Από μέρα σε μέρα αναμένεται να κατατεθεί το νέο mini ασφαλιστικό νομοσχέδιο στην δημόσια διαβούλευση, για να πάρει μετά το δρόμο προς ψήφιση στη βουλή. Η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει το νομοσχέδιο, σαν μια προσπάθεια ενίσχυσης του εισοδήματος των εργαζομένων και συνταξιούχων, αλλά τελικά αποδεικνύεται, ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι:
1.Με το νομοσχέδιο θα νομοθετηθεί το φετινό εφάπαξ «επίδομα προσωπικής διαφοράς» από 100-200 ευρώ για όλους όσοι έχουν σύνταξη έως 1.600 ευρώ και προσωπική διαφορά πάνω από 10 ευρώ και φυσικά λόγω της προσωπικής διαφοράς, χάνουν την αύξηση του 3,1% που ορίζει ο νόμος. Περίπου 750.000 συνταξιούχοι θα πάρουν φέτος το έκτακτο επίδομα πριν τα Χριστούγεννα. Το επίδομά είναι πολύ μικρότερο από αυτό που χορηγήθηκε την προηγούμενη χρονιά με τη λογική, ότι ή αύξηση στις συντάξεις είναι μικρότερη(ήταν πέρυσι 7,75%).Το παράδοξο είναι ότι η κυβέρνηση αρνείται να χορηγήσει την αύξηση που ορίζει ο νόμος σε όλους τους συνταξιούχους, οι οποίοι βιώνουν κατά τον ίδιο τρόπο τις επιπτώσεις της ακρίβειας άσχετα αν είναι συνταξιούχοι, πριν ή μετά το 2016 και διατηρούν ή όχι προσωπική διαφορά. Παράλληλα η απουσία πρόβλεψης για περιορισμό ή κατάργηση της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης συνταξιούχου(ΕΑΣ) θα έχει ως αποτέλεσμα οι συντάξεις που είναι πάνω από 1.400 ευρώ να ωφεληθούν ελάχιστα από την σχετική αύξηση, όπως συνέβη σε χιλιάδες συνταξιούχους και το προηγούμενο έτος. Συνεπώς, θα ισχυριζόταν κανείς ότι «άνθρακές ο θησαυρός».
2.Με άλλη διάταξη για τους εργαζόμενους συνταξιούχους, προβλέπεται από την 1/1/2024 η κατάργηση του πέναλτι του 30% στη σύνταξή τους. Αντί αυτού ορίζεται μηνιαία εισφορά 10% στο εισόδημα από την εργασία τους (ειδικός μη ανταποδοτικός πόρος). Για τους μη μισθωτούς, ο αντίστοιχος πόρος θα ανέρχεται στο 50% επί της επιλεγείσας ασφαλιστικής κλάσης. Η κυβέρνηση μειώνει την περικοπή της σύνταξης δίνοντας επιπλέον κίνητρο για εργασία σε συνταξιούχους, επικαλούμενη την καταπολέμηση της αδήλωτης απασχόλησης της συγκεκριμένης κατηγορίας εργαζομένων. Αυτό που ουσιαστικά αναγνωρίζει η κυβέρνηση είναι, ότι η πλειοψηφία των συνταξιούχων αδυνατεί να επιβιώσει στις σημερινές συνθήκες με τις συντάξεις πείνας και αναγκαστικά ακόμα και σε ηλικίες άνω των 70 ετών, οι γέροντες που δούλεψαν 40 χρόνια, πρέπει να βγουν ξανά στην αγορά εργασίας για να τα βγάλουν πέρα. Αντί το υπουργείο εργασίας να αυξήσει τις συντάξεις ή να δώσει άλλες ενισχύσεις(π.χ. 13η σύνταξη) κινητροδοτεί τους ηλικιωμένους να δουλεύουν με ότι αυτό συνεπάγεται για την υγεία και αξιοπρέπειά τους.
3.Στο νομοσχέδιο προβλέπεται νέο όριο οφειλών για την συνταξιοδότηση. Με τη νέα ρύθμιση αυξάνεται το όριο της οφειλής στα 30.000 ευρώ για τους ελεύθερους επαγγελματίες και στα 10.000 ευρώ για τους αγρότες με όρους και προϋποθέσεις (να αποδεικνύεται με την άρση των τραπεζικών τους λογαριασμών ότι είναι αναξιοπαθούντες και όχι κακοπληρωτές). Συγκεκριμένα δεν θα πρέπει να διαθέτουν καταθέσεις άνω των 15.000 ευρώ. Όσοι οφείλουν πάνω από 30.000 ευρώ (ή πάνω από 10.000 ευρώ αν είναι αγρότες) θα πρέπει να πληρώσουν το υπερβάλλον ποσό εφάπαξ. Μόλις το χρέος πέφτει στα 30.000 ευρώ θα εκδίδεται η σύνταξη, η οποία θα παρακρατείται στο 60% μέχρι η οφειλή να πέσει στα 20.000 ευρώ. Μετά τα 20.000 ευρώ πέφτει το ποσό της δόσης και αυξάνεται η σύνταξη. Η οφειλή από τα 20.000 ευρώ και κάτω θα αποπληρώνεται σε 60 δόσεις.
Το ίδιο θα συμβαίνει με τους αγρότες στα 10.000 ευρώ και 6.000 ευρώ χρέος. Οι παραδοξότητες και εδώ περισσεύουν. Από τη μία η κυβέρνηση διευκολύνει του οφειλέτες να πάρουν σύνταξη και από την άλλη αυξάνει τις εισφορές για τους ελευθέρους επαγγελματίες. Συνολικά από την 1.1.2020 οπότε και ψηφίστηκε ο «νόμος Βρούτση» (ν.4670/2020) η κατώτατη εισφορά, την οποία πληρώνει περίπου το 80% των ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών, θα αυξηθεί από τα 186 ευρώ το 2019, στα 250 ευρώ (μαζί με την εισφορά υπέρ ανεργίας) το 2024. Πρόκειται για αύξηση στις ασφαλιστικές εισφορές κατά 26% σε 3 χρόνια, από μια κυβέρνηση, που τόσο το 2019 όσο και το 2023 ορκιζόταν στο όνομα της μεσαίας τάξης και υπόσχεται συνεχώς μείωση των εισφορών(που προς το παρόν αφορά μόνο τους μισθωτούς). Η κυβέρνηση δεν υπολογίζει την χρονική συγκυρία κατά την οποία το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, έχει αυξηθεί δραματικά λόγω της αύξησης του κόστους των πρώτων υλών. Οι μικρομεσαίες επιχιερήσεις αδυνατούν να ανταποκριθούν στις αυξήσεις του ρεύματος, στην εκτόξευση της τιμής των καυσίμων και σε μια σειρά από αυξήσεις που αδυνατούν να «περάσουν» στην κατανάλωση, με αποτέλεσμα να συμπιέζουν δραστικά το περιθώριο κέρδους τους.
Μπορούσε η κυβέρνηση να αποτρέψει την εξέλιξη αυτή; Φυσικά αρκεί να ακούσει τι λένε οι ίδιοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Πέρυσι τέτοια εποχή οι επιστημονικοί φορείς της χώρας, έλεγαν σε ανακοίνωση τους:
«…η ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού στο υπέρογκο για το μέσο εισόδημα ποσοστό 10-12%, η πληθωριστική και ενεργειακή κρίση στην οποία έχει εισέλθει η Χώρα, αλλά και η Ευρώπη γενικότερα, σε συνδυασμό με τη δραματική μείωση των εισοδημάτων μας μετά την 10ετή υπαγωγή σε καθεστώς Μνημονίων, αλλά και στη κρίση στη διετή μέχρι σήμερα πανδημία του Covid-19, καθιστούν αναγκαία την αναστολή εφαρμογής της άνω ρύθμισης τουλάχιστον για το 2023.Εξάλλου, στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία που η πλειοψηφία των ασφαλισμένων καλείται να τηρήσει και τις θεσπισμένες ρυθμίσεις ασφαλιστικών οφειλών, οποιαδήποτε αύξηση στις μηνιαίες υποχρεώσεις θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε δημιουργία νέου κύματος οφειλών, γεγονός που θα διαταράξει και την εισπραξιμότητα των εισφορών από τον ΕΦΚΑ.».
Τι μεσολάβησε από τότε; Μα φυσικά η αναμενόμενη αύξηση των οφειλών στο ΚΕΑΟ που συνολικά σήμερα ξεπερνά τα 46 δισεκατομμύρια ευρώ!
Μόνη λύση είναι να παγώσουν οι αυξήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές, να αυξηθούν τα ποσοστά αναπλήρωσης της ανταποδοτικής σύνταξης για να υπάρχει κίνητρο ασφάλισης, αλλά και να υπάρξει ένα φιλικότερο περιβάλλον για τους επαγγελματίες(ρευστότητα, κρατική υποστήριξη, σταθερότητα, πάταξη γραφειοκρατίας, σύγκλιση μ ευρωπαϊκά πρότυπα λειτουργίας της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, πάταξη φοροδιαφυγής κλπ.). Τέλος η άρνηση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε νέα ρύθμιση οφειλών 120 δόσεων όπως αυτή που ίσχυε το 2019, προκαλεί ασφυξία σε εμπόρους και επιχιερήσεις. Δεν πρόκειται φυσικά για αμέλεια αλλά για στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης.
4.Με άλλη διάταξη απλοποιούνται οι διαδικασίες και οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωση του δικαιώματος σε επικουρική σύνταξη για όλα τα Ταμεία, θέτοντας ως προϋπόθεση τη συμπλήρωση 15ετίας είτε σε έναν φορέα είτε με διαδοχική ασφάλιση, κάτι που σήμερα ισχύει μόνο για το πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, και όχι με τις προϋποθέσεις που προέβλεπε το κάθε Ταμείο. Η εφαρμογή ενιαίων κανόνων για την απονομή των επικουρικών συντάξεων θα επιτρέπει την υπαγωγή τους στη διαδικασία «fast track», δηλαδή θα εκδίδονται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία απονομής κύριας σύνταξης ή εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για την απονομή επικουρικής σύνταξης, αν αυτή υποβλήθηκε μεταγενέστερα από την αίτηση απονομής κύριας σύνταξης. Η fast track διαδικασία έχει προκαλέσει τρομακτικά προβλήματα στις απονομές των κύριων συντάξεων που εκδίδονται με σημαντικά λάθη. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και με τις επικουρικές συντάξεις. Η κυβέρνηση από το 2019 δεν έχει κάνει ούτε μια μόνιμη πρόσληψη στον ΕΦΚΑ και συνεχίζει την απαξίωση του δημοσίου ΣΚΑ. Η ψηφιοποιήση κινείται με ρυθμούς «χελώνας» ενώ τα έργα έχουν συμβασιοποιηθεί εδώ και 5 χρόνια. Με 1.000 υπαλλήλους στον ΕΦΚΑ αντί για 1.000 αστυνομικούς στα πανεπιστήμια, το πρόβλημα των εκκρεμών συντάξεων θα ήταν ήδη παρελθόν. Συνεπώς η κυβέρνηση όχι δεν μπορεί αλλά δεν θέλει να λύσει το πρόβλημα.
5.Η κυβέρνηση αναδιαρθρώνει το πλαίσιο λειτουργίας των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης(ΤΕΑ).Με το νομοσχέδιο προβλέπεται κλιμακωτή φορολόγηση των παροχών των ΤΕΑ, ανάλογα με τα χρόνια ασφάλισης κάθε ασφαλισμένου. Από 1/1/2025 τα ΤΕΑ θα εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδας. Επίσης προβλέπεται η δυνατότητα δημιουργία πολυεργοδοτικών ταμείων ανεξαρτήτως κλάδου απασχόλησης. Πρόκειται για μια προωθούμενη «βόμβα» στα θεμέλια της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης. Τα ΤΕΑ είναι ΝΠΙΔ και λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια (με κανόνες επένδυσης στην ελεύθερη αγορά και το ανάλογο ρίσκο).Η προωθούμενη λειτουργία τους γίνεται την ώρα που η δημόσια κοινωνική ασφάλιση απαξιώνεται συνεχώς. Η κυβέρνηση μέσω των ΤΕΑ επιχειρεί σταδιακά να υπονομεύσει την λειτουργία του δημόσιου συστήματος αφού η σύσταση τέτοιων ταμείων θα γίνει εις βάρος του ΕΦΚΑ. Είναι αλώστε γνωστό ότι τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες και επενδυτικά funds, προωθούν το θεσμό που μέσω των υπέρογκων προμηθειών και με μηδενικό ρίσκο, αποφέρουν εκατομμύρια κέρδη στις πλάτες των ασφαλισμένων και συνταξιούχων.
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και άλλες επιμέρους διατάξεις (χορήγηση επιδομάτων με προπληρωμένη κάρτα, επίδομα μητρότητας αυτοαπασχολουμένων, ρυθμίσεις για τον ΑΜΚΑ κλπ.).
Συμπερασματικά, το νέο νομοσχέδιο απλά συνεχίζει στο δρόμο των επιδομάτων και της διαιώνισης της φτώχειας για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Η κυβέρνηση δεν δίνει ουσιαστικές αυξήσεις στις συντάξεις, δεν επαναφέρει την 13η σύνταξη, δεν προχωρά σε ρύθμιση οφειλών, αυξάνει τις ασφαλιστικές εισφορές για 1,3 εκατομμύρια επαγγελματίες και αγρότες, προωθεί την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης μέσω των ΤΕΑ, καταδικάζει τους συνταξιούχους σε «συντάξεις πείνας», δεν κάνει προσλήψεις στον ΕΦΚΑ κλπ.
Σε συνθήκες ακρίβειας και λεηλασίας του εισοδήματος των πολιτών, η κυβέρνηση της ΝΔ ένα είναι το βέβαιο: Θα συνεχίσει να σφυρά αδιάφορα.
(Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι Δικηγόρος – Εργατολόγος)