Έχει χάσει. Έχει χάσει τη νέα γενιά των πολλαπλών και διαδοχικώς χαμένων ευκαιριών. Έχει χάσει όσους έχουν απελπιστεί από την ανακόλουθη πολιτική του και από τον ατελείωτο εγκλεισμό. Έχει χάσει όσους καταστρέφονται οικονομικά από τα αδικαιολόγητα μέτρα, με τα οποία υποτίθεται ότι θα εξόντωνε τον κορονοϊό. Εξόντωσε όλους τους άλλους εκτός από αυτόν.
Δεν το αποδέχτηκε, δεν είχε τη σοφία να σκεφτεί αν έκανε κάτι άστοχο και επιζήμιο στην κοινωνία. Είναι αλαζών. Γι’ αυτό και επέλεξε να υψώσει ένα απεχθές αστυνομικό κράτος αρωγό στο κράτος των ανεπαρκών λοιμωξιολόγων που τον περιβάλλει. Κατάφερε εν τέλει να χάσει και το μπούσουλα.
Δεν θυμάμαι άλλον πρωθυπουργό μετά τη μεταπολίτευση να εκτρέφει τόσο ωμά την αστυνομική βία εναντίον των πολιτών του. Κοινωνικές εντάσεις υπήρχαν πάντα, με διάφορες αφορμές και δεν είναι λίγες οι φορές που η αστυνομική βία έκλεψε τις εντυπώσεις. Η λογική όμως της επιβολής της τάξης με τέτοια ωμότητα δεν κυριάρχησε ποτέ. Οι πρωθυπουργοί ή υπουργοί Δημόσιας Τάξης προσπαθούσαν να κρατούν κάποιες αποστάσεις και να τηρούν έστω τρεμάμενες ισορροπίες. Ούτε καν που το διανοήθηκε ο σημερινός πρωθυπουργός.
«Τα πάρκα είναι για να γελάω, όχι για ν’ ακούω “πονάω”», έγραφε ένα από τα πανό που το βράδυ της Τρίτης στόλισαν την πλατεία της Νέας Σμύρνης. Ωστόσο λίγο αργότερα πολλές φορές ακούστηκε το «πονάω ρε μ@λ@κες» από δαρμένους πολίτες. Η δράση των ακραίων στοιχείων που σκορπούν πύρινες αυτοσχέδιες βόμβες εναντίον των αστυνομικών ή επιτίθενται με πρωτοφανή βία εναντίον τους δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία σίγουρα για όσα προηγήθηκαν αλλά ούτε για όσα ακολούθησαν.
Κι όμως ο πρωθυπουργός δια της εκπροσώπου της φρόντισε να καταδικάσει ως προκλητικούς όσους την Κυριακή αμφισβήτησαν την κοινωνιολογική ή ιατρική επιστημοσύνη των αστυνομικών της πλατείας της Νέας Σμύρνης. Τους παρουσίασε ως επιτιθέμενους και άρα άξιους της κρατικής καταστολής. Η οποία επέστρεψε δυο μέρες αργότερα πάνοπλη και προετοιμασμένη να προκαλέσει τα χειρότερα. Τα κατάφερε. Και έδειρε όσο είχε να δείρει από την εποχή των μνημονίων και της πλατείας Συντάγματος. Την εμπνέουν, φαίνεται, οι πλατείες.
Την ευθύνη βεβαίως δεν έχει μόνο ο επικεφαλής αστυνομικός διευθυντής, ο αρχηγός της αστυνομίας ή ο νεοδεξιός Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Την έχει πρωτίστως ο πρωθυπουργός, ο οποίος πιστεύει ότι έτσι θα χτίσει ασπίδα προστασίας στους επηρμένους λοιμωξιολόγους, επί της ουσίας ασπίδα στη δική του τραγικά αποτυχημένη πολιτική.
Ποια ήταν η διακηρυγμένη πολιτική του με δυο λόγια;
*Θα προστάτευε τους πολίτες από την πανδημία ώστε να περιορίσει στο ελάχιστο τις ανθρώπινες απώλειες.
*Θα ρύθμιζε και την οικονομία έτσι που να τη διατηρήσει σε ένα επίπεδο γρήγορης ανάκαμψης.
Ούτε το ένα πέτυχε ούτε το άλλο.
Αρνείται να το δεχτεί επειδή πιστεύει ότι είναι ο άσφαλτος. Δεν είναι. Αντιθέτως είναι ο εν πολλαίς πολιτικές αμαρτίες περιπεσών ανήρ.
Εντάξει, οι αστυνομικοί στην πλατεία πέτυχαν την επιβολή δια της απολύτου βίας. Ταυτόχρονα όμως πέτυχαν να του ανοίξουν το δρόμο προς τον χωρίς επιστροφή κατήφορο.
(Ο Γρηγόρης Ρουμπάνης είναι δημοσιογράφος)