Ο αναβαθμισμένος Τούρκος Πρόεδρος από την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας, την περασμένη βδομάδα, ξεκίνησε νέο κύκλο επαφών αυτή τη φορά στις χώρες του Κόλπου, πραγματοποιώντας επίθεση φιλίας και συνεργασίας στον αραβικό κόσμο.
Μόλις πριν από δυο χρόνια, οι σχέσεις της Τουρκίας με τις περισσότερες χώρες του Κόλπου, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, βρίσκονταν στο ναδίρ. Η Αραβική Άνοιξη και η υποστήριξη στους Αδελφούς Μουσουλμάνους από τον Ερντογάν, το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016 στην Τουρκία, καθώς και άλλα μεμονωμένα γεγονότα, ήταν οι κύριες αιτίες για την διατάραξη των σχέσεων της Άγκυρας με τους γείτονες της, που κράτησε σχεδόν μα δεκαετία.
Ο Πρόεδρος Ερντογάν είναι γνωστός όχι μόνο για την σκληρή έως προσβλητική ρητορική του απέναντι σε άλλους ηγέτες, που του προκαλεί προβλήματα, αλλά και για τους διπλωματικούς ελιγμούς και στρατηγικούς τακτικισμούς του, αρκεί να εξυπηρετούν τους σχεδιασμούς του.
Το έκανε πολύ επιτυχημένα στο Βίλνιους που από «μαύρο πρόβατο» του ΝΑΤΟ, έγινε το πρόσωπο της Συνόδου, αποκομίζοντας όχι μόνο εύσημα από τους υπόλοιπους ηγέτες, αλλά και εμπράγματα ανταλλάγματα.
Η δεύτερη θητεία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με το προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης, που μόλις ξεκίνησε, του δίνει ένα χρονικό περιθώριο πέντε ετών για να διορθώσει τα κακώς κείμενα της προηγούμενης θητείας του.
Έτσι στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, όπως ήδη έχουμε γράψει στο iEidiseis, υπάρχει πλέον μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση και αναπροσαρμογή μετά από επανεξέταση των διεθνών συγκυριών, σε συνδυασμό με τις αλλαγές που πραγματοποιούνται στο οικονομικό πεδίο.
Η περίοδος της πανδημίας και ο πόλεμος στην Ουκρανία καθώς και η μερική απόσυρση από τη Μέση Ανατολή των ΗΠΑ και την επανατοποθέτηση τους από την κυβέρνηση Μπάιντεν, δημιούργησε ευκαιρίες για την Τουρκία για να αναπτύξει μια πιο αυτόνομη πολιτική, αξιοποιώντας τα οφέλη αυτά.
Στο πλαίσιο αυτό, η ομαλοποίηση των σχέσεων της Τουρκίας με περιφερειακές δυνάμεις που δεν είναι σε θέση να αντιπαρατεθούν μεταξύ τους, ήταν μονόδρομος. Επίσης το αποτυχημένο πραξικόπημα το Ιούλιο του 2016, έκανε σαφές στην Τουρκία την ανάγκη στρατηγικής αυτονομίας.
Είχε ήδη αποδείξει στο πεδίο με τις κινήσεις της στη Συρία, τη Λιβύη και την Ανατολική Μεσόγειο, ότι η Τουρκία μπορεί, αν χρειαστεί, να αντιταχθεί στις ΗΠΑ, την ΕΕ και ορισμένες χώρες του Κόλπου.
Ταυτόχρονα, έχει αποδείξει τη βούλησή της να λαμβάνει ανεξάρτητες αποφάσεις, να βγαίνει έξω από την πολιτική των μπλοκ και να χρησιμοποιεί με επιτυχία τη σκληρή ισχύ. Με τον ρόλο της στη διάσπαση του αποκλεισμού του Κατάρ, τη νίκη των Αζέρων στο Καραμπάχ, και τον διαμεσολαβητικό ρόλο στον πόλεμο της Ουκρανίας, η Τουρκία έδειξε σε άλλους παράγοντες, ακόμη και σε αντιπάλους, την αξία της συνεργασίας μαζί της, σύμφωνα με αναλύσεις ειδικών στη Μέση Ανατολή.
Η Άγκυρα υπενθύμισε στις πρωτεύουσες του Κόλπου ότι είναι ένας παράγοντας σημαντικός για την περιοχή που μπορεί κάποιος να εμπιστευτεί. Επιπλέον η Τουρκία θέλει και μπορεί, σύμφωνα με ειδικούς, να γίνει η γέφυρα μεταξύ των χωρών του Κόλπου και της Ευρώπης, κάτι που επιθυμούν και οι αραβικές χώρες.
Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί ο καθοριστικός ρόλος του Υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, από την προηγούμενη θέση του ως επικεφαλής της Τουρκικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΜΙΤ). Τα τελευταία τρία σχεδόν χρόνια ο Φιντάν ανέλαβε ενεργό ρόλο στην επαναπροσέγγιση των χωρών της Μέσης Ανατολής, με πολλές επισκέψεις και ειδικές αποστολές, συνήθως μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Όμως ο κύριος λόγος της προσέγγισης αφορά πρώτιστα την τουρκική οικονομία, η οποία βρίσκεται σε δεινή κατάσταση και χρειάζεται επειγόντως ρευστό και επενδύσεις.
Σύμφωνα με τον Τούρκο αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Σεβντέτ Γιλμάζ, έμφαση θα δοθεί σε τρεις άξονες. Πρώτον στη διαδικασία προσέλκυσης άμεσων επενδύσεων στην τουρκική οικονομία, δεύτερον τις λεπτές ισορροπίες των μέτρων αποπληθωρισμού και την αποφυγή της ύφεσης στην οικονομία και τέλος το τρίτο αφορά το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που καλύπτει τα 2024-2026 και θα παρουσιαστεί τον επόμενο Σεπτέμβριο.
Την επίσκεψη στις χώρες του Κόλπου προετοίμασαν ο Αντιπρόεδρος Σεβντέτ Γιλμάζ και ο υπουργός Οικονομικών Μεχμέτ Σιμσέκ οι οποίοι είχαν επαφές με τις χώρες αυτές πριν τον Τούρκο Πρόεδρο. Στο πλαίσιο της παρουσίας τους στις χώρες του Κόλπου, δόθηκε το περίγραμμα ενός μεσο-μακροπρόθεσμου επενδυτικού σχεδιασμού με πολλές ιδιωτικοποιήσεις. Στόχος να μην μπει η χώρα στο ΔΝΤ, αλλά και να προστατευτούν οι πολίτες.
Ισχυρό χαρτί για την οικονομική ενίσχυση της Τουρκίας είναι η αμυντική της βιομηχανία, κάτι που φάνηκε με την συμφωνία για αγορά UAV Bayraktar από την Σαουδική Αραβία, αλλά και άλλων οπλικών συστημάτων, καθώς η Τζέντα θέλει να απεξαρτηθεί από τις ΗΠΑ.
Η Τουρκία έχει επενδύσει και ισχυροποιήσει την αμυντική της βιομηχανία, για το λόγο αυτό κάνει άνοιγμα στις αγορές του Κόλπου, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει έσοδα, άμεσα και μεσο-μακροπρόθεσμα.
Η συνεργασία στον αμυντικό τομέα μέσω της αμυντικής βιομηχανία, θα έχει ως επακόλουθο και την αμυντική συνεργασία στο πεδίο, με συμφωνίες στο επιχειρησιακό πεδίο.
Ήδη Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν επενδύσει από 10 δισεκατομμύρια δολάρια στην Τουρκία, ενώ το Κατάρ παραμένει ένας από τους πιο συνεπής επενδυτές για τη χώρα, με πολλά δισεκατομμύρια.
Κι αν οι χώρες του Κόλπου ήταν μια πιο εύκολη υπόθεση σε ότι αφορά την εξομάλυνση, έκπληξη προκαλεί για τους περισσότερους παρατηρητές, των κινήσεων του Αιγύπτιου Προέδρου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι και του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ορκισμένων εχθρών του Προέδρου Ερντογάν.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, τόσο στα Αιγυπτιακά μέσα ενημέρωσης όσο και στα Ισραηλινά, Σίσι και Νετανιάχου ετοιμάζονται να επισκεφθούν την Άγκυρα για συναντήσεις και διαβουλεύσεις με τον Ερντογάν.
Στα δημοσιεύματα γίνεται λόγος για υπογραφή συμφωνίας μεταξύ του Ισραήλ και της Τουρκίας για την κατασκευή αγωγού φυσικού αερίου που θα συνδέει τις δυο χώρες, ώστε να εξαχθεί το ισραηλινό φυσικό αέριο προς τις αγορές της Ευρώπης μέσω Τουρκίας.
Μετά την ακύρωση του αγωγού EastMed με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και την σύμφωνη γνώμη της ελληνικής κυβέρνησης του Κ. Μητσοτάκη, ο μόνος δρόμος για το Ισραήλ είναι η Τουρκία.
Σε μια κρίσιμη πολιτικά περίοδο για τον Νετανιάχου, καθώς βρίσκεται σε δεινή θέση από τις καθολικές διαμαρτυρίες των Ισραηλινών για την δικαστική μεταρρύθμιση, αλλά και την ένταση με την Παλαιστίνη, θέλει μια διέξοδο τουλάχιστον οικονομική με την κατασκευή του αγωγού προς την Τουρκία.
Επίσης η πολιτική αστάθεια που επικρατεί στην Αίγυπτο, με την οικονομία της χώρας να καταρρέει και το ΔΝΤ να έρχεται, δεν είναι ασφαλές για την μεταφορά φυσικού αερίου από το Ισραήλ, παρότι υπάρχει συμφωνία μεταξύ των δυο χωρών.
Αυτή η αστάθεια έχει στρέψει το Κάιρο και προς την Τουρκία, η οποία συνεχίζει να επηρεάζει ένα ισχυρό τμήμα του Αιγυπτιακού λαού αλλά και τις ελίτ της χώρας, μέσω της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Αναζητώντας στήριξη ο Σίσι, απέναντι σε ένα πραξικόπημα λόγω της κακής κατάστασης στην οικονομία, σύμφωνα με Αιγύπτιους αναλυτές, επιθυμεί την εξομάλυνση με την Άγκυρα ώστε να περιορίσει τους κινδύνους από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Αυτό φαίνεται και από την επιτάχυνση της διαδικασίας αφού μέσα σε μόλις 5 μήνες έγιναν επισκέψεις εκατέρωθεν των Υπουργών Εξωτερικών Τουρκίας και Αιγύπτου μετά από 10 χρόνια διακοπής των διπλωματικών τους σχέσεων και φυσικά την τοποθέτηση πρέσβεων σε Κάιρο και Άγκυρα.
Οι ειδήσεις που έρχονται από τις δυο πρωτεύουσες είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές για την Ελλάδα, καθώς υπάρχει συζήτηση για οριοθέτηση των θαλασσίων συνόρων των δυο χωρών.
Το κλίμα στις σχέσεις φαίνεται ότι έχει γίνει πολύ καλύτερο, αφού ο Σίσι απομακρύνθηκε από την υποστήριξη του Χαφτάρ και συντάσσεται πλέον με την Τουρκική πολιτική για τη διευθέτηση της Λιβυκής κρίσης.
Αυτό συνεπάγεται αμοιβαίες υποχωρήσεις που μπορεί να συμπεριλαμβάνουν και το τουρκολιβυκό σύμφωνο για τις θαλάσσιες ζώνες, που τελικά μπορεί να φέρει σε δύσκολη θέση, την Ελλάδα.
Έχοντας η Τουρκία, μια σοβαρή διείσδυση στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, στο πλαίσιο της νέας αναθεωρημένης εξωτερικής της πολιτικής ακολουθώντας μετά από καιρό το δόγμα του Ατατούρκ, «ειρήνη στο σπίτι, ειρήνη στον κόσμο», έκανε και το άνοιγμα προς την Ελλάδα για διευθέτηση στις διαφορές που θεωρεί ότι υπάρχουν.
Η χρονική στιγμή που, ο Ερντογάν, το επιδιώκει αυτό είναι σημαντική, καθώς παρότι αδύναμος οικονομικά γίνεται ισχυρός διπλωματικά στην περιοχή και έρχεται σε συνομιλίες με τον Κυριάκο Μητσοτάκη από ισχυρότερη γεωπολιτικά θέση στην περιοχή.
(Ο Σπύρος Σιδέρης είναι δημοσιογράφος)