Δύο χρόνια μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019, η κυβέρνηση καταγράφει πολιτική και δημοσκοπική υπεροχή σε αντίθεση με την παράδοση που θέλει τα κυβερνώντα κόμματα να καταγράφουν κάμψη στο μέσο της θητείας τους (βλ. εύρημα 3 εδώ). Κάθε απόπειρα ερμηνείας της εικόνας αυτής βάζει – και δικαιολογημένα – στο επίκεντρο την επίδοση της κυβέρνησης στη διαχείριση κρίσεων και τις παρενέργειες που εκείνες προκαλούν στο πολιτικό σκηνικό, ενώ, σε ένα δεύτερο επίπεδο, βάρος δίνεται στη μιντιακή της υπεροπλία και τη δυστοκία ανασυγκρότησης της αντιπολίτευσης. Ωστόσο, αυτό το σχήμα ερμηνείας δεν αποδίδει την πλήρη εικόνα.
Τέσσερεις είναι οι παράμετροι που χρήζουν προσοχής και ερμηνεύουν την υπεροχή της πρώτης κυβέρνησης των τελευταίων δέκα ετών που κλήθηκε να διαχειριστεί σημαντικές κρίσεις αλλά μη οικονομικού περιεχομένου:
Α) Κατά κανόνα, μια κρίση συσπειρώνει την κοινωνία γύρω από την ηγεσία της. Στην περίπτωση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, οι κρίσεις που επιδρούν στους συσχετισμούς είναι δύο και επιδρούν καταλυτικά υπέρ της, διότι: η μείζονα αφορά - σωρευτικά - προνομιακά για το κυβερνών κόμμα κοινά (η πανδημία πλήττει κυρίως πολίτες μεγαλύτερης ηλικίας) και η ελάσσονα ευαίσθητα ζητήματα της ατζέντας της (Έβρος/προσφυγικό - ένταση στα ελληνοτουρκικά), ενώ και στις δύο περιπτώσεις η διαχείριση κρίνεται στα περισσότερα σημεία επαρκής – τουλάχιστον σε επίπεδο κοινής γνώμης.
Β) Η πανδημία και τα συνεχόμενα lockdown, ειδικότερα, έθεσαν – εκτός των άλλων – και τις κλασικές πολιτικές διεργασίες σε αναστολή. Όσο ο φόβος του κορονοϊού είναι ισχυρός και απαιτεί διαχείριση, η κυβέρνηση θα κερδίζει χρόνο και η αντιπολίτευση θα έχει μειωμένη παρεμβατικότητα και περιορισμένο χώρο κινήσεων. Τα κόμματα δεν δοκιμάζονται σε «κανονικές» συνθήκες οπότε και τα κριτήρια αξιολόγησής τους από τους πολίτες δεν είναι τα «κανονικά», ενώ και οι παραδοσιακοί μηχανισμοί κυβερνητικής φθοράς υπολειτουργούν.
Γ) Χωρίς μνημονιακούς περιορισμούς και με περεταίρω δημοσιονομική χαλάρωση εξαιτίας της πανδημίας, η σημερινή κυβέρνηση είναι η πρώτη - μετά το 2010- που δεν εφαρμόζει περιοριστικές πολιτικές και δεν αυξάνει τους φόρους. Αντιθέτως, εκμεταλλεύεται τον ελεύθερο χώρο για σχετική μείωση της φορολογικής πίεσης. Αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο που δεν λαμβάνει τη δέουσα προσοχή.
Δ) Συνέπεια των παραπάνω, η Νέα Δημοκρατία δεν έχει αναγκαστεί- μέχρι στιγμής - να διαψεύσει κάποια προεκλογική υπόσχεση στρατηγικού χαρακτήρα (υποσχέσεις που τέθηκαν ούτως ή άλλως με μέτρο προεκλογικά) - πλην της υπόσχεσης για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ωστόσο, η κάμψη των αναπτυξιακών ρυθμών αποδίδεται στην πανδημία και αποτελεί κοινό τόπο στις δυτικές οικονομίες. Οι όροι, λοιπόν, που οδήγησαν στην εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας δεν έχουν ανατραπεί ή παραβιαστεί.