Νέα ρύθμιση προβλέπει ότι τα έσοδα από τις κλινικές μελέτες που διεξάγουν γιατροί στα δημόσια νοσοκομεία είναι καθ’ υπέρβαση των πιστώσεων που έχουν προβλεφθεί στον κρατικό προϋπολογισμό για το συγκεκριμένο νοσοκομείο. Δηλαδή δεν θα επηρεάζουν τα ποσά επιχορήγησης του ιδρύματος από το υπουργείο Οικονομικών.
Συγκεκριμένα, το εν λόγω άρθρο αναφέρει ότι «τα έσοδα των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του δημοσίου συστήματος υγείας που προέρχονται από το ποσοστό που παρακρατείται και αποδίδεται σε αυτά λόγω της συμμετοχής τους ως ερευνητικών κέντρων στη διεξαγωγή βιοϊατρικής έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο ογδοηκοστό έβδομο του ν. 4812/2021 (Α’ 110), διατίθενται αποκλειστικά για την προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού και τη βελτίωση των υποδομών τους.
Τα ποσά που εγγράφονται στον προϋπολογισμό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων ως έσοδο και ως έξοδο κατ’ εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, εγγράφονται καθ’ υπέρβαση των πιστώσεων που έχουν προβλεφθεί στον κρατικό προϋπολογισμό εκάστου έτους. Αν οι δαπάνες για την προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού και τη βελτίωση υποδομών, δεν πραγματοποιηθούν εντός του οικονομικού έτους -είσπραξης των αντίστοιχων εσόδων, οι σχετικές πιστώσεις εξόδων δύνανται να μεταφερθούν στον προϋπολογισμό των οικείων φορέων του επόμενου έτους».
Μέχρι τώρα αν ένα νοσοκομείο είχε έσοδα από κλινικές μελέτες, το υπουργείο Οικονομικών θα έδινε επιχορήγηση μειωμένη σε ποσό ίσο με τα έσοδα από τις κλινικές μελέτες. Δηλαδή, πρακτικά, το νοσοκομείο δεν είχε κίνητρο για να προσελκύσει κλινικές μελέτες.
Ο νέος νόμος προβλέπει ότι τα έσοδα που προέρχονται από έρευνα θα διατίθενται αποκλειστικά για την προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού και τη βελτίωση των υποδομών των νοσοκομείων.
Όπως αναφέρει στο iEidiseis ο γενικός γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας (ΥΥΚΑ), Ιωάννης Κωτσιόπουλος «η ανάπτυξη των κλινικών μελετών αποτελεί κεντρικό στόχο του υπουργείου Υγείας καθώς θα δώσει πρώιμη πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες σε ασθενείς που το επιθυμούν και ταυτόχρονα θα δώσει σημαντική ώθηση στην δημιουργία νέων θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης για τους Έλληνες επιστήμονες. Η θέσπιση ουσιαστικών οικονομικών κινήτρων για τα δημόσια νοσοκομεία αποτελεί ένα πρώτο αλλά πολύ σημαντικό βήμα για την δημιουργία ενός ελκυστικού περιβάλλοντος για την κλινική έρευνα.
Παράλληλα δημιουργούμε ένα δίκτυο πιλοτικών νοσοκομείων που θα μας βοηθήσουν να προτυποποιήσουμε τις διαδικασίες που αφορούν τις κλινικές μελέτες ώστε να αρθούν τα γραφειοκρατικά εμπόδια και να αυξηθεί ο αριθμός των ασθενών που συμμετέχουν σε κλινικές μελέτες. Ο ρόλος των διοικητών των νοσοκομείων είναι πολύ σημαντικός για την ανάπτυξη της κλινικής έρευνας και για αυτό έχουν δοθεί και οι σχετικές κατευθύνσεις μέσω της διαδικασίας της ετήσιας αξιολόγησης τους».
Στην Ε.Ε. επενδύονται ετησίως 35-40 δισ. ευρώ σε κλινικές μελέτες με τη χώρα μας να υπολείπεται κατά πολύ από χώρες όπως το Βέλγιο που έχουν παρόμοιο πληθυσμό αλλά πολλαπλάσια έσοδα από τις κλινικές μελέτες.
Να πούμε ότι από τη διεξαγωγή κλινικών μελετών ωφελούνται εκ πρώτης ασθενείς με σοβαρά, χρόνια ή και σπάνια νοσήματα που έχουν πρώιμη πρόσβαση σε νέες θεραπείες. Σε οικονομικό επίπεδο, χρήματα μένουν στις Υγειονομικές Περιφέρειες (ΥΠΕ), στα νοσοκομεία, στην Εφορία και τελικά λαμβάνουν την προβλεπόμενη αμοιβή και οι γιατροί – ερευνητές που διεξάγουν τη κλινική μελέτη. Πρόκειται δηλαδή για ένα συνολικό όφελος σε επίπεδο εθνικό και προσωπικό και χιλιάδες εμπλεκόμενους που θα έπρεπε να έχουμε αναπτύξει τα μέγιστα εδώ και πολλά χρόνια.