Ο κ. Αναστασιάδης είπε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός έδειξε τόλμη και θάρρος και έδωσε τέλος σε μια «αχρείαστη» διαμάχη.
«Το όνομα έτσι κι αλλιώς είχε δοθεί από το 1992», τόνισε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και σημείωσε πως με τη Συμφωνία των Πρεσπών απαλείφονται και τα αλυτρωτικά που υπήρχαν στο Σύνταγμα της γειτονικής χώρας.
Ο κ. Τσίπρας, από την πλευρά του, σημείωσε πως πρόκειται πραγματικά για ένα ιστορικό βήμα, που με τον τρόπο που έγινε, ενισχύει τη διεθνή αξιοπιστία της Ελλάδας, η οποία έχει βασικό όπλο το διεθνές δίκαιο και γι' αυτόν το λόγο θεωρεί πως θα βοηθήσει και στις προσπάθειες για εξεύρεση δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό.
«Όταν μια χώρα έχει ως βασικό όπλο της το διεθνές δίκαιο και αποδεικνύει ότι στη βάση του διεθνούς δικαίου μπορεί να επιδεικνύει την ωριμότητα έντιμων συμβιβασμών, έχει την έξωθεν μαρτυρία ότι στα μεγάλα ζητήματα που έχει μπροστά της, αυτή είναι που θέλει λύση, άλλοι είναι που δε θέλουν ή την αποφεύγουν. Νομίζω ότι αυτή είναι μια σημαντική εξέλιξη που πιστεύω ότι θα βοηθήσει την προσπάθειά μας να διεκδικήσουμε στα πλαίσια της διεθνούς κοινότητας, του ΟΗΕ, μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό», σημείωσε χαρακτηριστικά.
H σημερινή συνάντηση γίνεται στο πλαίσιο της στενότατης συνεργασίας που έχουν, προκειμένου να εξετάσουν μαζί, να επισημάνουν τις τελευταίες εξελίξεις, αλλά και ενόψει της συνάντησης του κ. Τσίπρα στις 5 Φεβρουαρίου με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν, τους παραπέρα χειρισμούς, όπως είπε ο κ. Αναστασιάδης, στο διάλογο που είχαν ενώπιον των τηλεοπτικών συνεργείων.
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ - ΜΠΕ, ο κ. Αναστασιάδης τόνισε πως ο συντονισμός των ενεργειών Κύπρου και Ελλάδας έχει ως στόχο την επιδίωξη μιας λύσης στο Κυπριακό «που να επιτρέπει επιτέλους την ειρηνική συνύπαρξη, τη σταθερότητα, την ειρήνη αλλά ιδιαίτερα και μια λύση που να συνάδει απόλυτα με τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και το διεθνές δίκαιο έτσι ώστε να διασφαλίζεται από τη μια η λειτουργικότητα, αλλά και η βιωσιμότητα και η συμβατότητα της λύσης με το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο».
«Κύριε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ Αλέξη, θέλω να σε καλωσορίσω επίσημα πια στο Προεδρικό Μέγαρο. Αλλά πριν και πάνω απ’ όλα, θέλω να σε συγχαρώ θερμά γιατί, ύστερα από 30 χρόνια και μέσα από την τόλμη που επέδειξες και την αποφασιστικότητα, ένα μεγάλο θέμα που ταλάνιζε την Ελλάδα με τους γείτονες, δηλαδή, η επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών έδωσε τέλος σε μια αχρείαστη, κατά την άποψή μου, διαμάχη, ανοίγοντας πόρτες για συνεργασία. Ανοίγοντας τον δρόμο για ειρήνη και σταθερότητα στην περιοχή των Βαλκανίων και δημιουργώντας προοπτικές μιας ισορροπημένης, αλλά και σταθερής πια σχέσης με τη Βόρεια Μακεδονία, κάτι το οποίο θα επιτρέψει, όχι μόνο την στενότερη οικονομική συνεργασία, αλλά και τη δημιουργία ενός νέου περιβάλλοντος. Θέλω να σε συγχαρώ θερμά και να ευχηθώ ό,τι καλύτερο.
Για άλλη μια φορά θέλω να ευχηθώ ό,τι καλύτερο για την Ελλάδα, για τις προσπάθειες που καταβάλλεις και κατέβαλες ιδιαίτερα, επαναλαμβάνω, με την επικύρωση της Συνθήκης, κάτι που μαρτυρεί, όταν υπάρχει θάρρος και πραγματισμός, μπορεί να αντιμετωπιστούν και ιδιαίτερα διάλογος. Και όταν επικρατεί η λογική, αντί του συναισθήματος, υπάρχει προοπτική να υπάρξουν και επιτυχείς καταλήξεις σε διενέξεις που εν τη ουσία δεν δικαιολογούντο να υπάρχουν. Από την ώρα που διαγράφονται τα περί αλυτρωτισμού, από την ώρα που έχει κατά τον καλύτερο τρόπο ρυθμιστεί το θέμα, έτσι ώστε να μην υπάρχουν αμφισβητήσεις κατά πόσο αποτελούν τους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή όχι, έχω την εντύπωση ότι αυτό που αποτυπώνει η Συμφωνία είναι όχι μόνο την αποφασιστικότητα, αλλά διασφαλίζει και τη μελλοντική προοπτική άριστων σχέσεων, άριστης συνεργασίας. Ούτως ή άλλως υπήρχε η συνεργασία, δυστυχώς ή ευτυχώς, ούτως ή άλλως το όνομα είχε δοθεί από το ’92, και έχω την εντύπωση ότι θα πρέπει κάποια στιγμή να ξεπεράσουμε συναισθηματισμούς που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα» τόνισε ο Νίκος Αναστασιάδης.