Την απόσυρση του νέου μέτρου του υπουργείου Υγείας, που προβλέπει τη συνταγογράφηση φαρμάκων για τους ανασφάλιστους μόνο από γιατρούς του δημοσίου απαιτεί η Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία (ΕΨΕ), μέσα από σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε.
Η ανακοίνωση αυτή έρχεται έπειτα από έντονες αντιδράσεις και του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, ο οποίος επίσης ζήτησε την άμεση απόσυρση της εν λόγω απόφασης, τονίζοντας ότι οι δημόσιες δομές δε μπορούν να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες στον τομέα της υγείας, ιδίως εν μέσω πανδημίας.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της ΕΨΕ, είναι αναγκαίο να εξαιρεθούν από την απόφαση αυτή ασθενείς με σοβαρές ψυχικές διαταραχές, καθώς η συγκεκριμένη απόφαση, πέρα από την ταλαιπωρία που θα προκαλέσει, «είναι δυνατόν να οδηγήσει ειδικά τους ασθενείς αυτούς στην μη συμμόρφωση με τις ενδεικνυόμενες διαγνωστικές εξετάσεις και τη μη αναζήτηση τελικά από μέρους τους της συνταγής των φαρμάκων τους οδηγώντας σε περαιτέρω επιβάρυνση της ψυχικής τους υγείας».
Αναλυτικά η ανακοίνωση του Δ.Σ. της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας:
«Ως Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία επανερχόμαστε στο θέμα της απαγόρευσης συνταγογράφησης εξετάσεων και φαρμάκων σε ανασφάλιστους συμπολίτες από ιδιώτες γιατρούς τονίζοντας και πάλι την αντίθεσή μας στο μέτρο αυτό και ζητώντας την άμεση απόσυρση του.
Σε κάθε περίπτωση θα θέλαμε να επισημάνουμε την ανάγκη να εξαιρεθούν από αυτό το μέτρο ειδικά οι ασθενείς που αντιμετωπίζουν σοβαρές ψυχικές διαταραχές.
Τονίζουμε εμφατικά ότι πολλές φορές οι ψυχιατρικοί ασθενείς με δυσκολία προσέρχονται για εξέταση και αποδέχονται μια ψυχιατρική διάγνωση, καθώς και ότι η προσκόλληση στη φαρμακευτική αγωγή τους είναι ιδιαίτερα περιορισμένη.
Όπως αναφέρθηκε και στην προηγούμενη ανακοίνωση της ΕΨΕ, στην ψυχιατρική, περισσότερο από τις άλλες ειδικότητες της ιατρικής, η αποδοχή της διάγνωσης και της ανάγκης λήψης ενός φαρμάκου από τον ασθενή βασίζεται στη θεραπευτική σχέση και στη συνεργασία που έχει αναπτυχθεί με τον θεράποντα γιατρό.
Πέραν λοιπόν της μεγάλης ταλαιπωρίας και των ασθενών με ψυχικές διαταραχές που προκαλεί η συγκεκριμένη απόφαση, είναι δυνατόν να οδηγήσει ειδικά τους ασθενείς αυτούς στην μη συμμόρφωση με τις ενδεικνυόμενες διαγνωστικές εξετάσεις και τη μη αναζήτηση τελικά από μέρους τους της συνταγής των φαρμάκων τους οδηγώντας σε περαιτέρω επιβάρυνση της ψυχικής τους υγείας.»