«Οι διεργασίες στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ εντάσσονται στην προσπάθεια χειραγώγησης του λαού, μέσω της «αναπαλαίωσης» δοκιμασμένων πυλώνων του συστήματος. Γι’ αυτό το σκοπό αξιοποιείται και η εκλογή της νέας ηγεσίας, που είναι φανερό ότι λαμβάνει εξόφθαλμη στήριξη και προβολή από τα διάφορα γνωστά κέντρα του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου».
Στην παραπάνω εκτίμηση προβαίνει ο Γιάννης Γκιόκας, βουλευτής και υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, με συνέντευξη που παραχωρεί στο iEidiseis.
Επισημαίνει δε ότι «το ΚΙΝΑΛ μπορεί να γίνει ένας πιθανός “μπαλαντέρ” σε κυβερνήσεις συνεργασίας, τόσο με το ΣΥΡΙΖΑ, όσο και με τη ΝΔ», καθώς «οι διαφορές μεταξύ τους δεν είναι αγεφύρωτες». «Επειδή το ΚΚΕ είναι το μοναδικό κόμμα που βλέπει τους εργαζόμενους και το λαό ως πρωταγωνιστές κι όχι ως “κομπάρσους”, για αυτό και στις εκλογές -όποτε γίνουν- πρέπει να βγει πιο δυνατό», διαμηνύει.
Πού οφείλεται η μεγάλη κινητικότητα που παρατηρείται στο πολιτικό σύστημα το τελευταίο διάστημα κ. Γκιόκα;
Δεν είναι κάτι περίεργο ή κάτι απρόβλεπτο. Βρισκόμαστε ήδη στον τρίτο χρόνο διακυβέρνησης της ΝΔ και στο δεύτερο χρόνο της πανδημίας, με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα και με τις προβλέψεις δυσοίωνες. Βρισκόμαστε, επίσης, εν μέσω ενός κύματος ακρίβειας, που τσακίζει το ήδη καθημαγμένο λαϊκό εισόδημα, ενώ το επόμενο διάστημα θα γίνουν πιο ορατές οι συνέπειες των αντεργατικών κι αντιλαϊκών νόμων που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ κι έρχονται να προστεθούν σε όλους τους προηγούμενους. Πάνω σ’ αυτό το έδαφος και την πιεστική κατάσταση που διαμορφώνεται, είναι λογικό κι επόμενο να δυναμώνει η λαϊκή δυσαρέσκεια.
Συνεπώς, τα διάφορα επιτελεία του συστήματος και τα κόμματά τους κάνουν τις κινήσεις τους, παίρνουν τα μέτρα τους, στήνουν νέα πολιτικά αναχώματα και στηρίζουν τα “παλιά”, (βλέπε ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ), έτσι ώστε αυτή η λαϊκή δυσαρέσκεια να παραμείνει εγκλωβισμένη στις διάφορες “μεταμορφώσεις” του αστικού πολιτικού συστήματος που έχουμε δοκιμάσει μέχρι σήμερα. Πάνω από όλα να μείνει μακριά από τον αγώνα, την ταξική πάλη, την αμφισβήτηση της αντιλαϊκής στρατηγικής, ειδικά σε μια περίοδο που οι διάφοροι μύθοι που τη συνοδεύουν καταρρέουν ο ένας μετά τον άλλο. Άρα υπάρχουν αντικειμενικές δυνατότητες ριζοσπαστικοποίησης ευρύτερων λαϊκών δυνάμεων.
Τι σηματοδοτεί η ανάδειξη του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής κ. Γκιόκα; Και μπορεί να αναγεννηθεί το κόμμα αυτό με τη νέα του ηγεσία;
Οι διεργασίες στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ εντάσσονται στην παραπάνω προσπάθεια χειραγώγησης του λαού, μέσω της “αναπαλαίωσης” δοκιμασμένων πυλώνων του συστήματος. Γι’ αυτό το σκοπό αξιοποιείται και η εκλογή της νέας ηγεσίας, που είναι φανερό ότι λαμβάνει εξόφθαλμη στήριξη και προβολή από τα διάφορα γνωστά κέντρα του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου.
Αν με τον όρο «αναγέννηση» εννοείτε, εκτός από τη συγκράτηση του εκλογικού ποσοστού του 8,1% που είχε ή ακόμα και ένα μεγαλύτερο ποσοστό, αυτό μπορεί να συμβεί. Αν εννοείτε ότι αυτό το κόμμα μπορεί να αλλάξει στρατηγική, τότε απαντάμε κατηγορηματικά όχι. Από την άλλη έχει περάσει -προ πολλού κι ανεπιστρεπτί- η εποχή που τέτοια κόμματα είχαν κάποια περιθώρια ευελιξίας στην άσκηση κυβερνητικής διαχείρισης, έτσι ώστε να υλοποιείται η κυρίαρχη πολιτική με τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις. Τα δικά τους στοιχεία ομολογούν πως οι κοινωνικές ανισότητες μεγαλώνουν παντού, σε όλο τον κόσμο. Και εκεί που κυβερνούν σοσιαλδημοκράτες και εκεί που κυβερνούν νεοφιλελεύθεροι ή και κυβερνήσεις συνεργασίας μεταξύ τους.
Αυτό έγινε και στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, πιο πρόσφατα με τον ΣΥΡΙΖΑ, που κι αυτός πλέον ανήκει ουσιαστικά στην οικογένεια της αμαρτωλής σοσιαλδημοκρατίας, διατηρώντας φυσικά τα παλιά οπορτουνιστικά του χαρακτηριστικά. Επιπλέον το σημερινό ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ είναι πια αντιμέτωπο όχι μόνο με τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά και με την αναζήτηση ζωτικού πολιτικού χώρου μέσω εγκλωβισμού εργατικών – λαϊκών μαζών που είναι ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί το ΚΙΝΑΛ υπό τη νέα του ηγεσία να αποτελέσει μοχλό αναδιάταξης για το πολιτικό σύστημα;
Το ΚΙΝΑΛ μπορεί να γίνει ένας πιθανός “μπαλαντέρ” σε κυβερνήσεις συνεργασίας, τόσο με το ΣΥΡΙΖΑ, όσο και με τη ΝΔ. Άλλωστε, οι διαφορές μεταξύ τους δεν είναι αγεφύρωτες. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι το ΚΙΝΑΛ έχει ψηφίσει πάνω από το 70% των νομοσχεδίων της κυβέρνησης της ΝΔ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ περίπου τα μισά.
Φυσικά κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το πώς ακριβώς θα εξελιχθεί η σχέση του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ με τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε αυτό θα προκύψει μόνο από τις επιλογές του ενός ή του άλλου αρχηγού, αλλά από τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης, της εξέλιξης στη διαχείριση της πανδημίας, από το ενδεχόμενο μια νέας οικονομικής κρίσης, από τη διασφάλιση σταθερού πολιτικού συστήματος, ικανού να προλάβει την άνοδο και όξυνση της ταξικής πάλης. Αρκεί μια ματιά στις αντίστοιχες κυβερνήσεις σε Ισπανία, Πορτογαλία, πρόσφατα στη Γερμανία, στο πρόγραμμα και τα μέτρα που υλοποιούν, για να επιβεβαιώσει κανείς του λόγου το αληθές. Και το λέμε αυτό γιατί, τόσο από το ΚΙΝΑΛ, όσο κι από τον ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλονται αυτές οι κυβερνήσεις ως δήθεν «φιλολαϊκή» στροφή στην ΕΕ. Μόνο που η μέχρι σήμερα εμπειρία τούς διαψεύδει, για μια ακόμη φορά.
Γι’ αυτό και είναι κρίσιμο ο λαός να απορρίψει τις νέες ψευδαισθήσεις, που καλλιεργούνται γύρω από δήθεν «προοδευτικές κυβερνήσεις», οι οποίες βάζουν στον πάγο κάθε δυνατότητα χειραφέτησης του λαού, προσφέροντας πολύτιμες ανάσες κι υπηρεσίες στο σύστημα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε παραίτηση της κυβέρνησης και πρόωρες εκλογές. Συμφωνείτε με το αίτημα;
Το ΚΚΕ δεν είχε ποτέ πρόβλημα με το να γίνουν εκλογές, όμως το κρίσιμο ερώτημα είναι τι θα προκύψει από αυτές. Θα φέρουν το λαό σε καλύτερη θέση ή θα κάνουν ένα ανακάτεμα της τράπουλας για να συνεχιστεί η ίδια αντιλαϊκή πολιτική, όπως συμβαίνει συνήθως; Άλλωστε, η εμπειρία έχει δείξει ότι τα κόμματα, που υποτάσσουν τα πάντα στην κάλπη, είναι αυτά που απλά επιδιώκουν αλλαγή διαχειριστή της σημερινής κατάστασης και στρατηγικής. Πέρα από το ότι καλλιεργούν την επιζήμια λογική της αναμονής «σωτήρων» και λύσεων από «τα πάνω», που ποτέ δεν επαληθεύτηκαν.
Το ζήσαμε με τον ΣΥΡΙΖΑ παλιότερα, το ζήσαμε με τη ΝΔ μέχρι το 2019 -που ζητούσε εκλογές κάθε τρεις και λίγο- σήμερα το ρόλο του “διεκδικητή” εκλογών αναλαμβάνει πάλι ΣΥΡΙΖΑ, που έχει στηρίξει όλους τους βασικούς άξονες της κυβερνητικής στρατηγικής. Από το Ταμείο Ανάκαμψης μέχρι τις κρίσιμες αποφάσεις (πχ εξοπλισμοί, βάσεις) που σχετίζονται με την εμπλοκή της Ελλάδας στους επικίνδυνους αμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς. Άλλωστε, ο ίδιος ο κύριος Τσίπρας στη Βουλή, μέχρι να ζητήσει εκλογές, διαφήμιζε το πόσο πολύ έβαλε πλάτη στην κυβέρνηση.
Το κρίσιμο για εμάς είναι να δυναμώσει η παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα στις εξελίξεις μέσα από την οργάνωση, τον αγώνα, το δυνάμωμα της ταξικής πάλης. Αυτό είναι που μπορεί να φέρει σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση και κάθε κυβέρνηση και να αποτελέσει εγγύηση για θετικές εξελίξεις για το λαό. Κι επειδή το ΚΚΕ είναι το μοναδικό κόμμα που βλέπει τους εργαζόμενους και το λαό ως πρωταγωνιστές κι όχι ως «κομπάρσους», για αυτό και στις εκλογές -όποτε γίνουν- πρέπει να βγει πιο δυνατό.
Το ΚΚΕ τι έχει για προτεραιότητα για το επόμενο διάστημα;
Αυτή την περίοδο εξελίσσεται μια πλατιά πολιτική εξόρμηση του ΚΚΕ, με πρωτοβουλίες, εκδηλώσεις, συσκέψεις, συγκεντρώσεις, που δεν έχει σχέση με τις προεκλογικού χαρακτήρα δραστηριότητες των άλλων κομμάτων, αλλά πρόκειται για ένα κάλεσμα αγωνιστικής συμπόρευσης.
Αυτή η συμπόρευση με το ΚΚΕ εκφράζεται πάνω από όλα με την ενεργητική συμμετοχή και συμβολή μέσα στους φορείς των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας, του κινήματος των βιοπαλαιστών αγροτών και επαγγελματιών, στους καθημερινούς αγώνες. Η ανταπόκριση σε αυτή την πρωτοβουλία του ΚΚΕ, σε συνδυασμό με τα σημαντικά αγωνιστικά σκιρτήματα που υπάρχουν σε κλάδους, χώρους δουλειάς, μέτωπα, μας κάνουν αισιόδοξους.
Δείτε, για παράδειγμα, τον αγώνα των εργαζομένων στην COSCO, την e-food, σε άλλους χώρους δουλειάς. Αυτά που κέρδισαν δεν τους τα έδωσε καμία κυβέρνηση, ίσα-ίσα όλες οι κυβερνήσεις νομοθετούσαν σε βάρος τους, στο όνομα των «εμβληματικών επενδύσεων». Ούτε οι εργαζόμενοι/ες σε αυτούς τους χώρους μπήκαν σε κάποια λογική «αναμονής» ενός κυβερνητικού «σωτήρα», όπως τους λένε πονηρά κάποιοι. Ας σκεφτεί ο καθένας και η καθεμιά τι θα μπορούσαμε να εμποδίσουμε ή να πετύχουμε, αν πολλαπλασιάζονταν σε όλη την Ελλάδα αυτές οι εστίες αγώνα, γνωρίζοντας βέβαια ότι στον καπιταλισμό δεν μπορούν να υπάρξουν μόνιμα «κεκτημένα».
Εκεί, λοιπόν, πρέπει να στραφεί ο προβληματισμός, που όλο και περισσότερες λαϊκές δυνάμεις εκφράζουν, αγωνιώντας για το σήμερα και το αύριο. Κι εκεί μπορεί να χτιστεί μια πραγματικά ελπιδοφόρα κοινωνική συμμαχία, που δεν θα κάνει απλά έναν αγώνα αμυντικό απέναντι στη σημερινή επίθεση, αλλά θα περνάει στην αντεπίθεση, θα αλλάζει συσχετισμούς, θα συγκεντρώνει δυνάμεις ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο, τον καπιταλισμό, τα μονοπώλια, τις διεθνείς τους συμμαχίες και τις κυβερνήσεις τους. Θα αξιοποιεί κάθε δυσκολία και «ρωγμή» στο αστικό πολιτικό σύστημα για να περνάει ο λαός σε καλύτερες θέσεις μέχρι την ανατροπή αυτού του βάρβαρου εκμεταλλευτικού συστήματος. Άλλωστε, ζούμε σε μια εποχή που τα μεγάλα ερωτήματα, που αντικειμενικά τίθενται από τα σοβαρά προβλήματα που βιώνουμε, απαιτούν και μεγάλες απαντήσεις. Η πρόταση διεξόδου του ΚΚΕ δίνει αυτές τις απαντήσεις.