Όσο ανακουφιστικό και αν υπήρξε το αποτέλεσμα του χθεσινού δεύτερου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών για όλη την Ευρώπη, τόσο προβληματική ξημέρωσε η σημερινή επόμενη ημέρα για την ίδια την Γαλλία.
Η Πέμπτη Δημοκρατία της κατασκευάστηκε από τον Στρατηγό Ντε Γκωλ την επόμενη του πολέμου της Αλγερίας για να μπορέσει να κυβερνηθεί μια διχασμένη χώρα που βρισκόταν στη μόνιμη περιδίνηση της ιδεολογικής σύγκρουσης ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά.
Άλλωστε από τη δική της Μεγάλη Επανάσταση του 1789 είχε γεννηθεί αυτή η ιστορική αντίθεση που έμελλε να γίνει πολιτική κληρονομιά ολόκληρης της Δύσης κι ας θεωρήθηκε αφελώς κάποια εποχή ότι είχε οριστικά ξεπεραστεί.
Ο Εμμανουέλ Μακρόν δοκίμασε να την υπερβεί χωρίς να την αρνηθεί. Το 2017 πίστεψε ότι συνθέτοντας τα γονιμότερα στοιχεία και των δυο φιλοσοφικών παραδόσεων θα μπορούσε ταυτόχρονα να εφεύρει τη συνταγή μιας νεωτερικής επανάστασης και μιας μεθόδου που θα απελευθέρωνε τις δημιουργικές δυνάμεις της χώρας του και θα γεφύρωνε τα κάθε είδους κοινωνικά χάσματα που απειλούσαν τη συνοχή της.
Χθες κέρδισε το στοίχημα που είχε βάλει το 2017 να εξαερώσει το γαλλικό πολιτικό σύστημα. Μαζί με αυτό κέρδισε και το άλλο στοίχημα που είχε βάλει, να γίνει όχι μόνο ο νεότερος αλλά και ο μοναδικός Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας που θα ανανέωνε τη θητεία του χωρίς να υποχρεωθεί να μοιραστεί τις εξουσίες του. Εξουσίες που κανένας άλλος αρχηγός δημοκρατικού κράτους δεν διαθέτει στη Γηραιά Ήπειρο.
Τώρα, όμως, διαθέτει ελάχιστο χρόνο για να λύσει την απείρως πιο σύνθετη εξίσωση που θα του επιτρέψει να κερδίσει το πολύ δυσκολότερο στοίχημα που έβαλε προεκλογικά, υποσχόμενος να επανασυμφιλιώσει τους Γάλλους και να ενώσει την Γαλλία σε ένα ενιαίο και αδιαίρετο μπλοκ.
Πλην, όμως, η μετεκλογική Γαλλία είναι μια χώρα εξαιρετικά μεταβλητής πολιτικής γεωμετρίας, που επιστρέφει ολοταχώς στην εποχή των άκρων και των ρηγμάτων με ό,τι αυτό μπορεί να κυοφορεί και για το δικό της μέλλον και για το μέλλον της Ευρώπης, όπου συνήθως εξάγονται τόσο οι ιδέες της όσο και οι ισορροπίες της.
Στην εποχή των άκρων επιστρέφει, γιατί στα άκρα ανήκει ασφαλώς η Ακροδεξιά της Λεπέν. Στα άκρα ανήκει και το «ακραίο κέντρο», όπως ο ίδιος ο Μακρόν αποκαλεί τον χώρο που εκπροσωπεί. Στα άκρα ανήκει και η ριζοσπαστική αριστερά, που ο Μελανσόν περιμένει να πάρει την ρεβάνς της στον «τρίτο γύρο» των προσεχών βουλευτικών εκλογών. Στα άκρα με μία έννοια ανήκει και ο χώρος της αποχής και της απόρριψης των πάντων που, συνυπολογιζομένων αυτών που αρνήθηκαν να ψηφίσουν και αυτών που ψήφισαν λευκό και άκυρο, από χθες αντιπροσωπεύει το 40% ενός σπασμένου σε τέσσερα διακριτά μπλοκ εκλογικού σώματος.
Στην εποχή των ρηγμάτων επιστρέφει, γιατί τέσσερα είναι τα νέα ρήγματα που εμφανίστηκαν χθες απειλώντας την αντιπροσωπευτικότητα, τη σταθερότητα και τη νομιμότητα του γαλλικού πολιτικού συστήματος.
Το πρώτο ρήγμα είναι το γεωγραφικό. Η Γαλλία έχει χωριστεί σε ατλαντική νοτιοδυτική που ψηφίζει Μακρόν, σε βορειοανατολική που ψηφίζει Λεπέν και σε γεωγραφικά διάσπαρτη που απορρίπτει και τον Μακρόν και την Λεπέν.
Το δεύτερο ρήγμα είναι το ρήγμα που χωρίζει τη λεπενική ύπαιθρο από τις μακρονικές αστικές μητροπόλεις και από τα απορριπτικά λαϊκά προάστια.
Το τρίτο ρήγμα είναι κατεξοχήν ψυχολογικό και χωρίζει αυτούς που νιώθουν ικανοποιημένοι από τη ζωή και τις προοπτικές τους και ψηφίζουν Μακρόν από αυτούς που νιώθουν δυστυχείς, ανασφαλείς και στρέφονται στα παραδοσιακά άκρα.
Το τρίτο είναι το ηλικιακό που είναι ακόμα βαθύτερο και περισσότερο προβληματικό . Ο Μακρόν θριάμβευσε στις μέσες και μεγαλύτερες ηλικίες. Κατέρρευσε στις νεότερες. Του γύρισαν επιδεικτικά την πλάτη, αρνούμενοι να πιστέψουν ότι δεν θα αφήσει κανέναν μόνο του στην άκρη του δρόμου. Το ίδιο θα δυσκολευθούν να αποδεχθούν την πατρική στοργή που τους υποσχέθηκε χθες από το βήμα του Πεδίου του Άρεως στο οποίο γιόρτασε τη νίκη του.
Και οι δυο φιναλίστ προσπάθησαν να μετατρέψουν τις εκλογές σε δημοψήφισμα. Ο μεν Μακρόν υπέρ της Ευρώπης και εναντίον της Λεπέν. Η δε Λεπέν υπέρ του εθνολαϊκού πατριωτισμού και εναντίον του φεντεραλιστή Μακρόν.
Ο Μακρόν πέτυχε να επανεκλεγεί. Η Λεπέν πέτυχε να διπλασιάσει τους ψηφοφόρους της μέσα σε πέντε χρόνια. Αμφότεροι, όμως, απέτυχαν να πείσουν δεκατέσσερα εκατομμύρια συμπατριωτών τους να επιλέξουν τον έναν ή την άλλη. Σε πείσμα του γεγονότος ότι τους έθεσαν τα πιο καθαρά και δραματικά διλήμματα που θα μπορούσαν να τεθούν, ώστε να αποφασίσουν ευκολότερα ποιο από τα δυο εντελώς διαφορετικά σχέδια που τους πρότειναν για την χώρα, την κοινωνία και την οικονομία της ήταν της αρεσκείας τους.
Αποτέλεσμα : Αφενός, η αποχή κόντεψε να φθάσει το ρεκόρ του 1969, όταν τη νίκη στις εκλογές διεκδικούσαν δυο εκπρόσωποι της ίδιας (δεξιάς) πολιτικής οικογένειας.
Αφετέρου, η Λεπέν να πιάσει ποσοστά που πριν από πέντε μόλις χρόνια ήταν αδιανόητα για τους Γάλλους.
Μερικά προσωρινά συμπεράσματα πριν επανέλθουμε με νεότερα:
Αποδείχθηκε ότι υπήρχαν τουλάχιστον δεκατέσσερα εκατομμύρια Γάλλων που δεν είχαν εξαρχής καμία όρεξη να δουν να παίζεται ένα έργο που είχαν ξαναδεί.
Η όρεξή τους μειώθηκε προφανώς ακόμα περισσότερο, όταν διαπίστωσαν ότι οι πολιτικές προσφορές που έκαναν οι πρωταγωνιστές του για να κόψουν το εισιτήριο της συμμετοχής στον δεύτερο γύρο δεν ανταποκρίνονταν στις δικές τους (ανα)ζητήσεις. Έτσι εξηγείται το γιατί για πρώτη φορά η συμμετοχή στον δεύτερο γύρο ήταν μικρότερη (έστω και κατά 2%) της συμμετοχής στον πρώτο.
Τελικά, καμία εκλογική αναμέτρηση δεν εξελίσσεται όπως την θέλουν οι πρωταγωνιστές της, έστω και αν κάνουν τις καλύτερες προσπάθειες να πετύχουν το καλύτερο αποτέλεσμα. Στη μεγάλη της πλειοψηφία η κοινή γνώμη είχε αξιολογήσει θετικότερα από κάθε προηγούμενη τις εκστρατείες των υποψήφιων Προέδρων.
Ούτε, όμως, οι δώδεκα(!) υποψήφιοι του πρώτου γύρου κατάφεραν να αυξήσουν τα ποσοστά των ψηφοφόρων που συμμετείχαν σε αυτόν. Ούτε οι δυο φιναλίστ κατάφεραν να αποτρέψουν το σχεδόν πρωτοφανές της αύξησης της αποχής στον δεύτερο. Ούτε η Λεπέν πήρε το οριακό αποτέλεσμα που επεδίωκε. Ούτε ο Μακρόν τον θρίαμβο που ήθελε για να κάνει πιο εύκολο τον τρίτο γύρο των βουλευτικών εκλογών.
Παραδόξως αυτός ο τελευταίος θα είναι ίσως και ο κρισιμότερος της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι οι προεδρικές εκλογές του 2022 θα μείνουν στην πολιτική ιστορία ως οι εκλογές των νέων πολλαπλών διαιρέσεων.
Μένει τώρα να φανεί αν ο Μακρόν πετύχει να λύσει το σταυρόλεξο αυτών των διαιρέσεων ή αν θα γίνει ο πρώτος Γάλλος Πρόεδρος που σε συνέχεια της επανεκλογής του δεν θα καταφέρει να εκλέξει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που οι προκάτοχοί του εξασφάλιζαν σε συνέχεια της εκλογής τους.
(Ο Γιώργος Σεφερτζής είναι πολιτικός αναλυτής - Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από το K-Report)