤΟικό αίτημα.
Το 2015 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δίνει το «πράσινο φως» στο ΝΑΤΟ να προχωρήσει στον εκσυγχρονισμό των αποθηκών που ολοκληρώνεται το 2019! Οι αποθήκες του Αράξου παραμένουν στον πυρηνικό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ και αποκτούν επιπρόσθετη αξία καθώς υπηρετούν απόλυτα το όραμα του Εμμανουέλ Μακρόν για «στρατηγική αυτονομία» της ΕΕ. Ωστόσο μέχρι πρότινος τα πυρηνικά παρέμεναν θέμα ταμπού για ολόκληρη την Ευρώπη και ουδείς τολμούσε να το θέσει προς συζήτηση ανοιχτά και επισήμως.
Όμως εδώ και ένα χρόνο κυρίως από τον χώρο των ακαδημαϊκών και των κλειστών δεξαμενών σκέψης ακούγονταν δειλά - δειλά η άποψη ότι η κατάρρευση της Συνθήκης για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μεσαίας Εμβέλειας (INF) υπονομεύει τα θεμέλια της ευρωπαϊκής αποτρεπτικής ικανότητας για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Δεν μιλούσαν για Ρωσικό κίνδυνο αλλά επικαλούνταν τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν και ίσως στο άμεσο μέλλον της Τουρκίας.
Το ΝΑΤΟ επανέρχεται ως προς την συμμετοχή των πολεμικών αεροπόρων των ευρωπαϊκών χωρών μελών της συμμαχίας στο πυρηνικό πρόγραμμα. Δηλαδή όπως και παλαιότερα κάθε Πολεμική Αεροπορία ευρωπαϊκής χώρας που είναι μέλος του ΝΑΤΟ θα πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένο αριθμό μαχητικών που θα έχουν υποστεί την κατάλληλη τροποποίηση και εκπαίδευση στο να φέρουν πυρηνικές βόμβες κατασκευής και ιδιοκτησίας USA.
Η συζήτηση για κατοχή και χρήση πυρηνικών ξεκινάει ήδη και εντός της Ευρώπης καθώς το κέντρο βάρους του παγκόσμιου ενδιαφέροντος μετατοπίζεται σε ολόκληρη την Ασιατική ήπειρο.
Ο Εμανουέλ Μακρόν μιλώντας στη Γαλλική Ακαδημία Πολέμου το 2020, είχε καλέσει τους Ευρωπαίους εταίρους στην εκκίνηση ενός στρατηγικού διαλόγου αναφορικά με τον ρόλο της Ευρώπης στην πυρηνική αποτροπή. Η ελληνική κυβέρνηση αν και δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά της για το ακανθώδες θέμα των πυρηνικών, ωστόσο προσανατολίζεται να προσεγγίσει θετικά το θέμα , με στόχο η Ελλάδα με τις αποθήκες του Αράξου και την βάση της Σούδας, να αποτελέσει βασικό πυλώνα της ευρωπαϊκής πυρηνικής αποτροπής.
Το ερώτημα είναι εάν τυχόν «επαναπυρηνικοποίηση» της Ελλάδας εγκυμονεί κινδύνους ;
Στο ερώτημα απαντούν με κοινό άρθρο τους στην «Καθημερινή» στις 25 Ιουλίου 2021 η Υβόννη-Στεφανία Ευσταθίου από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) και ο Βασίλης Κάππης λέκτορας Διεθνούς Ασφάλειας και αναπληρωτής διευθυντής στο Centre for Security and Intelligence Studies του Πανεπιστημίου του Μπάκιγχαμ στο Ηνωμένο Βασίλειο.
«Οι στρατιωτικές βάσεις της χώρας μας - υπογραμμίζουν, βρίσκονται στρατηγικά τοποθετημένες στην είσοδο της Μαύρης Θάλασσας, των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής, προστατεύονται από μια πυκνή και πολυεπίπεδη αντιαεροπορική ομπρέλα, η οποία δεν έχει εισέτι τεθεί σε αμφισβήτηση παρά την ανάπτυξη ρωσικών πυραυλικών συστημάτων στη Συρία. Αυτό συνεπάγεται πως το αυξημένο ρίσκο από την ύπαρξη πυρηνικών όπλων επί ελληνικού εδάφους θα είναι διαχειρίσιμο, ενώ οι σύμμαχοί μας θα έχουν κάθε λόγο να ενισχύσουν περαιτέρω την ελληνική αεράμυνα».
Η βάση του Αράξου, στην οποία είχαν «φιλοξενηθεί» αμερικανικά πυρηνικά όπλα στο πλαίσιο του νατοϊκού καταμερισμού βαρών (burden sharing) κατά την περίοδο 1978-2001, διαθέτει ήδη την απαιτούμενη υποδομή για την αποθήκευση πυρηνικών όπλων. Παράλληλα, οι εγκαταστάσεις στη Σούδα, όπου οι ΗΠΑ διατηρούν ισχυρότατη παρουσία, έχουν τη δυνατότητα να φιλοξενήσουν στρατηγικά βομβαρδιστικά (τύπου B2 Spirit), όπως και πυρηνικά υποβρύχια.
Οι αρθρογράφοι της «Καθημερινής» υποστηρίζουν επίσης ότι : « Η συγκεκριμένη επιλογή επανατοποθέτησης πυρηνικών όπλων επί ελληνικού εδάφους θα ενίσχυε την πυρηνική αποτροπή του ΝΑΤΟ στην περιοχή, όπου στην πραγματικότητα υφίστανται οι περισσότερες από τις σύγχρονες προκλήσεις ασφάλειας για την Ευρώπη, ενισχύοντας παράλληλα το γεωπολιτικό αποτύπωμα της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο συγκερασμός αμερικανικών, γαλλικών και ελληνικών συμφερόντων στην περιοχή θα μπορούσε να επιδράσει καταλυτικά στη διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου πυρηνικής στρατηγικής της Δύσης με επίκεντρο την περιοχή μας».
Οι αρθρογράφοι της Καθημερινής αν και παραδέχονται ότι: «Τα πυρηνικά όπλα και η διαχείρισή τους ήταν, είναι και θα παραμείνουν ένα εξαιρετικά ευαίσθητο πολιτικό ζήτημα για την πολιτική σκηνή του τόπου. Μολαταύτα, διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις από τα αριστερά έως τα δεξιά του πολιτικού φάσματος έχουν καταδείξει πως είναι ικανές να υπερβαίνουν ιστορικές και ιδεολογικές αγκυλώσεις. Η Ελλάδα διαθέτει τη δυνατότητα να διαδραματίσει έναν εποικοδομητικό, αν όχι καίριο, ρόλο στη διασφάλιση της στρατηγικής σταθερότητας στην Ευρώπη, με πολλαπλά δυνητικά οφέλη για την ίδια». Και καταλήγουν στο άρθρο τους που όντως είναι επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε : «Ας μη διστάσουμε να ξεκινήσουμε, με γνώμονα έναν μακρόπνοο (πυρηνικό) σχεδιασμό, τον διάλογο για το γεωπολιτικό μας μέλλον».
Μόνο που στην Ελλάδα ο πολιτικός διάλογος για επανένταξη πυρηνικών όπλων δεν θα είναι καθόλου εύκολος. Είναι βαριά η υποθήκη που άφησε ο Ανδρέας Παπανδρέου την δεκαετία του ´80 και σεβάστηκαν όλες οι μετέπειτα κυβερνήσεις της ΝΔ. Ο ελληνικός λαός είναι ευαίσθητος ακόμη και στα συμβατικά όπλα, πόσο μάλλον για τα πυρηνικά. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων τάχθηκαν κατά της απόφασης του Κυριάκου Μητσοτάκη να αποστείλει τα καλάσνικοφ στην Ουκρανία. Πόσο μάλλον εάν τεθεί ερώτημα για δημιουργία ή μη πυρηνικού οπλοστασίου στην Ελλάδα.
(Ο Δήμος Βερύκιος είναι δημοσιογράφος)