Τότε και τώρα τα δεδομένα η διαδικασία
Ενώ η αυλαία για έναν νέο κύκλο διαπραγμάτευσης για το Κυπριακό φαίνεται ότι ανοίγει, εν τούτοις η συζήτηση γύρω από τις πτυχές της διευθέτησης του ζητήματος δεν έχει συναρπάσει το δημόσιο διάλογο.
Όπως έχει διατυπώσει ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ «τη φορά αυτή θα είναι διαφορετικά».
Έχουν κληθεί πέντε μέρη, ήτοι για πρώτη φορά από την αρχή οι τρείς εγγυήτριες χώρες –Ελλάδα, Τουρκία, Ηνωμένο Βασίλειο- που τυγχάνουν να είναι οι συμβαλλόμενες στην ίδρυση της αρχικής Κυπριακή Δημοκρατίας με τις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου του 1959. Έχουν διπλό ρόλο και στην επίλυση. Πρωτίστως βέβαια καλούνται οι δύο κοινότητες, διότι από το 1975 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ μετά την εισβολή, τους έχει αναθέσει το έργο της συνταγματικής αναδιάρθρωσης. Το τελικό προϊόν της βούλησης των δύο συνταγματικών κοινοτήτων θα ολοκληρωθεί με την τροποποίηση της συμφωνίας του 1959 προς τούτο και η σύγκληση της πενταμερούς και θα επικυρωθεί από τις τρείς συμβαλλόμενες/εγγυήτριες σε αυτό που θα έχουν συμφωνήσει οι δύο κοινότητες.
Μέχρι τώρα το τμήμα της εσωτερικής συνταγματικής τάξης δηλαδή της μεταβολής της δομής της συμφωνίας του 1959, ανήκει στην αρμοδιότητα των κοινοτήτων. Και με αυτήν την πτυχή και σύνθεση ξεκινούσε κάθε φορά η διάσκεψη Κυπριακού και η προεργασία της. Οι συμβαλλόμενες/εγγυήτριες έχουν λόγο στις εξωτερικές πτυχές ιδίως όσον αφορά στις συνθήκες εγγυήσεων και συμμαχίας. Όπως συνέβη με τη διάσκεψη το 2017,και σε αυτή φάνηκε σαφώς η ενεργητική συμμετοχή των εγγυητριών χωρών μαζί με τις δύο κοινότητες, όταν για πρώτη φορά υποβλήθηκε ολοκληρωμένη ελληνική πρόταση κατάργησης των εγγυήσεων και αποχώρησης των στρατευμάτων και περιλήφθηκε στην ατζέντα. Οι συνθήκες αυτές κινούνται στο πλαίσιο της συμβατικής σχέσης των τριών εγγυητριών/συμμάχων και της δέσμευσης τους προς την Κυπριακή Δημοκρατία. Διαφορετικά οι τρεις συμβαλλόμενες/εγγυήτριες δεν έχουν λόγο παρέμβασης στα εσωτερικά. Σε αντίθεση με την Ελλάδα η Τουρκία επεμβαίνει σταθερά στην τουρκοκυπριακή κοινότητα την οποία κατευθύνει απροκάλυπτα στις επιλογές της και για τα εσωτερικά θέματα. Αποκορύφωμα είναι η επίκαιρη τουρκική παρέμβαση με την ανάδειξη του πρόθυμου να συνεργαστεί Τατάρ αντί του Ακιντζί, που είχε μια πιο μετριοπαθή αλλά διαφοροποιημένη άποψη και τακτική από την Άγκυρα.
Τη φορά αυτή θα κληθούν εξ αρχής να τοποθετηθούν και τα πέντε μέρη επί όλων των θεμάτων που συνθέτουν την προοπτική συγκρότησης ομοσπονδίας, αλλά και να τοποθετηθούν, τόσο για τη διαδικασία όσο και για την ουσία. Οι τρείς χώρες έχουν ήδη προετοιμαστεί γι’ αυτό. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ετοιμάσει συμβιβαστικές προτάσεις. Η Ελλάδα έχει ετοιμάσει τις θέσεις της για τις γενικές αρχές που θα διέπει το ομοσπονδιακό πρότυπο της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Η Τουρκία προς το παρόν έχει διακηρύξει τη λύση δύο κρατών, πιθανόν θα έχει περιλάβει και άλλες απόψεις για τα εσωτερικά.
Τελευταία φορά που ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ κάλεσε τις δύο χώρες -Ελλάδα και Τουρκία- να παρέμβουν με ανάλογη πειθώ και διαβούλευση προς την αντίστοιχη κοινότητα τους υπέρ της λύσης, συνέβη με το σχέδιο Ανάν στην τελική εκδοχή του. Αυτό έγινε σε συμφωνία με τον Γενικό Γραμματέα. Ήταν μια περίπτωση που για τα θέματα συνταγματικής τροποποίησης οι δύο χώρες Ελλάδα και Τουρκία θα είχαν μια εμπλοκή. Η καταψήφιση του σχεδίου από την ελληνοκυπριακή κοινότητα επισκίασε κάθε άλλη πτυχή της τότε διαδικασίας. Εξάλλου ο τότε πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος δεν άφησε κανένα περιθώριο να εμπλακεί η Ελλάδα στη διαδικασία στο Μπουέργκενστοκό που παραβρέθηκε ως παρατηρητής. Σε αντίθεση με τον Ερντογάν ο οποίος αλώνιζε στους συνεδριακούς χώρους που διαδραματιζόταν ο τελικός κύκλος της συνδιάσκεψης.
Υπερδομή, δομή, θεραπεία ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Στην παρούσα άτυπη διάσκεψη όλα τα μέρη θα έχουν άποψη τουλάχιστον ως προς τις γενικές αρχές και στα τρία επίπεδα που χαρακτηρίζουν το πλαίσιο διευθέτησης του Κυπριακού.
Το πρώτο είναι η υπερδομή, όπως την αποκαλώ. Αφορά την ενιαία κυριαρχία, την ενιαία διεθνή εκπροσώπηση, την ενιαία ιθαγένεια, τη συνέχεια του αρχικού κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας, την απαγόρευση της απόσχισης, την εδαφική ακεραιότητα καθώς και την εφαρμογή του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου και των αρμοδιοτήτων που απορρέουν από το ζεύγος αυτό έννομης τάξης στην οποία θα υπάγεται η μελλοντική ομοσπονδιακή Κύπρος.
Η ομοσπονδία της Κύπρου ως ο συνεκτικός ιμάντας στα κείμενα ανάλυσης συχνά αναφέρεται και ως ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία. Με τον όρο αυτό συνήθως καταδεικνύεται ότι με την ομοσπονδία επιτυγχάνεται η επανένωση των δύο κοινοτήτων στο περίγραμμα της μιας Κυπριακής Δημοκρατίας. Σε συνέχεια του κεκτημένου στο Crans Montana στο πλαίσιο ενός φυσιολογικού κράτους, το αναχρονιστικό σύστημα των εγγυήσεων, όπως αναγνωρίστηκε από τον Γενικό Γραμματέα, σε συνέχεια της πρότασης κατάργησης, δεν μπορεί να γίνεται περαιτέρω αποδεκτό. Η εισήγηση περί μηχανισμού ελέγχου της λειτουργίας του ομοσπονδιακού κράτους αντί εγγυήσεων, είναι από εκείνα τα κεκτημένα που και ο Γενικός Γραμματέας τα περιέλαβε στα προς συζήτηση περαιτέρω.
Η δομή αφορά στην τροποποίηση της συνταγματικής τάξης που είναι η stateofaffairs, όπως αναφέρεται στη συμφωνία Ζυρίχης-Λονδίνου του 1959 και ενσωματώθηκε στο σύνταγμα του 1960. Η ομοσπονδία συγκροτείται από το ομοσπονδιακό κράτος και τις ομόσπονδες κοινότητες/πολιτείες, οι οποίες απολαύουν πολιτικής ισότητας μεταξύ τους, όσον αφορά στις αρμοδιότητές τους, οι εξουσίες μεταξύ τους και με αυτές του ομοσπονδιακού κράτους είναι διακριτές και η οργάνωση της εκτελεστικής εξουσίας είναι ζήτημα που οι άμεσα εμπλεκόμενες κοινότητες θα ορίσουν, είτε πρόεδρος/αντιπρόεδρος είτε συλλογική προεδρία.
Στην πρώτη περίπτωση οι πιθανότητες η κεντρική κυβέρνηση να ασκεί τις συγκεκριμένες εξουσίες που θα προβλέπονται είναι περισσότερες σε σύγκριση με την περίπτωση της συλλογικής προεδρίας, όπου η φυσιογνωμία της κυβέρνησης θα είναι πιο άνευρη και ισχνή.
Το τεκμήριο αρμοδιότητας ανήκει στις πολιτείες. Η κεντρική κυβέρνηση ασκεί συγκεκριμένες εξουσίες.
Τα ίδια μπορεί να ειπωθούν για τη διακυβέρνηση όπου οι δύο κοινότητες αναλογικά θα συμμετέχουν. Για να διατηρηθεί η βιωσιμότητα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και να μην εκφυλιστεί στην αποκεντρωμένη μορφή της -περίπτωση κατά την οποία η εξουσία θα περιοριστεί στις δύο κοινότητες/πολιτείες- η κεντρική εξουσία πρέπει να ασκείται με ασφαλιστικές δικλείδες και υπέρβαση αδιεξόδων.
Η ομοσπονδία θα διατηρηθεί εφόσον λειτουργεί απρόσκοπτα και συναινετικά η κεντρική ομοσπονδιακή διακυβέρνηση της εκτελεστικής και της κοινοβουλευτικής εξουσίας. Οι περισσότερες εξουσίες προς τις πολιτείες και οι συνθήκες συναίνεσης αντί της αρνησικυρίας στην κεντρική κυβέρνηση, καθώς και οι ευρείες συναινέσεις στη βάση με ενιαίο ψηφοδέλτιο ή διασταυρούμενη ψήφο στην ανάδειξη των αιρετών κάθε κοινότητας στα κεντρικά όργανα, θα θεμελιώνουν τις προϋποθέσεις να μην εκφυλιστεί η ομοσπονδία προς φυγόκεντρες τάσεις.
Αν και για την αποφυγή του τελευταίου ενδεχόμενου μια ομοσπονδιακή περιοχή για την έδρα και άσκηση ομοσπονδιακών αρμοδιοτήτων θα είχε -κατά το ανάλογο των Βρυξελλών- ένα ειδικό βάρος στην βιωσιμότητα της ομοσπονδίας, για να μην κυλήσει σε παραλυσία, εάν δεν υπάρχει πρόθεση να είναι η ομοσπονδία το κοινό κράτος αντί των κοινοτήτων/πολιτειών.
Η εγκατάσταση, ανάκτηση/αποζημίωση περιουσιών και ελευθερία κίνησης αφορά στη θεραπεία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι προοπτικές και τα σενάρια
Είναι ένα δύσκολο εγχείρημα να συγκροτηθεί η ομοσπονδία, αλλά δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραιτηθεί καμία από τις δύο κοινότητες ή οι λοιπές συμβαλλόμενες/εγγυήτριες χώρες. Η ομοσπονδία είναι μια ευκαιρία που ανανδεικνύει θεμιτό συμφέρον εάν επιτευχθεί. Εάν ξεκινούσαμε από την τουρκοκυπριακή κοινότητα, η δήθεν λύση των δύο κρατών δεν την ωφελεί, σε αντίθεση με την επανένωση που της εξασφαλίζει υπόσταση ως κοινότητα/πολιτεία της ομοσπονδίας της Ενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας μέλος της ΕΕ με όλα τα προνόμια και προοπτικές. Η Τουρκία δεν μπορεί να κερδίσει κάτι από το πυροτέχνημα της λύσης των δύο κρατών, διότι θα συνεχίσει να καταβάλει τα τροφεία της τουρκοκυπριακής κοινότητας άμεσα με την οικονομική στήριξη ακόμη και με το τέχνασμα να της προικοδοτήσει, παρανόμως, την τουριστική εκμετάλλευση της Αμμοχώστου. Θα χρεώνεται δε το κόστος της παρουσίας στρατού με ό,τι αυτό συνεπάγεται ακόμη για την εικόνα της διεθνώς. Ακόμη και η ενδεχόμενη προσάρτηση δεν της δημιουργεί προστιθέμενη αξία.
Η Τουρκία πιθανότατα επιδιώκει μια έντονα αποκεντρωμένη ομοσπονδία με ενισχυμένη τη θέση των Τουρκοκυπρίων που θα μεριμνούν για την σχέση της με την ΕΕ και τη πρόσβασή της στη γεωπολιτική σκακιέρα της ΝΑ Μεσογείου.
Η ομοσπονδία ήταν και παραμένει το μότο της ελληνοκυπριακής πλευράς. Δεν υποστήριξε ο ελληνοκυπριακός πληθυσμός το σχέδιο επίλυσης το 2004, παρότι ήταν σχεδιασμένο πάνω σε πρότυπο ομοσπονδίας. Η ελληνοκυπριακή πλευρά παρά και την ένταξη στην ΕΕ δεν έστρεψε την πλάτη στην ομοσπονδία, η οποία είναι εξάλλου μια υποχρέωση που πρέπει να εκπληρωθεί απέναντι στη διεθνή κοινότητα, ειδάλλως θα σήμαινε ότι συντάσσεται με διαλυτικές απόψεις τις οποίες στο παρελθόν έχει δαιμονοποιήσει. Όντως προωθεί την ομοσπονδία αλλά όμως ακόμη, ανάμεσα στα άλλα, δεν έχει αποδεχθεί βασικές παραμέτρους της, όπως είναι η πολιτική ισότητα, η κατανομή εξουσιών με δικλείδες ασφαλείας για τη λειτουργικότητα και την κουλτούρα της συναίνεσης, την εκτελεστική εξουσία, εάν θα μπορούσε να είναι εκ περιτροπής, εφόσον η σταθερή θητεία (4+2) μεταξύ των δύο κοινοτήτων δεν θα αποδώσει.
Αποφασιστικά βήματα πρέπει να γίνουν και από τις δύο πλευρές, όπως και αντίστοιχα συμβιβασμού, εάν έχει βρεθεί ο κοινός στόχος που πρέπει να καθοδηγεί τα όρια στα οποία πρέπει να κινείται και η πίστη στο αδιαίρετο της κοινής πατρίδας των δύο κοινοτήτων στην οποία θα συνοικήσουν.
Η βόμβα Τούρκων και Τουρκοκυπρίων περί δύο κρατών δεν έχει θέση σε μια συζήτηση περί ομοσπονδίας. Δεν πρέπει όμως να εγκαταλειφθεί ο διάλογος εξαιτίας αυτής της εξέλιξης στις αναζητήσεις ή παίγνια της τουρκικής πλευράς.
Ο Πέτρος Λιάκουρας είναι Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές», στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς