Ο χρόνος είναι ζωτικής σημασίας στους ασθενείς με εγκεφαλικό καθώς μέσα στις πρώτες 6 ώρες υπάρχουν πολλές πιθανότητες επιβίωσης και αποφυγής της αναπηρίας. Τώρα μία νέα μεγάλη διεθνής έρευνα δείχνει ότι ακόμη και όσοι διαγνώστηκαν αργότερα, εντός 12 ωρών μπορούν επίσης να επωφεληθούν από τη θεραπεία.
Τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν την Τετάρτη στο Παγκόσμιο Συνέδριο Εγκεφαλικών στο Τορόντο και ταυτόχρονα δημοσιεύθηκαν στο ιατρικό περιοδικό the Lancet. Στη μελέτη, η οποία διενεργήθηκε σε Ευρώπη και Καναδά, συγγραφείς είναι διεθνώς καταξιωμένοι ειδικοί στη θεραπεία εγκεφαλικών επεισοδίων, μεταξύ των οποίων και ο Αν. Καθηγητής Νευροακτινολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Παναγιώτης Παπαναγιώτου.
Η έρευνα λοιπόν έδειξε πως:
- Η θρομβεκτομή οδήγησε σε ένα εντυπωσιακό ποσοστό 18,4% περισσότερων ασθενών, που ανέκτησαν την ικανότητα να περπατούν χωρίς βοήθεια τρεις μήνες μετά το εγκεφαλικό τους επεισόδιο.
- Επιπλέον, η θεραπεία συνέβαλε σε σημαντική μείωση των ποσοστών θνησιμότητας κατά σχεδόν 20%.
«Αυτά τα εντυπωσιακά αποτελέσματα φέρνουν νέα ελπίδα, ειδικά για τους ασθενείς με εγκεφαλικό επεισόδιο που φτάνουν αργά στο νοσοκομείο και μέχρι τώρα δεν ήταν επιλέξιμοι για αυτή τη θεραπεία», δηλώνει ο καθηγητής Παπαναγιώτου, ένας από τους πρωτεργάτες στο Κέντρο Επεμβατικής Θεραπείας Εγκεφαλικών Επεισοδίων των Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων Αρεταίειο/Αιγινήτειο/Αλεξάνδρα.
«Για τη χώρα μας, υπογραμμίζει την επιτακτική ανάγκη να ενσωματώσουμε και να οργανώσουμε αυτή τη θεραπεία σε νοσοκομεία που χειρίζονται σημαντικό αριθμό περιστατικών εγκεφαλικού επεισοδίου, διασφαλίζοντας ότι μεγιστοποιούμε τα οφέλη αυτής της επέμβασης», τονίζει ο καθηγητής.
Να σημειώσουμε ότι η θρομβεκτομή είναι μια απαιτητική επέμβαση που αναλαμβάνουν εξειδικευμένοι επεμβατικοί νευροακτινολόγοι και ακτινολόγοι.
«Δεδομένης της αυξανόμενης ζήτησης για αυτή την θεραπεία, υπάρχει ουσιαστική ανάγκη για συντονισμό μεταξύ των επεμβατικών ιατρών και την υιοθέτηση ευέλικτων μοντέλων, που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά στο εξωτερικό, ώστε να διασφαλιστεί ότι αυτή η σωτήρια για τη ζωή θεραπεία θα εφαρμοστεί σε όλους τους ασθενείς που την έχουν ανάγκη», καταλήγει ο κ. Παπαναγιώτου.