Την περασμένη Τετάρτη, οι Πρόεδροι των ομοσπονδιών ποδοσφαίρου της Ισπανίας και της Πορτογαλίας συναντήθηκαν με τον Πρόεδρο της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας Ποδοσφαίρου κ.Τσέφεριν και επισημοποίησαν την κοινή υποψηφιότητα των χωρών τους για τη διοργάνωση του Μουντιάλ του 2030. Την τελευταία στιγμή, στον ίδιο φάκελο υποψηφιότητας προστέθηκε η Ουκρανία. Μετά από αυτή την προσθήκη, ο Πρόεδρος της Ισπανικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας δήλωσε ότι η υποψηφιότητα «δεν είναι πια Ιβηρική, αλλά ευρωπαϊκή».
Σύμφωνα με τον ξένο Τύπο ο Ουκρανός Πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι φέρεται να στηρίζει την υποψηφιότητα, που θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ισχυρό μήνυμα Ειρήνης και ελπίδας για επιστροφή της ζωής, στη χώρα του, στην κανονικότητά της.
Αν η ΦΙΦΑ αναθέσει το Μουντιάλ στην Ισπανία, Πορτογαλία και Ουκρανία, αναλαμβάνει ένα μεγάλο ρίσκο, καθώς ο πόλεμος μαίνεται ακόμα στη μαρτυρική χώρα και η προοπτική να τερματιστεί δεν είναι ορατή στον ορίζοντα. Αλλά ακόμα και αν τέλειωνε αύριο το πρωί, είναι πολύ αμφίβολο αν η βασική προτεραιότητα του ουκρανικού λαού είναι να φιλοξενήσει αγώνες του παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου ή να ανοικοδομήσει την κατεστραμμένη Πατρίδα του και να επουλώσει, το ταχύτερο δυνατό, τις πληγές.
Καμιά φορά, πράξεις που ενισχύουν τη συλλογικής μνήμη, μπορεί να ενδυναμώσουν το πατριωτικό αίσθημα ενός λαού και να τον βοηθήσουν να ανταπεξέλθει γρηγορότερα στις δυσκολίες… Για παράδειγμα, μετά τη νίκη τους στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Σοβιετικοί, παράλληλα με την ανοικοδόμηση των πόλεων έκτιζαν μνημεία, που να τους θυμίζουν τον Πατριωτικό Αγώνα τους και τη μνημειώδη αντίστασή τους. Με πρώτο και καλύτερο το μνημείο στο Λόφο Μαμάγεφ, στο Βόλγογκραντ (Στάλινγκραντ). Ο αθλητισμός θα μπορούσε να παίξει τέτοιο ρόλο…
Η προσθήκη της Ουκρανίας στο φάκελο της υποψηφιότητας, είναι ένα χαρτί που θα ενισχύσει την προσπάθεια των Ισπανών και των Πορτογάλων. Οι Ισπανοί το 1982 διοργάνωσαν ένα από τα καλύτερα Μουντιάλ της Ιστορίας, ενώ και οι Πορτογάλοι με την επιτυχημένη διοργάνωση του EURO 2004 απέδειξαν ότι έχουν και υποδομές και τεχνογνωσία. Και οι δύο λαοί αγαπάνε το ποδόσφαιρο και είναι βέβαιο ότι θα φιλοξενήσουν με επιτυχία το Μουντιάλ, αν τελικά τους ανατεθεί. Επομένως, κανείς δεν μπορεί γνωρίζει αν μία επιπλέον ώθηση, τέτοιου τύπου ήταν αναγκαία.
Η χρυσή εκατονταετία
Από τις υποψηφιότητες που έχουν ακουστεί, εκείνη που φαίνεται πιο γοητευτική αφορά τη συνδιοργάνωση του Μουντιάλ από τέσσερις χώρες της Λατινικής Αμερικής: Ουρουγουάη, Αργεντινή, Παραγουάη και Χιλή. Αν στην Ιβηρική αγαπάνε το ποδόσφαιρο, στη Λατινική Αμερική το λατρεύουν. Επιπλέον, η συγκεκριμένη διοργάνωση του 2030 θα συμπέσει με την επέτειο των 100 χρόνων, από το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο, που διοργανώθηκε στην Ουρουγουάη. Αυτό, από μόνο του, συνιστά ένα ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός. Η ανάθεση του Μουντιάλ στις τέσσερις χώρες της Λατινικής Αμερικής, θα ήταν μία μοναδική ευκαιρία για τη ΦΙΦΑ, να ξεπλύνει την ντροπή της ανάθεσης του Μουντιάλ 2022, στο Κατάρ. Μία ανάθεση που χαρακτηρίστηκε από χιλιάδες εργατικά δυστυχήματα, που καταγράφηκαν, κατά τη διάρκεια των εργασιών για την οικοδόμηση των σταδίων και των βασικών υποδομών στις διοργανώτριες πόλεις, την περιβαλλοντική καταστροφή που προκάλεσαν οι φαραωνικές κατασκευές, αλλά και το χρηματισμό των ανώτατων στελεχών της ΦΙΦΑ, προκειμένου να «πειστούν» να αναθέσουν τη διοργάνωση στους Άραβες.
Η Παγκόσμια Ομοσπονδία ευελπιστούσε ότι η διοργάνωση του Μουντιάλ από το Κατάρ θα προσέδιδε περισσότερα έσοδα, θα έδινε μία νέα ώθηση στο άθλημα και θα άνοιγε καινούργιες αγορές. Κυρίως, όμως, θα έδινε την ευκαιρία στους Άραβες να επιδείξουν σε όλο τον κόσμο ότι αυτοί ελέγχουν το «παγκόσμιο παιχνίδι». Ήταν μία ανάθεση που δεν είχε ως προτεραιότητα την ανάπτυξη του αθλήματος και αυτό η ΦΙΦΑ κινδυνεύει να το πληρώσει, γιατί η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι το μουντιάλ που θα ξεκινήσει τον επόμενο μήνα, όχι μόνο δε θα προσελκύσει νέους «πελάτες», αλλά θα χάσει και πολλούς από αυτούς που είχε, καθώς δεν είναι λίγοι εκείνοι που δε θα παρακολουθήσουν αυτό που ονομάστηκε ήδη ως το «ματωμένο μουντιάλ».
Η επιστροφή της διοργάνωσης στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, θα μπορούσε να ξεπλύνει, ως ένα βαθμό την ντροπή της ΦΙΦΑ.
Το αταίριαστο… τρίο
Στο γαϊτανάκι των υποψηφιοτήτων εμπλέκεται και η Ελλάδα. Όχι από μόνη της, αλλά μαζί με τη Σαουδική Αραβία και την Αίγυπτο. Ο παγκόσμιος αθλητικός τύπος προβάλλει το ενδεχόμενο της συνδιοργάνωσης, μεταξύ αυτών των χωρών και ο υφυπουργός Αθλητισμού κ.Αυγενάκης δε διαψεύδει… Δεν μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει τί είναι αυτό που μπορεί να συνδέει τις τρεις χώρες (ιδιαιτέρως την Ελλάδα με τη Σαουδική Αραβία), που να δικαιολογήσει το ενδεχόμενο αυτής της συνυποψηφιότητας.
Τα κριτήρια της ανάθεσης ποικίλουν. Σε πολλές περιπτώσεις τα κριτήρια της ΦΙΦΑ ήταν καθαρά οικονομικά. Το 1994 η Παγκόσμια Συνομοσπονδία ανέθεσε τη διοργάνωση στις ΗΠΑ, μία χώρα που δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με το ποδόσφαιρο, για να αυξήσει την πελατειακή βάση της και να διαδοθεί το άθλημα σε νέες αγορές. Το 2002, για τους ίδιους λόγους ανατέθηκε στην Ιαπωνία και την Κορέα. Η επιλογή του Ντουμπάι για το ΠΚ του 2022, είχε προφανές κίνητρο την αναγνώριση του γεγονότος ότι τον έλεγχο του παιχνιδιού τον έχουν, πλέον τα αραβικά πετροδόλαρα.
Ανεξάρτητα από τα κριτήρια της ΦΙΦΑ. Ποια μπορεί να είναι τα οφέλη της Ελλάδας, από την ενδεχόμενη συμμετοχή της σε αυτή την υποψηφιότητα; Διπλωματικές σχέσεις; Γεωπολιτικά συμφέροντα; Οικονομικά συμφέροντα, κατασκευαστικές εταιρείες κλπ; Αρκούν αυτά για να ενθαρρύνουν και να λειτουργήσουν υποστηρικτικά, για τη διεκδίκηση ενός Μουντιάλ; Δυσκολεύεται κάποιος να διακρίνει.
Και όσο ο κος Αυγενάκης τηρεί σιγήν ιχθύος, το όνομα της χώρας μας μπαίνει δίπλα σε εκείνο μίας χώρας που κατηγορείται για εισβολές εις βάρος άλλων χωρών (παρόμοιες με αυτή της Ρωσίας στην Ουκρανία), καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διακρίσεις εις βάρος των γυναικών κλπ.
Αξίζει τον κόπο, άραγε; Και αν πραγματικά οι Έλληνες κυβερνώντες είχαν σκοπό να φέρουν στη χώρα μας μία μεγάλη αθλητική διοργάνωση, ήταν αναγκαίο αυτή η διοργάνωση να είναι το μουντιάλ του ποδοσφαίρου, όπου τα κόστη είναι τεράστια και οι υποδομές που απαιτούνται κολοσσιαίες; Επίσης, αν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο και η ελληνική κυβέρνηση κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, όπως αναφέρουν τα διεθνή ΜΜΕ, μπορεί η πρωτοβουλία αυτή να γίνεται ερήμην της ελληνικής κοινωνίας και χωρίς να έχει ανοίξει ο σχετικός διάλογος; Και επιτέλους: Επίσημα, για να αναλάβει μία χώρα τη διοργάνωση ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου, ο πρώτος φορέας που πρέπει να εμπλακεί είναι η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Δεδομένων των κακών σχέσεων που έχει με την τωρινή διοίκηση, ο κ.Αυγενάκης, η ΕΠΟ το γνωρίζει;
Η διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου και η κούρσα της ανάθεσης που προηγείται είναι μία διαδικασία που εμπλέκει διπλωματικά, οικονομικά και πολιτικά παιχνίδια. Το «Παγκόσμιο Παιχνίδι», όπως χαρακτηρίζεται το ποδόσφαιρο, είναι ένα πεδίο πολιτικής που ασκείται στους κόλπους των Παγκόσμιων Ομοσπονδιών και Συνομοσπονδιών, αλλά και των εθνικών κυβερνήσεων. Ταυτόχρονα είναι ένα εργαλείο, που συχνά χρησιμοποιείται στην παγκόσμια διπλωματική, οικονομική και, επομένως, πολιτική σκακιέρα.
Η ΦΙΦΑ, όπως πάντα, θα λάβει όλα αυτά υπόψη, για την επόμενη ανάθεση του Μουντιάλ. Η χώρα μας πρέπει να αποφασίσει και να ξεκαθαρίσει αν θέλει να εμπλακεί σε αυτού του είδους το «σκάκι», με ποιο κόστος και για ποιο λόγο.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών CIES – FIFA)