Οι νέες τουρκικές προκλήσεις στην Αμμόχωστο σε καμία περίπτωση δεν απετέλεσαν κεραυνό εν αιθρία. Είχαν προαναγγελθεί από την τουρκική πλευρά τουλάχιστον ένα χρόνο πριν. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Ελληνοκύπριου διαπραγματευτή Ανδρέα Μαυρογιάννη σε δημόσια παρέμβαση του ένα μήνα πριν από τις εξαγγελίες Ερντογάν ότι «αν δεν γίνει κάτι... χτες, πολύ σύντομα θα είναι πάρα πολύ αργά και για την Αμμόχωστο και για τα άλλα κατεχόμενα». Ο διαπραγματευτής της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ήταν υπερβολικός. Η Τουρκία επιχειρεί το τελευταίο διάστημα με ένα συνδυασμό διπλωματικών ενεργειών και δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων στο πεδίο αφενός να επισημοποιήσει τη διχοτόμηση, αφετέρου να καταστήσει αδύνατη τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων στη βάση των αποφάσεων των ΗΕ για διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία. Απέναντι στο συγκροτημένο αυτό σχέδιο η κυβέρνηση της ΝΔ δεν έχει διαμορφώσει την αναγκαία μεσομακροπρόθεσμη εθνική στρατηγική σε συντονισμό με τη Λευκωσία. Εύλογα η φιλική προς αυτήν «Καθημερινή» σχολίαζε καυστικά στην «άμεση ανάλυση» της επί της τελευταίας πράξης του κυπριακού δράματος ότι απετέλεσε «μια ακόμα θλιβερή υπόμνηση του τι μπορεί να συμβεί όταν έναντι της διπλωματικής δράσης και της προνοητικότητας επιλέγεται η αναβλητική ακινησία.»
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Το καθεστώς της Αμμοχώστου ορίζεται ειδικά σε σειρά ψηφισμάτων των ΗΕ. Συγκεκριμένα, το ψήφισμα 550 του 1984 του Συμβουλίου Ασφαλείας, χαρακτηρίζει απαράδεκτες οποιεσδήποτε απόπειρες εποικισμού των Βαρωσίων και ζητά τη μεταβίβαση της περιοχής αυτής στη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών. Το ψήφισμα 789 του 1992 επαναβεβαιώνει το 550 του 1984 και ζητά επίσης η περιοχή της Κύπρου, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών να επεκταθεί και να συμπεριλάβει τα Βαρώσια. Το 2019 το Συμβούλιο Ασφαλείας με ομόφωνη δήλωση επαναβεβαίωσε την ισχύ των ψηφισμάτων 550/84 και 789/92, καλώντας να μη γίνουν ενέργειες στα Βαρώσια, οι οποίες να αντιτίθενται, στα πιο πάνω ψηφίσματα.
Παρά την ύπαρξη αυτών των ψηφισμάτων, στις 8 Οκτωβρίου του 2020, οι Αρχές του ψευδοκράτους άνοιξαν την πρόσβαση στους τουρίστες στο παράκτιο τμήμα των βόρειων συνοικιών των Βαρωσίων. Στη συνέχεια ακολούθησε η αποκαθήλωση ελληνικών επιγραφών από δημόσια και ιδιωτικά κτίρια της πόλης και ως επιστέγασμα η τελευταία ανακοίνωση για τον πιλοτικό αποχαρακτηρισμό περιοχής που αντιστοιχεί στο 3,5% της κλειστής πόλης με πρόσκληση σε όσους Ελληνοκύπριους επιθυμούν επιστροφή να αιτηθούν στην «επιτροπή ακίνητης ιδιοκτησίας» για απόδοση των ακινήτων τους ή αποζημίωση. Είναι προφανής η προσπάθεια του τουρκοκυπριακού καθεστώτος να επιτύχει μια όψιμη και αντίθετη στο διεθνές δίκαιο νομιμοποίηση με την προσέλκυση παρόμοιων αιτήσεων.
Απέναντι στην προφανή αυτή προσπάθεια «σαλαμοποίησης», η κυβέρνηση δεν ανέπτυξε δική της στρατηγική. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν, άλλωστε, ο μόνος Έλληνας πρωθυπουργός που δεν περιέλαβε το Κυπριακό μεταξύ των προτεραιοτήτων της ελληνικής διπλωματίας, στην ετήσια ομιλία του στον ΟΗΕ. Αρνήθηκε να υιοθετήσει τις ρεαλιστικές προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για την ένταξη του Κυπριακού, όπως και των διμερών ελληνοτουρκικών, στο ευρωτουρκικό πλαίσιο. Όχι μόνον δεν διεκδίκησε κυρώσεις, αλλά ούτε καν συνέδεσε την θετική ευρωτουρκική ατζέντα με συγκεκριμένες υποχρεώσεις σεβασμού του διεθνούς δικαίου. Αντιθέτως, συμφώνησε στο Συμβούλιο του Ιουνίου να δοθεί εντολή για διαπραγματεύσεις αναβάθμισης της τελωνειακής Ένωσης Τουρκίας-ΕΕ χωρίς κανένα αντάλλαγμα.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καταδίκασε τις τουρκικές ενέργειες. Με δήλωση του Προέδρου του, επιβεβαίωσε εκ νέου τα Ψηφίσματα 550 και 789 σχετικά με το καθεστώς των Βαρωσίων, καταδίκασε ρητά τις εξαγγελίες της τουρκικής και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας και κάλεσε σε αναστροφή όλων των μέτρων που ελήφθησαν από τον Οκτώβριο του 2020. Η δήλωση υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη να αποφευχθούν περαιτέρω μονομερείς ενέργειες που δεν είναι σύμφωνες με τα ψηφίσματά του, τονίζει τη σημασία του πλήρους σεβασμού και της εφαρμογής τους, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς των Βαρωσίων στη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών. Τέλος, επιβεβαιώνει εκ νέου «τη δέσμευσή του για διαρκή, περιεκτική και δίκαιη διευθέτηση, σύμφωνα με τις επιθυμίες του κυπριακού λαού, στη βάση δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και τη στήριξή του στις προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα.»
Εδώ όμως που βρισκόμαστε, οι φραστικές καταδίκες δεν αρκούν. Έχουν ήδη προεξοφληθεί από τον Πρόεδρο Ερντογάν και έχουν μάλιστα εργαλειοποιηθεί στο εσωτερικό πολιτικό του αφήγημα: «Θα τους ακούσουμε», αλλά «δεν μας νοιάζει τι θα πουν. Εμείς δεν θα πάρουμε τις συμβουλές τους. Θα κάνουμε αυτό που πρέπει» είχε δηλώσει στην ομιλία του στην Αμμοχωστο, εμφανιζόμενος ως ο αγέρωχος ηγέτης που αποκρούει τις συνωμοσίες των εχθρών της Τουρκίας. Παράλληλα ανέπτυξε ένα ολοκληρωμένο αφήγημα για τον ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή, με έμφαση στο Αφγανιστάν και τα Βαλκάνια και ειδικά το Κόσοβο. Το αφήγημα αυτό εμφανίζει την Τουρκία ως «δυτική» δύναμης που αναλαμβάνει ευθύνες και θα καλύψει το κενό από την απόσυρση των ΗΠΑ, ενώ παράλληλα θα δρα ως προστάτιδα των απανταχού μουσουλμάνων.
Συνεπώς, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια Τουρκία που δεν επιχειρεί μόνο να αλλάξει τους όρους του Κυπριακού αλλά και να το εντάξει σε ένα άλλο γεωπολιτικό πλαίσιο, που η ίδια θα λειτουργεί ως ηγεμονική περιφερειακή δύναμη. Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις, άμεσα πρέπει η Κυβέρνηση να ζητήσει έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων. Και άμεσα επίσης πρέπει να συγκληθεί Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, για να αποκτήσουμε, επιτέλους, εθνική στρατηγική προώθησης λύσεων και όχι απλώς εκ των υστέρων διαμαρτυριών.
Πέραν της διπλωματίας, πάντως, σημαντικό -ίσως το σημαντικότερο- ρόλο στην απόκρουση της τουρκικής προσπάθειας να εμφανίσει ως νομοτελειακή τη διχοτόμηση, με το επιχείρημα ότι στο νησί υπάρχουν δύο λαοί, αποτελεί η κοινή δράση με τις προοδευτικές δυνάμεις των Τουρκοκυπρίων, που έκαναν αισθητή την αντίθεση τους στους τουρκικούς σχεδιασμούς. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στέκεται με όλες του τις δυνάμεις στο πλευρό του κυπριακού λαού, ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων, για τον τερματισμό της Κατοχής και την επίλυση του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ για δικοινοτικη διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, μία διεθνή προσωπικότητα, χωρίς εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα. Σε αυτήν τη βάση πρέπει να οικοδομηθεί η εθνική στρατηγική της επόμενης μέρας.
(Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, Τομεάρχης Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ)