Η μεταμόσχευση αποτελεί την πιο αποτελεσματική θεραπεία για την τελικού σταδίου ανεπάρκεια ενός οργάνου. Ακόμα και στην περίπτωση του νεφρού, παρότι υπάρχουν τρόποι υποκατάστασης της λειτουργίας του οργάνου με τις μεθόδους εξωνεφρικής κάθαρσης (αιμοκάθαρση, περιτοναϊκή κάθαρση), η μεταμόσχευση παρέχει στους ασθενείς ένα σαφές πλεονέκτημα επιβίωσης αλλά και σημαντικά καλύτερη ποιότητα ζωής.
Τις τελευταίες δεκαετίες, οι εξελίξεις στο χώρο της ανοσολογίας, η εισαγωγή νεότερων ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων καθώς και η βελτίωση των χειρουργικών τεχνικών αύξησαν θεαματικά τα ποσοστά επιβίωσης ασθενών και μοσχευμάτων. Έτσι, πλέον, η πενταετής επιβίωση μεταμοσχευμένων νεφρού υπερβαίνει το 87%, των μεταμοσχευμένων καρδιάς και ήπατος το 77% ενώ του πνεύμονα το 55%.
Σύμφωνα με δεδομένα του 2019 στην Ευρώπη πραγματοποιήθηκαν 34285 μεταμοσχεύσεις, εκ των οποίων 21235 αφορούσαν νεφρό, 7900 ήπαρ, 2269 καρδιά, 2136 πνεύμονες, 710 πάγκρεας και 35 λεπτό έντερο.
Στην Ελλάδα η πρώτη μεταμόσχευση, νεφρού συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκε πριν 50 χρόνια στη Θεσσαλονίκη και έκτοτε έχουν γίνει περίπου 7000 μεταμοσχεύσεις συμπαγών οργάνων από τις οποίες ωφελήθηκαν ισάριθμοι ασθενείς με τελικού σταδίου ανεπάρκεια κάποιου οργάνου.
Σε ό,τι αφορά το νεφρό, το Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών κρατάει τα ηνία της μεταμοσχευτικής δραστηριότητας της χώρας διενεργώντας τo 88% των μεταμοσχεύσεων νεφρού από ζώντα δότη και πάνω από το 50% των μεταμοσχεύσεων από αποβιώσαντα δότη στη χώρα . Επιπλέον, διενεργούνται μεταμοσχεύσεις υψηλού ανοσολογικού κινδύνου (π.χ. ασύμβατες κατά ομάδα αίματος, μεταμοσχεύσεις υπερευαισθητοποιημένων ληπτών), διασταυρούμενες μεταμοσχεύσεις (ανταλλαγή δοτών μεταξύ ζευγαριών με ασυμβατότητα δότη – λήπτη) καθώς και ανταλλαγές μέσω του εθνικού μητρώου αναμονής (ο δότης ενός ασύμβατου ζευγαριού δωρίζει το νεφρό του στο εθνικό μητρώο και ο λήπτης του τίθεται σε προτεραιότητα στο μητρώο). Τα τελευταία 2 χρόνια, στο Λαϊκό Νοσοκομείο ξεκίνησε και πρόγραμμα παιδιατρικών μεταμοσχεύσεων νεφρού καλύπτοντας ένα μεγάλο κενό που υπήρχε στη διαχείριση των νεφροπαθών παιδιών. Στα πλαίσια αυτού του προγράμματος έχουν μεταμοσχευθεί μέχρι σήμερα 22 παιδιά. Μεταμοσχεύσεις νεφρού διενεργούνται επίσης στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, στον Ευαγγελισμό και στα πανεπιστημιακά νοσοκομεία Ρίου και Ιωαννίνων .
Μεταμοσχεύσεις ήπατος γίνονται, ήδη από το 1990, στο Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης, ενώ και στο Λαϊκό Νοσοκομείο γίνεται μια προσπάθεια εδραίωσης μιας αντίστοιχης μονάδας.
Στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο (ΩΚΚ), γίνονται, ήδη από το 1995, μεταμοσχεύσεις καρδιάς ενώ από το 2020 και μεταμοσχεύσεις πνεύμονα.
Οι πηγές των μοσχευμάτων είναι οι ζώντες και οι αποβιώσαντες δότες. Ζώντες δότες, όπως είναι λογικό, μπορούν να αξιοποιηθούν μόνο στην περίπτωση δωρεάς νεφρού και ήπατος.
Σε ό,τι αφορά τους αποβιώσαντες δότες, πρόκειται για «εγκεφαλικά νεκρούς» ασθενείς που νοσηλεύονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και υποβάλλονται σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής τους μέχρι να σταματήσει η καρδιακή τους λειτουργία (εντός λίγων ημερών). Η διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου γίνεται με πολύ αυστηρά ιατρικά κριτήρια που πιστοποιούν τη μη αναστρέψιμη βλάβη του εγκεφαλικού στελέχους, του τμήματος δηλαδή του εγκεφάλου που ελέγχει όλες τις ζωτικές λειτουργίες του οργανισμού. Η λήψη των προς μεταμόσχευση οργάνων γίνεται πριν την παύση της καρδιακής λειτουργίας του δότη.
Τα τελευταία 15 χρόνια μια σημαντική πηγή μοσχευμάτων αποτελούν οι αποβιώσαντες δότες με κυκλοφορικό θάνατο, οι οποίοι υπέστησαν καρδιακή ανακοπή που δεν μπόρεσε να αναταχθεί. Στην περίπτωση τέτοιων δοτών η λήψη των οργάνων γίνεται μετά την παύση της καρδιακής λειτουργίας. Δότες με κυκλοφορικό θάνατο αποτελούν πλέον το 40% του συνόλου των αποβιωσάντων δοτών στην Αγγλία και το 32% στην Ισπανία, συνεισφέροντας στην αύξηση της δεξαμενής των διαθέσιμων μοσχευμάτων.
Το μείζον πρόβλημα στο χώρο των μεταμοσχεύσεων διεθνώς είναι αυτό που αποκαλούμε «μεταμοσχευτικό χάσμα» και αναφέρεται στη μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ των διαθέσιμων μοσχευμάτων και των ασθενών που περιμένουν στις λίστες αναμονής για ένα μόσχευμα, οι οποίοι διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αποβιώσουν πριν προλάβουν να μεταμοσχευθούν. Στην περίπτωση της Ελλάδας το πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο με μόλις 5 αποβιώσαντες δότες ανά εκατομμύριο πληθυσμού έναντι 22.5 του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Στην προσπάθεια γεφύρωσης του μεταμοσχευτικού χάσματος αξιοποιούνται όλο και περισσότερο «οριακοί» δότες (που δεν πληρούν τα κριτήρια του ιδανικού δότη) με πολύ καλά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την επιβίωση μοσχευμάτων και ασθενών. Επιπλέον, έχουμε καταφέρει να υπερπηδήσουμε κάποιους παραδοσιακούς ανοσολογικούς φραγμούς και να διενεργούμε μεταμοσχεύσεις υψηλού ανοσολογικού κινδύνου, οι οποίες παλαιότερα ήταν ανέφικτες.
Το μέλλον
Οι πρόσφατες ιατρικές εξελίξεις με τη χρήση οργάνων (καρδιάς και νεφρού συγκεκριμένα) από γενετικά τροποποιημένους χοίρους προς μεταμόσχευση σε ανθρώπους έδωσαν κάποια πρώτα ελπιδοφόρα αποτελέσματα αλλά απέχουν ακόμα πολύ από το να γίνουν καθημερινή κλινική πρακτική και να καλύψουν το κενό στις μεταμοσχεύσεις. Επομένως, ο μόνος τρόπος, προς το παρόν, για να γεφυρωθεί το μεταμοσχευτικό χάσμα είναι η ενίσχυση της δωρεάς.
Ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι το μέλλον της μεταμόσχευσης στην Ελλάδα έχει έρθει, πλέον, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος πολιτικών, κοινωνικών και ιδιωτικών φορέων. Μεγάλη ώθηση στο χώρο της μεταμόσχευσης έρχεται να δώσει η δημιουργία του Ωνάσειου Εθνικού Μεταμοσχευτικού Κέντρου (ΩΕΜΕΚ), το οποίο αναμένεται να λειτουργήσει το 2024 και θα καλύψει τις μεταμοσχεύσεις όλων των οργάνων σε συνεργασία με τις υπάρχουσες Μονάδες Μεταμόσχευσης δημόσιων νοσοκομείων.
Είναι, επίσης, σε εξέλιξη μια σημαντική συνεργασία μεταξύ του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ) και του Ιδρύματος Ωνάση με την ανάπτυξη προγραμμάτων για την προώθηση της δωρεάς. Στα πλαίσια αυτών των προγραμμάτων τίθεται σε εφαρμογή, μέσα στις επόμενες μέρες, ο θεσμός των «τοπικών συντονιστών». Πρόκειται για επαγγελματίες υγείας (7 προς το παρόν),οι οποίοι, αφού έλαβαν κατάλληλη εκπαίδευση, θα τοποθετηθούν σε αντίστοιχες Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και σε συνεργασία με τους εντατικολόγους θα προωθούν και θα συντονίζουν τη διαδικασία της δωρεάς. Επιπλέον, η ανανέωση και η επικαιροποίηση της νομοθεσίας σχετικά με τις μεταμοσχεύσεις βρίσκονται στην τελική φάση και στοχεύουν στο να επιλύσουν ρυθμιστικά και διαδικαστικά προβλήματα καθώς και στο να βελτιώσουν την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του συστήματος μεταμοσχεύσεων στη χώρα μας.
Η μεταμόσχευση είναι ένα μεγάλο δώρο που μπορεί και πρέπει να χαρίζεται σε όσους το έχουν ανάγκη. Η ευαισθητοποίηση του κοινωνικού συνόλου αλλά και οι συγκροτημένες προσπάθειες των ιατρικών, κοινωνικών και πολιτικών φορέων είναι απαραίτητες προκειμένου να φθάσει αυτό το δώρο ζωής στους αποδέκτες του.