Μπορεί η διαρκής επωδός κυβερνητικών στελεχών για τη ΝΔ να είναι πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει παραδώσει τα ηνία του κόμματος στο «σαμαρικό» στρατόπεδο, υπό τον Άδωνι Γεωργιάδη, ωστόσο πίσω από την εκτράχυνση του πολιτικού λόγου του επικεφαλής της ΝΔ δε βρίσκονται μονάχα οι εσωκομματικές πιέσεις από τα πρώην στελέχη του ΛΑ.Ο.Σ.
Η σκλήρυνση της γραμμής και της ρητορικής του κ. Μητσοτάκη αποτελεί στρατηγική επιλογή του και δεν έρχεται ούτε σε ουδέτερο πολιτικό χρόνο ούτε σε ανύποπτη συγκυρία.
Η χθεσινή αναφορά του κ. Μητσοτάκη από την Κρήτη σε πιέσεις τρίτων, οι οποίες οδήγησαν την κυβέρνηση στην υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, μπορεί να ξένισε πολλούς αλλά είναι ενδεικτική της στρατηγικής που χαράσσει ο επικεφαλής της ΝΔ μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αναδιάταξης της Δεξιάς, που ξεφεύγει ακόμα και από τα στενά όρια της Ευρώπης.
Η υιοθέτηση του επιχειρήματος ότι οι Πρέσπες αποτελούν προϊόν πίεσης τρίτων ήρθε διά στόματος Μητσοτάκη την ίδια ημέρα που ανακοίνωσε πως η ΝΔ δε θα ψηφίσει ούτε το πρωτόκολλο ένταξης στο ΝΑΤΟ, το οποίο θα ακολουθήσει την ψηφοφορία της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Λίγες μόλις μέρες νωρίτερα εξάλλου, ο ίδιος ο αρχηγός της ΝΔ, τέσσερις μέρες μετά την αναχώρηση Μέρκελ από την Αθήνα, φρόντισε να επαναλάβει εμμέσως το διαψευσθέν επιχείρημα περί «ανταλλαγής» Πρεσπών με συντάξεις, τονίζοντας στον ΑΝΤ1 με νόημα πως «κάποια πράγματα γίνονται και δε λέγονται».
Με τις πιέσεις για μία «καθαρόαιμη» Δεξιά από το σαμαρικό στρατόπεδο να είναι δεδομένες, ο κ. Μητσοτάκης διαφαίνεται πως επιλέγει να συμπλεύσει με το ευρύτερο ρεύμα αντισυστημισμού στα όρια της λαϊκιστικής σκληρής δεξιάς, ρεύμα το οποίο εγκαινίασε επιτυχώς με την καμπάνια του Ντόναλντ Τραμπ ο Στιβ Μπάνον.
Και τούτο, διότι σε μία Ευρώπη που οδεύει προς τις κάλπες του Μαΐου βαθιά διχασμένη και με διαρκώς αυξανόμενα τα ποσοστά της ακροδεξιάς και του ευρωσκεπτικισμού (Όρμπαν, Κουρτς, Σαλβίνι), το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη κατόπιν και σχετικών μετρήσεων, εκτιμά πως μόνο εάν θωρακίσει τα δεξιά σύνορά της στο πολιτικό φάσμα, μπορεί να ανακόψει τις διαρροές προς τους εν τη γεννέσει τους πολιτικούς φορείς και σχηματισμούς που κινούνται στα όρια του συνταγματικού τόξου, όπως οι κινήσεις Βελόπουλου, Κρανιδιώτη, Μπαλτάκου και φυσικά η Χρυσή Αυγή που βρίσκεται εκτός του τόξου αυτού.
Η στρατηγική της Alt-Right εξάλλου ενισχύεται από την άποψη που υπάρχει διαδεδομένη στη ΝΔ πως εφόσον εξασφαλιστεί η πρωτιά στις επόμενες εκλογές εντός του 2019, είτε αυτή έρθει με ποσοστά αυτοδυναμίας είτε όχι, το Κίνημα Αλλαγής θα υποστεί αφόρητες πιέσεις και δε θα μπορέσει να μείνει εκτός κάδρου σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό που θα «καλύψει» εκλογικά και το χώρο του πολιτικού κέντρου.
Παρόλα αυτά, αξίζει να σημειωθεί ότι ουκ ολίγα στελέχη της ΝΔ εκφράζουν πλέον όλο και πιο συχνά την αμφισβήτησή τους για τη στρατηγική της ΝΔ, εκτιμώντας ότι η διαρκής μετατόπιση στα δεξιά δεν μπορεί να διεμβολίσει τη Χρυσή Αυγή και η ΝΔ, με τη συσπείρωσή της να έχει πιάσει «ταβάνι» εδώ και δύο χρόνια, μένει χωρίς εκλογικό ακροατήριο, ενώ αντίστοιχα αφήνεται περιθώριο στον Αλέξη Τσίπρα να αλώσει το χώρο του κέντρου.
Πέραν αυτού, οι θιασώτες της άποψης αυτής υπενθυμίζουν ότι η ΝΔ κατάφερε να γίνει κυβέρνηση μόνο όποτε μπόρεσε να ρευστοποιήσει τη διείσδυσή της στο κέντρο, με πιο εμβληματική την περίπτωση διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή το 2004.