Όταν ένα βιβλίο με ιστορική αφήγηση και μια σειρά τηλεοπτικών επεισοδίων που βασίζεται σε αυτό, όπως το «Καταστροφές και Θρίαμβοι» του καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης κ. Στάθη Καλύβα, καταγράφουν τόση μεγάλη επιτυχία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για έναν εκδοτικό και τηλεοπτικό θρίαμβο.
Αν δεν θέλουμε να είμαστε μεμψίμοιροι οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι η τηλεθέαση και η προοδευτικά αυξανόμενη απήχηση που είχαν τα τηλεοπτικά επεισόδια με αφηγητή τον ίδιο τον κ. Καλύβα, επιβεβαιώνουν τον θρίαμβο που προαναφέραμε. Η εύπεπτη επαφή με το ιστορικό παρελθόν που προσφέρει η τηλεόραση και η (καλλι)τεχνική ποιότητα του προϊόντος αποτελούν επίσης παράγοντες που συνέβαλαν στην επιτυχία, με δεδομένο βέβαια ότι υπήρχε εκ των προτέρων ένα συμπαγές μπλοκ κοινού που θα προπαγάνδιζε, λόγω ιδεολογικής κατεύθυνσης, το εν λόγω προϊόν. Από την άλλη πλευρά, αναγνωρίζουμε ότι παρά την σχετικά εκλεκτική επιλογή των συμμετεχόντων, η πλειονότητά τους είναι ιδιαίτερα αξιόλογοι είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε μαζί τους.
Στη σειρά, όπως άλλωστε και στο βιβλίο, υπάρχει μια προβληματική διάσταση που ξεκινάει από την εμμονική ιδεολογική προσέγγιση του ίδιου του κ. Καλύβα και που είναι εμφανής σε όλες τις προσπάθειες ιστορικοποίησης της ανάλυσής του. Χωρίς να είμαι ο πρώτος που το επισημαίνει λείπει η θετική αποτύπωση του λαού ως κοινωνικο-πολιτικό υποκείμενο.
Μια μεγάλη και συνεχής αποσιώπηση για τα λαϊκά επιτεύγματα σε πολιτικό και εθνικό επίπεδο και μια επιστροφή, στο «μύθο του ‘‘καλού’’ ξένου» σύμφωνα με τον τίτλο ομώνυμου άρθρου του έγκριτου καθηγητή Σύγχρονης Ιστορίας κ. Πολυμέρη Βόγλη. Η απουσία μάλιστα της συμβολής του λαού, για την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης, εκτός του ότι προσπερνάται με ελάχιστες, έως καθόλου αναφορές -είναι γνωστή η αρνητική θέση του κ. Καλύβα απέναντι στο φαινόμενο – δεν εντάσσεται ούτε στο συλλογικό πλαίσιο της ευρωπαϊκής αντίστασης, που έστω και δια λόγων υπήρξε μια από τις ιδρυτικές κοινωνικές βάσεις του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
Αλλά δεν είναι μόνον η αντίσταση του 1941-1944. Ακόμη και στο τρέιλερ για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, το λεκτικό αναφέρεται στο θρίαμβο της δημοκρατικής επανάστασης χωρίς αναφορά στα γεγονότα της μεγάλης και δημοκρατικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου, κάτι που συνειδητά δεν επιλέχθηκε για το σίγουρο κοινό που απευθυνόταν.
Η απουσία από την πλοκή όλων αυτών που αναφέραμε παραπάνω, όπως και των γερμανικών θηριωδιών, της πείνας και των θανάτων ή του ολοκαυτώματος των Ελλήνων Εβραίων, όπως αναφέρει και ο Πολυμέρης Βόγλης, δεν συνιστά άρνηση, απλώς μάλλον απορρίφθηκαν γιατί δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν το βασικό ερμηνευτικό σχήμα, αυτό του «καλού» ξένου αλλά και κατά την άποψη με την οποία συμφωνούμε ότι την ιστορία τη γράφουν οι λαοί με τους ηγέτες τους να είναι κάθε φορά αυτοί που τους εκπροσωπούν.
Και αυτό μάλλον είναι η προβληματική διάσταση της θέασης Καλύβα, που ενστερνίζεται και μια πραγματική ή κατ’ επίφαση ελίτ του τόπου μας, τόσο στην ιστορική της διάσταση όσο και στην ανάλυση της σύγχρονης πραγματικότητας. Ένας ελιτισμός, που απορρίπτει τη λαϊκότητα ως λαϊκισμό και τις αντίπαλες, κυρίως αριστερές, θέσεις μόνον ως αυταρχικές.
Πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτής της αντίληψης είναι και η αντίδραση στον χαμό που έγινε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τις δηλώσεις του τραγουδιστή Σάκη Ρουβά για τον υπόδικο ηθοποιό και σκηνοθέτη Δημήτρη Λιγνάδη. Χωρίς να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι υπήρχαν ακραίες έως και απαράδεκτες αναρτήσεις, ο κ. Καλύβας μίλησε για «όχλο ατομικά θλιβερό και συλλογικά φασιστικό», ενώ θα μπορούσε ανθρώπινα απλώς να αναφερθεί στο δικαίωμα του κ. Ρουβά στην υπεράσπιση ενός ανθρώπου που τον έχει βοηθήσει στην καριέρα του και να στηλιτεύσει τις ακραίες αντιδράσεις, με πιο κοινότοπους όρους, όπως «ανθρωποφαγία» κοκ.
Μάλλον, όμως, η λογική του κ. Καλύβα και των εγχώριων ελιτιστών -εκφράστηκαν κι άλλλοι ομοϊδεάτες του με βαριές εκφράσεις, δεν ανέχεται ότι ένας άνθρωπος που ανήκει στο ευρύτερο αξιακό και κοινωνικό περιβάλλον τους, μπορεί να βρεθεί ξαφνικά -σεβόμαστε το τεκμήριο της αθωότητας- από τον θρίαμβο του φιλιού της λούτρινης ακρόπολης στην παράσταση της Επιδαύρου, πίσω από τα κάγκελα μιας φυλακής, αν τελικά καταδικαστεί, χωρίς από την άλλη να έχει να γίνει καμιά αναφορά στην καταστροφή που έχουν υποστεί τα θύματα των πράξεων του. Οι θρίαμβοι δεν απέχουν πολλοί από τις καταστροφές και ένας πνευματικός ταγός του διαμετρήματος του κ. Καλύβα, οφείλει να το γνωρίζει καλύτερα απ’ όλους, προφυλάσσοντας τον εαυτό του αλλά και τους «ακόλουθούς» του από αυτό που ο ίδιος δαιμονοποιεί…
(Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος-ιστορικός)